Καύσιμα: Η αλήθεια, είτε μας αρέσει είτε όχι…

Παρασκευή, 17/11/2017 - 10:59
Γιώργος Χρυσάνθου
Δημοσιογράφος

Σκεφτείτε ότι είμαστε σε μια χώρα όπου κανένα κατάστημα δεν δικαιούται να λειτουργεί την Κυριακή. Ένας καταστηματάρχης ανοίγει το μαγαζί του την Κυριακή κατά παράβαση του νόμου και βγάζει 400 ευρώ. Ο αστυνομικός το αντιλαμβάνεται και κόβει κλήση 100 ευρώ. Ποιος είναι αυτός που έχει το πρόβλημα; Ο καταστηματάρχης που κέρδισε 300 ευρώ ή το κράτος που δεν εφάρμοσε αποτρεπτικές ποινές; Το ερώτημα είναι ρητορικό και ο λόγος που το υποβάλλω θα φανεί στο τέλος του παρόντος κειμένου.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ της σημερινής μου παρέμβασης είναι οι πρακτικές στο θέμα των καυσίμων. Ως δημοσιογράφος βρέθηκα μάρτυρας αρκετών συνεδριάσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, στις οποίες άκουσα εκλελεγμένους… άρχοντες τούτης της χώρας να κατηγορούν τις εταιρείες πετρελαιοειδών για αθέμιτες πρακτικές στον τρόπο καθορισμού της τιμής των καυσίμων. Τις περισσότερες φορές οι δηλώσεις των βουλευτών άγγιζαν τον λαϊκισμό. Χωρίς να έχουν απτές αποδείξεις και με δεδομένη την βουλευτική ασυλία έβγαζαν τα δικά τους πρόχειρα πορίσματα για το ζήτημα των καυσίμων.

ΜΙΑ ΣΟΒΑΡΗ απάντηση, η οποία προέκυψε μέσα από έρευνα ετών, έδωσε την περασμένη Τετάρτη η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού. Σύμφωνα με το συμπέρασμα της έρευνας της, οι εταιρείες πετρελαιοειδών προχωρούσαν σε προσυνεννόηση με τους πρατηριούχους για καθορισμό των τιμών ώστε σε όλα τα πρατήρια να παραμένουν συστηματικά στο ίδιο επίπεδο. Με άλλα λόγια οι εταιρείες πετρελαιοειδών συστηματικά παρέκλιναν από τους κανόνες του ανταγωνισμού.

ΕΥΛΟΓΑ ΘΑ ρωτήσει κάποιος γιατί στην αρχή του κειμένου μίλησα με τέτοιο τρόπο για τους βουλευτές, αφού στο τέλος της ημέρας δικαιώθηκαν και οι ίδιοι. Ο λόγος είναι απλός: Πρώτον, οι βουλευτές είχαν πολλές φορές την ευκαιρία να θέσουν το ζήτημα των φόρων στα καύσιμα, ωστόσο ποτέ δεν το έπραξαν. Δεύτερον, οι βουλευτές κατηγορούσαν πάντα τις εταιρείες χωρίς να τεκμηριώνουν την άποψή τους. Τώρα θα ρωτήσει κάποιος αν κάνω τον συνήγορο των εταιρειών! Θα ήμουν ο τελευταίος που θα έκανα κάτι τέτοιο. Η παρανομία των εταιρειών είναι κάτι περισσότερο από εμφανής, ωστόσο όλο αυτό το διάστημα έκρινα φρόνιμο να περιμένω την απόφαση της ΕΠΑ. Και τώρα που βγήκε η απόφαση, μπορώ και εγώ με την σειρά μου να δηλώσω απογοητευμένος από τις πρακτικές των εταιρειών.

ΘΑ ΠΑΩ όμως ένα επίπεδο παρακάτω και ερωτώ; Ποιος έχει την μεγαλύτερη ευθύνη για την κατάσταση αυτή; Οι εταιρείες πετρελαιοειδών ή το κράτος; Εγώ θεωρώ ότι τη μεγαλύτερη ευθύνη την έχει το κράτος. Από τη στιγμή που οι εταιρείες βρήκαν τον τρόπο να κερδίσουν εκατομμύρια και στο τέλος της ημέρας θα καλεστούν να επιστρέψουν ένα μικρό μέρος, τότε μαγκιά τους. Είναι όπως την περίπτωση με τον καταστηματάρχη που ανέφερα στην αρχή. Από τη στιγμή που το κέρδος μέσω της παρανομίας είναι υπερδιπλάσιο, τότε ποιος ο λόγος να είμαι νομοταγής επιχειρηματίας;

ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΜΩΣ και μια άλλη ανάγνωση του θέματος. Ψηλότερες τιμές στα καύσιμα συνεπάγεται και ψηλότερος εισπρακτέος φόρος για το κράτος. Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα το κυπριακό κράτος εισπράττει πάνω κάτω 70 σεντ από το κάθε λίτρο βενζίνης που αγοράζει ο καταναλωτής. Είναι και αυτό κάτι το οποίο πρέπει να έχουμε στην άκρη του μυαλού μας σε αυτή τη δίκαιη και ωραία κοινωνία που ζούμε. Στην οποία όλοι ξέρουν και όλοι βολεύονται!