Ιωνάς: "Κουτσουρεμένες οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου"

Τετάρτη, 3/1/2018 - 15:50
Μικρογραφία

Σε κουτσουρεμένες αρμοδιότητες και περιορισμό των μέσων που παραχωρούνται στην Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου για διερεύνηση αδικημάτων διαφθοράς σε σχέση με τις αρμοδιότητες που παραχωρούνται στην Αστυνομία για διερεύνηση οποιωνδήποτε άλλων αδικημάτων, αναφέρθηκε ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Ιωνάς Νικολάου, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά του για τη σημερινή απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων να κάνει μερικώς αποδεχτή την αναπομπή του Νόμου για την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου στην Αστυνομία.

Ο κ. Νικολάου επεσήμανε ότι εφόσον γίνονται αναφορές από τους Βουλευτές σε «αυθαίρετες εξουσίες» και σε «προστασία των δικαιωμάτων των αστυνομικών κατά τη διερεύνηση αδικημάτων διαφθοράς», πρέπει να υποθέσει κανείς ότι είναι αυθαίρετες οι εξουσίες που ήδη παραχωρούνται ή ότι προσβάλλονται τα δικαιώματα των πολιτών σε σχέση με την απαίτηση για έκδοση δικαστικού εντάλματος, για να μπορεί η Αστυνομία να διεξάγει έρευνά για μια υπόθεση διαφθοράς τη στιγμή που για όλα τ’ άλλα αδικήματα, για όλους τους πολίτες, δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ναι σε νάρκοτεστ και άλκοτεστ, όχι σε έρευνες σε υποστατικά και οχήματα

Τονίζοντας ότι χρειάζεται αποφασιστικότητα και λήψη μέτρων αντί της αφαίρεσης αρμοδιοτήτων από την Αστυνομία για πάταξη της διαφθοράς, ο κ. Νικολάου σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συνεδρίας της Ολομέλειας, πρόσθεσε:

«Θα ήθελα να σημειώσω ως θετική εξέλιξη το ότι έγινε μερικώς αποδεκτή η αναπομπή όσον αφορά την αλλαγή σε σχέση με τη δυνατότητα της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου να διεξάγει άλκοτεστ και νάρκοτεστ σε μέλη της Αστυνομίας, χωρίς να απαιτείται δικαστικό ένταλμα – όπως ήταν στο αρχικό κείμενο. Επίσης, και τη δυνατότητα που παραχωρείται στην Υπηρεσία να χρησιμοποιεί νόμιμα μέσα για σκοπούς διερεύνησης αυτών των υποθέσεων, όπως για παράδειγμα η παρακολούθηση κάποιων προσώπων χωρίς να απαιτείται δικαστικό ένταλμα.

Δυστυχώς, όμως, επικράτησε η επιμονή της Βουλής για διατήρηση της πρόνοιας με την οποία για να μπορεί η Αστυνομία, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει υποψία ότι πρόκειται να πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιείται κάποιο αδίκημα διαφθοράς σε έναν συγκεκριμένο τόπο – που μπορεί να είναι ο τόπος εργασίας, ένα υποστατικό, κλπ – να απαιτείται η έκδοση δικαστικού εντάλματος, όταν στην ποινική δικονομία που εφαρμόζεται για όλα τ’ άλλα αδικήματα, για όλους τους πολίτες, περιλαμβανομένων των μελών της Αστυνομίας δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο. Με αυτό τον τρόπο δυσκολεύει σημαντικά, και μπορεί να λειτουργεί και αποτρεπτικά ώστε να μπορεί η Αστυνομία να μπορεί να διερευνήσει αποτελεσματικά αυτά τα φαινόμενα διαφθοράς.

Ως παράδειγμα, να αναφέρω το εξής: Σε μια υπόθεση κλοπής, η οποία να επιτελείται ή πιθανό να επιτελεστεί σε γραφεία ενός πολίτη, η Αστυνομία μπορεί να εισέλθει χωρίς δικαστικό ένταλμα για να προβεί στην αναγκαία έρευνα. Στην περίπτωση που σε ένα γραφείο πρόκειται να επιτελεστεί μια πράξη διαφθοράς, στην οποία μετέχει μέλος της Αστυνομίας, θα απαιτείται δικαστικό ένταλμα. Και για να εκδοθεί αυτό, θα πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία που απαιτούνται ώστε το δικαστήριο να το εκδώσει. Γι’ αυτό ο νομοθέτης για τη διερεύνηση των άλλων ποινικών αδικημάτων δεν απαιτεί την έκδοση δικαστικού εντάλματος, καθώς είναι δύσκολη η στοιχειοθέτηση των αναγκαίων στοιχείων για δικαστικό ένταλμα στην περίπτωση που υπάρχουν υποψίες ότι πιθανό να επιτελεστεί ένα τέτοιο αδίκημα.

Λυπάμαι γιατί έτσι δυσκολεύεται αφάνταστα το έργο της Αστυνομίας. Δυσκολεύεται περισσότερο από ό,τι στις περιπτώσεις που έχει για να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε άλλο αδίκημα. Το ερώτημα είναι γιατί πρέπει να υπάρχει αυτή η διάκριση. Μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα και διερωτώμαι εάν δεν επηρεάζονται τα δικαιώματα των πολιτών όταν δεν απαιτείται το δικαστικό διάταγμα. Γιατί έπρεπε να θεωρούμε ότι ο προστατευτικός χαρακτήρας των δικαστηρίων θα πρέπει να είναι μόνο για τα μέλη της Αστυνομίας, και μάλιστα μόνο όσον αφορά τα θέματα διαφθοράς; Όταν ένα μέλος της Αστυνομίας εμπλέκεται σε μια διάρρηξη δεν απαιτείται τέτοιο διάταγμα, άρα γιατί να υπάρχει αυτή η διάκριση;

Εάν πράγματι θέλουμε, και πιστεύω πως όλοι το θέλουμε, να αντιμετωπίσουμε τα θέματα διαφθοράς δεν είναι με αυτού του είδους τις ενέργειες που θα τα αντιμετωπίσουμε. Χρειάζεται να τολμήσουμε. Εάν δεν σπάσουμε αυγά δεν γίνεται ομελέτα και εάν δεν πάρουμε μέτρα σοβαρά, δεν θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της διαφθοράς. Τα μέσα που είχε στο οπλοστάσιο της μέχρι σήμερα η Αστυνομία για να αντιμετωπίσει αυτά τα φαινόμενα, και διαπιστώσαμε ότι μέσα από τα προηγούμενα χρόνια, δεν μπόρεσε κανένας να τα αντιμετωπίσει, ερχόμαστε τώρα να τα περιορίσουμε. Ο καθένας μπορεί να εξάγει τα συμπεράσματά του για το πόσες δυσκολίες θα αντιμετωπιστούν στη διερεύνηση τέτοιων υποθέσεων και για το ποια θα είναι τα αποτελέσματα».