Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου έγινε για πρώτη φορά Ανάδοχος Φορέας

Τρίτη, 24/4/2018 - 13:13
Μικρογραφία

Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου έγινε για πρώτη φορά Ανάδοχος Φορέας δύο μεταδιδκατορικών έργων

Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου ανακοινώνει ότι για πρώτη φορά στα χρονικά της λειτουργίας του επιλέγηκε ως Ανάδοχος Φορέας δυο μεταδιδακτορικών έργων τα οποία εξασφάλισαν χρηματοδότηση στο πλαίσιο της Πρόσκλησης Υποβολής Προτάσεων του Προγράμματος DIDAKTOR (Post-Doctoral Researchers) των Προγραμμάτων RESTART 2016-2020 του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας. Τα μεταδιδακτορικά έργα διάρκειας τριών ετών εντάσσονται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα και Αειφόρος Ανάπτυξη 2014-2020», στον Άξονα Προτεραιότητας 1 «Ενίσχυση της Ανταγωνιστικότητας της Οικονομίας», το οποίο συγχρηματοδοτείται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στοχεύει στην ένταξη νεαρών μεταδιδακτόρων στο τομέα της Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας (ΕΤΑΚ).

Οι μεταδιδακτορικές προτάσεις με Ανάδοχο Φορέα το Πολιτιστικό Ίδρυμα επιλέγηκαν στις 6 πρώτες για χρηματοδότηση από το σύνολο 52 προτάσεων οι οποίες υποβλήθηκαν στον τομέα των Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών πετυχαίνοντας υψηλές βαθμολογίες. Με τη μεγάλη διπλή του επιτυχία, το Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου πρωτοπορεί ως φορέας ερευνητικής αριστείας και ως ίδρυμα αναγνωρισμένης φήμης στον τομέα της έρευνας.

Το μεταδιδακτορικό έργο «The business elite of modern Cyprus, 1878-1959: social origins and

entrepreneurial characteristics in a historical perspective» (BEMC) με συντονιστή έργου τον Δρ Χριστόδουλο Χατζηχριστοδούλου, Έφορο του Ιστορικού Αρχείου της Τράπεζας Κύπρου, και Νέα Ερευνήτρια, την Ευαγγελία Ματθοπούλου, Διδάκτορα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, εξασφάλισε βαθμολογία 14.25/15.00. Το ερευνητικό έργο BEMC στοχεύει να μελετήσει την ιστορική πτυχή της επιχειρηματικότητας στην Κύπρο μέσα από τη διερεύνηση του προφίλ των επιχειρηματιών οι οποίοι πρωτοπόρησαν στο επιχειρηματικό σκηνικό κατά την περίοδο μεταξύ 1878 και 1959. Με μια εις βάθος ανάλυση του πορτραίτου και των κοινωνικών καταβολών των επιχειρηματιών αναμένεται ότι θα έχουμε σαφή συμπεράσματα σχετικά με τις παραμέτρους οι οποίες καθόρισαν την επιχειρηματική τους συμπεριφορά. Επίσης, το BEMC στοχεύει να εξετάσει την επιχειρηματική ικανότητα των προσωπικοτήτων της οικονομικής ζωής στο νησί με βάση θεωρίες τυπολογίας προκειμένου να ερμηνευθούν τα κίνητρα και οι πρωτοβουλίες τους. Οι τεχνολογικοί στόχοι του BEMC είναι η ψηφιοποίηση και η γραφική απεικόνιση των ερευνητικών πορισμάτων. Μέσα από τη δημιουργία μιας διαδικτυακής εφαρμογής (ψηφιακής βάσης δεδομένων με δυνατότητα αναζήτησης και ευρετηρίου) και την οπτική απεικόνιση των δεδομένων σε ένα εύρος διαδραστικών δεικτών βασικής απόδοσης (KPIs) και χωρικών δικτύων (spatial networks) οι ερευνητές θα μπορέσουν να κατανοήσουν την αλληλεπίδραση των κοινωνικών ρόλων των επιχειρηματιών στην κοινωνία και το οικοσύστημα της νεότερης Κύπρου. Επιπλέον, θα αποτελέσει αφετηρία για τη συστηματική μελέτη και κατανόηση της κουλτούρας της επιχειρηματικότητας στον τόπο μας. Ο βαθμός καινοτομίας και πρωτοτυπίας είναι υψηλός τόσο για την ιστοριογραφία όσο και την τεχνολογική καινοτομία στην ιστορική έρευνα.

Το μεταδιδακτορικό έργο «Aspects of multiconfessionalism and human geography in early modern Cyprus from the Venetians to the Ottomans» (CyChrist) με συντονίστρια τη Δρ Ιωάννα Χατζηκωστή, Διευθύντρια του Πολιτιστικού Ιδρύματος Τράπεζας Κύπρου, και Νέο Ερευνητή τον Χρυσοβαλάντη Κυριάκου, Διδάκτορα Ιστορίας, εξασφάλισε βαθμολογία 14.10/15.00. Το ερευνητικό έργο CyChrist θα εξετάσει μια ανεξερεύνητη πτυχή, τη συμβίωση διαφορετικών χριστιανικών ομολογιακών κοινοτήτων στην Κύπρο μεταξύ του 1560 και του 1670 («πολυθρησκευτικότητα») και την πρόσληψη της συμβίωσης αυτής από την πρώιμη νεότερη γραμματεία («ανθρωπογεωγραφία») μέσα από τη διερεύνηση των χαρακτηριστικών της κυπριακής χριστιανικής συνύπαρξης και την επίδραση που αυτή άσκησε στη διαμόρφωση τοπικών και δυτικοευρωπαϊκών αντιλήψεων περί κυπριακής ταυτότητας και ανθρωπογεωγραφίας. Το CyChrist εφαρμόζοντας καινοτόμο διεπιστημονική μεθοδολογία βασιζόμενη σε σύγχρονες θεωρίες από τα πεδία της κοινωνικής ανθρωπολογίας, κοινωνιολογίας και ψυχολογίας, αποτελεί την πρώτη απόπειρα να ερευνηθούν εκτεταμένα διάφορες πρωτογενείς πηγές από τις Συλλογές του Πολιτιστικού Ιδρύματος, που θησαυρίζουν πληθώρα ανέκδοτου και κατά κόρον ανεξερεύνητου υλικού (π.χ., χάρτες, χειρόγραφα, παλαίτυπα, φυλλάδες και γκραβούρες). Μεταξύ των δράσεων του προγράμματος περιλαμβάνεται η ηλεκτρονική δημοσίευση της πρώτης αγγλικής μετάφρασης ενός σημαντικού χειρόγραφου κώδικα (Β-030) από τις Συλλογές του Πολιτιστικού Ιδρύματος, η οποία θα είναι ελεύθερα προσβάσιμη στο κοινό.