Στους δρόμους του Βαρωσίου ξεχύθηκαν μετά το άνοιγμα της “πύλης” που έστησαν οι κατοχικές αρχές στην καρδιά της Αμμοχώστου δεκάδες Τουρκοκύπριοι, έποικοι και αλλοδαποί που διαμένουν στα κατεχόμενα.
Άνδρες με πολιτικά που βρίσκονταν μπροστά από τη σιδερένια πύλη αφαίρεσαν τα πρόχειρα κιγκλιδώματα και είπαν στον κόσμο, που ήταν εκεί, ότι μπορούσε να περάσει. Κανείς δεν ζήτησε έγγραφα ή επίδειξη ταυτοτήτων και ο κόσμος άρχισε να προχωρά από τον συγκεκριμένο δρόμο προς την παραλία.
Τριακόσια περίπου πρόσωπα πέρασαν από την σιδερένια καγκελόπορτα και αντίκρυσαν τις πρώτες εικόνες από την κατεχόμενη “Βασιλεύουσα” που καταμαρτυρούν ότι ο χρόνος σταμάτησε τον μαύρο εκείνο Αύγουστο του 1974.
Πολυκατοικίες ερειπωμένες, δρόμοι χορταριασμένοι και σπίτια μισογκεμισμένα. Η λεηλασία από τον Αττίλα ξενοδοχείων, καταστημάτων, ιατρείων και επιχειρήσεων, που κάποτε έσφιζαν από ζωή, είναι ευδιάκριτη σε όλο το τμήμα της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων που άνοιξε παράνομα από το κατοχικό καθεστώς.
Η είσοδος στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου επετράπει ακόμη και σε Ελληνοκύπριους δημοσιογράφους που βρέθηκαν στην περιοχή για να καταγράψουν το γεγονός. Ωστόσο για να μπορέσει να εισέλθει κάποιος στο τμήμα της παραλίας που άνοιξε, απαιτείται η επίδειξη ταυτότητας της Τουρκίας ή του ψευδοκράτους.