Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε χθες, Τρίτη έφεση του Βουλευτή Ζαχαρια Κουλία κατά πρωτόδικης απόφασης στην οποία είχε καταδικαστεί για δυσφήμιση κατά του πρώην Υπουργού Γεωργίας Κώστα Θεμιστοκλέους.
Η υπόθεση χρονολογείται από το 2006 για δυσφήμιση η οποία προήλθε από τον εφεσείοντα σε παρέμβαση στην οποία προέβη από την εκπομπή του Ράδιου Πρώτου «Πρώτη Εκπομπή».
Το Εφετείο έκρινε το 2012 ότι το δημοσίευμα ήταν όντως δυσφημιστικό και διέταξε επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή, αναφορικά με το θέμα του ύψους των αποζημιώσεων.
Η υπόθεση εκδικάστηκε σε σχέση με το εναπομείναν θέμα και το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε στις 23/1/2013 την απόφαση του – αντικείμενο της παρούσας έφεσης αρ. 79/13, την οποίαν ο εφεσείων καταχώρησε – δια της οποίας επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους €25.000 πλέον τόκο και έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.
Στο μεταξύ, μετά την έκδοση της απόφασης του Εφετείου ο κ. Κουλίας προσέφυγε στο ΕΔΑΔ επικαλούμενος παραβίαση της Σύμβασης της ΕΣΔΑ (η Σύμβαση) και ιδίως των άρθρων 6(1) και 10 αυτής. Ήτοι ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα του για δίκαιη δίκη από αμερόληπτο Δικαστήριο και το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, αντίστοιχα. Αποφασίστηκε ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της δίκαιης δίκης, ήτοι καταστρατήγησης του Άρθρου 6(1) της Σύμβασης και επιδικάστηκε υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως αποζημίωση ποσό ύψους €9.800, το οποίο ήδη καταβλήθηκε.
«Ενόψει της εκδοθείσας ως άνω απόφασης, καταχωρήθηκε η κρινόμενη αίτηση, με αξίωση, ουσιαστικά, την ακύρωση της απόφασης του Εφετείου, ημερ. 24/1/2012, την οποία, σύμφωνα με την εισήγηση, «εξαφάνισε» η απόφαση του ΕΔΑΔ καθιστώντας άκυρη την οποιαδήποτε μεταγενέστερη διαδικασία», αναφέρεται.
Απορρίπτοντας την έφεση το Ανώτατο, αναφέρει ότι «ιδιαίτερης σημασίας είναι το γεγονός ότι το ΕΔΑΔ δεν αποδέχθηκε ισχυρισμό του αιτητή για παραβίαση του δικαιώματος ελεύθερης έκφρασης και ο αιτητής απέσυρε την υπεράσπιση του έντιμου σχολίου κατά την εκδίκαση της πολιτικής έφεσης αρ. 297/2008».
Το ΕΔΑΔ, σημειώνεται, «προβαίνει σε ιδιαίτερη αναφορά για την υπαναχώρηση αυτή του αιτητή και παραθέτει αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της διαδικασίας (παρ. 11) και το σχολιάζει εκ νέου στην παρ. 77 της απόφασης του ως ενισχυτικό της απόρριψης της αξίωσης του για παραβίαση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης».
«Ενδεικτική είναι η επισήμανση του ΕΔΑΔ πως ο αιτητής, καμιά εξήγηση έδωσε για την απόσυρση της υπεράσπισης του αυτής, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι το επιχείρημα του ήταν πως η επίδικη δήλωση έγινε στα πλαίσια πολιτικής συζήτησης δημοσίου ενδιαφέροντος», προστίθεται.
«Συνεπώς, κατέληξε, το μόνο θέμα που είχε να εξετάσει το Εφετείο ήταν, αν το περιεχόμενο της δήλωσης, ήταν δυσφημιστικό», αναφέρεται.
«Έχοντας τα ανωτέρω υπόψη, θεωρούμε πως η απόφαση του ΕΔΑΔ δεν αντικρούει αλλά συμπλέει, κατά τα λοιπά με την απόφαση του Εφετείου», αποφαίνεται το Ανώτατο.
«Κρίνεται πως ο αιτητής δεν έχει υποστεί τέτοια παραβίαση η οποία να μην είναι επιδεκτική αποζημίωσης και να μην εξαντλείται με αυτή, ούτε έχει υποστεί, ως η περίπτωση ποινικών υποθέσεων, στέρηση της ατομικής του ελευθερίας η αποκατάσταση της οποία δεν ικανοποιείται με χρηματική αποζημίωση. Αντίθετα, έχει κριθεί πως δεν υπήρξε υποκειμενική αμεροληψία εναντίον του και δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα έκφρασης του», σημειώνει.