Δριμύ κατηγορώ διατυπώνει η μητέρα του άτυχου 25χρονου εθνοφρουρού Θανάση Νικολάου εναντίον όσων δεν της έχουν παραδόσει ακόμη το πόρισμα των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών, που αφορά στην άγρια δολοφονία του γιου της τον Σεπτέμβριο του 2005. Το πόρισμα παραδόθηκε σήμερα από τους Σάββα Μάτσα και Αντώνη Αλεξόπουλου στον Γενικό Εισαγγελέα Γιώργο Σαββίδη, με εισήγηση για ποινικές διώξεις εναντίον τριών αστυνομικών και ενός πολίτη.
Μιλώντας στην εκπομπή Alpha Eνημέρωση, η κυρία Νικολάου είπε ότι με πόνο ψυχής διαπιστώνει ότι μέχρι τώρα δεν έχει λάβει καμία ανταπόκριση από τη Νομική Υπηρεσία για να παραλάβει το πόρισμα, αίτημα που κατέθεσε μέσω του δικηγόρου της οικογένειας Λουκή Λουκαϊδη.
“Θα ξεσηκωθώ με τον κόσμο όλο για να το πάρω. Μέχρι και εδώ μας βασανίζουν. Όλα όσα συνέβησαν τα φώναζα εδώ και χρόνια και δεν θα τα ξαναπώ, εφόσον μπήκαν οι σωστοί ποινικοί ανακριτές που τα είδαν και τα έβαλαν κάτω. Είναι απαράδεκτο και έπρεπε να δοθεί και σε εμάς το πόρισμα ταυτοχρόνως γιατί ήταν εξαιτίας μας που έγινε η έρευνα αυτή. Πως μπορούν να μας αγνοούν με αυτό τον τρόπο. Οι ανακριτές έκαναν αυτό που λέει το Σύνταγμα, αλλά το Σύνταγμα δεν δουλεύει σωστά. “
Η κυρία Νικολάου υπενθύμισε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας διέταξε την έρευνα μετά από τις υπερανθρωπες προσπάθειες που κατέβαλε η ίδια και η οικογένεια της, για να εξακριβωθούν τα αίτια θανάτου του Θανάση και για να εντοπιστούν οι ένοχοι για το στυγερό έγκλημα.
Advertisement“Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, κάπως δικαιώθηκε ο μαρτυρικός μου αγώνας όλων αυτών των χρόνων παρά το ότι στην πορεία κάποιοι ασυνείδητοι με χλεύαζαν όταν επέμενα ότι κάποιοι σκότωσαν τον Θανάση μου.”
Η κυρία Νικολάου υπενθύμισε ότι τόσο στην περίπτωση θανάτου του Θανάση, όσο και στην περίπτωση θανάτου της Χριστίνας Καλαϊτζίδου οι ιατροδικαστές δεν εντόπισαν τα πραγματικά αίτια και διερωτήθηκε “εάν είναι δυνατό κανένας άλλος δεν είχε δει αυτά που είδαμε εμείς?”
Advertisement“Ξέρετε καθόμουν και σκεφτόμουν εάν έχω πρόβλημα εγώ ή αν έχουν όλοι οι άλλοι και εγώ ήμουν η σωστή. Και ποιος μπορούσε να γνωρίζει καλύτερα το παιδί μου από εμένα;”
Η κυρία Νικολάου έκανε λόγο για συμφέρονται και βόλεμα “κάποιων” με την ισχύουσα νομοθεσία, η οποία δίνει τον πρώτο και τελευταίο λόγο σε κάποιον ιατροδικαστή να αποφασίζει τα αίτια θανάτου ενός ανθρώπου.
“Δεν ήταν ούτε βλάκες, ούτε τυφλοί όσοι έφτασαν εκεί που ήταν νεκρό το παιδί μου, άθικτο το σώμα του κάτω από τριάντα μέτρα ύψος. Γιατί δεν διερωτήθηκε κανείς; Και εάν είναι κάποιος διεφθαρμένος, τότε θα πάμε κατά βαρβάρων. Το παιδί μου ήταν ένας άγγελος επί της γης που τον έβαλαν στη λίστα τον αυτοχειριών, δηλαδή να είναι φονιάς του εαυτού του. Απαράδεκτο και καταδικαστέο. Και δεν είναι ένας, είναι Αστυνομία, Στρατός και δικαιοσύνη. Και με ανάγκασαν να κρατώ τις φωτογραφίες του νεκρού παιδιού μου και να τις δείχνω.”
Ο εκ των ποινικών ανακριτών της πολύκροτης υπόθεσης Σάββας Μάτσας περιέγραψε τα διαχρονικά λάθη στη διερεύνηση από πλευράς Αστυνομίας και έκανε λόγο για ύποπτες ενέργειες από πλευράς εμπλεκομένων.
“Από την πρώτη μέρα και κατά την αυτοψία, αποφασίστηκε αυτή η υπόθεση να διερευνηθεί ως μικροπαράβαση λες και επρόκειτο για κλοπή ποδηλάτου από ποιο; Από έναν αστυνομικό του Αστυνομικού Σταθμού Λάνειας και όχι από έμπειρους ανακριτές του ΤΑΕ Λεμεσού που διερευνούν σοβαρά ποινικά αδικήματα. Από εδώ άρχισε το κακό…”
Ο κύριος Μάτσας υπέδειξε τη συμβολή της κυρίας Αντριάνας στην διεκδίκηση της αλήθειας για τον θάνατο του παιδιού της και τον διαρκή αγώνα που κατέβαλε, ο οποίος οδήγησε σε εκταφή των οστών και στη διαπίστωση ότι πρόκειται για έγκλημα. Διευκρίνισε ωστόσο, ότι η απόφαση για παράδοση του πορίσματος στην οικογένεια του Θανάση εναπόκειται στον Γενικό Εισαγγελέα και ότι ο ίδιος δεν θα είχε κανένα απολύτως πρόβλημα.
“Την επισκέφτηκα στο σπίτι της δύο φορές και αντιλήφθηκα πλήρως το μέγεθος του δράματος που ζει αυτή η γυναίκα και ολόκληρη η οικογένεια της και δικαιολογημένα. Πρώτα, γιατί έχασαν το παιδί τους έναν λαμπρό νέο και επιστήμονα που υπηρετούσε τη θητεία του στην Εθνική Φρουρά και δεύτερο, γιατί όλα αυτά τα χρόνια δυστυχώς από την αρχή και όπως είπε και ο Γενικός Εισαγγελέας μακάρι να μπορούσαμε να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, η διερεύνηση ήταν αμελέστατη και το αποτέλεσμα ήταν να καταστεί εξαιρετικά δύσκολος ο εντοπισμος και η ανεύρεση των ενόχων. Ήταν ανεπαρκής, αμελέστατη και ύποπτη από την πρώτη στιγμή. Θα πω σε αυτή τη γυναίκα οτιδήποτε αισθάνεται και λέει είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Δεν έγινε αντικειμενική, ολοκληρωμένη και σωστή έρευνα από την αρχή αυτής της υπόθεσης και συνέχισε μέχρι και αρκετά χρόνια. Μετά την εκταφή, μετά από πολλές προσπάθειες και αγώνες της κυρίας Αντριάνας και απόφαση του ΕΔΑΔ για επίρριψη ευθυνών στην ιατροδικαστική εξέταση και αστυνομική έρευνα, αποφάσισαν να γίνει η εκταφη, από την οποία προέκυψαν αδιάσειστα στοιχεία πλέον, ότι δεν υπάρχει περίπτωση αυτοκτονίας, αλλά ήτο καθαρά θέμα φόνου.”
Ο ποιινικός ανακριτής εξήγησε επίσης τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί από την πρώτη στιγμή του τραγικού συμβάντος, προκειμένου σήμερα να μην υπάρχουν κενά και παραλείψεις που να καθιστούν δύσκολη έως αδύνατη την καταδίκη των ενόχων.
“Ήταν αυταπόδεικτο ότι ήταν φόνος, αλλά δεν έγιναν οι κατάλληλες ενέργειες και όταν δεν γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες και εξετάσεις για DNA στα νύχια, στο εσωτερικό του αυτοκινήτου του θύματος, όταν δεν λήφθηκαν καταθέσεις που να επιβεβαιώνουν ή να αποκλείουν τους ισχυρισμούς κάποιων υπόπτων για το που βρίσκονταν το βράδυ πριν το φόνο και πάρα πολλά άλλα. Δεκαεπτά χρόνια μετά είναι πάρα πολύ δύσκολο. Δεν λήφθηκαν τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, τα οποία όπως μας είπαν από την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, διαγράφονται. Δεν μπορούσαμε να έχουμε αυτά τα δεδομένα και ήταν τόσες πολλές οι παραλείψεις που δυστυχώς κατέστησαν την έρευνα για εντοπισμό των υπόπτων ή ενόχως, αδύνατη. Σε τέτοιες περιπτώσεις που αφορούν σε φόνο, το πιο σοβαρό αδίκημα, πρέπει να γίνονται ενέργειες αμέσως για να εξασφαλιστούν διατάγματα σύλληψης, να συλλαμβάνονται ύποπτοι, να εξασφαλίζεται μαρτυρία, να ανακρίνονται από έμπειρους ανακριτές και ανάλογα με το τι θα πουν και το τι υλικό θα εξασφαλιστεί, χωρίς καθυστέρηση, να προχωρούν οι έρευνες για στοιχειοθέτηση ενός αδικήματος για να παρουσιαστεί στο δικαστήριο, τέτοια πράγματα δεν έγιναν.”
Ο κύριος Μάτσας αποκάλυψε ότι η εισήγηση που περιλαμβάνει το πόρισμα προς τον Γενικό Εισαγγελέα για ποινικές διώξεις, αφορά σε τρία μέλη της Αστυνομίας που έχουν αφυπηρετήσει και ένα πολίτη ο οποίος διαδραμάτισε τον “πλέον καθοριστικό ρόλο.”