Τουρκοκυπριακά πολιτικά κόμματα, κοινωνικοί φορείς και Τουρκοκύπριοι δημοσιογράφοι, με νέες δημόσιες τοποθετήσεις εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στον δημοσιογράφο Αλί Κισμίρ, ο οποίος αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της «φυλάκισης» έως και 10 έτη.
Εκ μέρους του τ/κ Κόμματος Κοινοτικής Δημοκρατίας (ΚΚΔ), η γενική γραμματέας του κινήματος, Μινέ Ατλί καταδίκασε τη «δίκη» που ξεκινά στα κατεχόμενα εναντίον του κ. Κισμίρ με αφορμή ένα άρθρο γνώμης, που κυκλοφόρησε την περίοδο της ανάδειξης του νέου ηγέτη των Τουρκοκυπρίων.
«Η ποινική υπόθεση που ξεκίνησε εναντίον του Αλί Κισμίρ έρχεται σε αντίθεση με την ελευθερία της έκφρασης, ανεξάρτητα από το αν ο Κισμίρ θα καταδικαστεί ή όχι», τονίζει η Τ/κ νομικός και πολιτικός, η οποία προσθέτει ότι «δεν ξέρουν ότι οι άνθρωποι αυτής της χώρας έχουν θυσιάσει τη ζωή τους για την υπεράσπιση της ελευθερίας τους. Όσο εκείνοι έρχονται καταπάνω μας, για να μας σωπάσουν, εμείς θα βροντοφωνούμε ελευθερία».
Για το ίδιο ζήτημα, το τ/κ Σοσιαλιστικό Κόμμα Κύπρου (ΣΚΚ), σε σχετική τοποθέτηση του ανέφερε ότι «οι απαρχαιωμένες διατάξεις του νόμου, που περιορίζουν τα ΜΜΕ και αποτελούν βάση για πολλές δίκες, πρέπει να καταργηθούν».
Για την υπόθεση Κισμίρ τοποθετήθηκε και η τ/κ συντεχνία των εργαζομένων της «αρχής του ηλεκτρισμού», «El-Sen». Ο πρόεδρος της συντεχνίας, Κουμπιλάϊ Όζκιρατς αντιδρώντας στη «δίκη» εναντίον του Τ/κ δημοσιογράφου, ανέφερε ότι «καταδικάζουμε το γεγονός ότι ο Αλί Κισμίρ οδηγείται σε μια δίκη με το αίτημα της δεκαετούς φυλάκισης. Πιστεύουμε ότι αυτή η εξέλιξη και όλες οι άλλες πιέσεις συνιστούν απόπειρα ποδηγέτησης της ελευθερίας έκφρασης. Προειδοποιούμε ότι δεν θα υποκύψουμε στις στρατηγικές καταπίεσης και εκφοβισμού και δεν θα αφήσουμε μόνο του κανέναν πατριώτη».
Τ/κ δημοσιογράφοι στο πλευρό του Κισμίρ
Στη νέα «δίκη» αντέδρασε και ο Τ/κ δημοσιογράφος, Τζενκ Μουτλούγιακαλι, δια μέσου της σημερινής στήλης του στη «Γιενί Ντουζέν». O Τ/κ δημοσιογράφος στο άρθρο γνώμης του αναφέρει ότι «Το «Λευκό Σπίτι» είναι μια ειδική τοποθεσία στον Πενταδάχτυλο που ελέγχουν οι δυνάμεις ασφαλείας. Το ονομάζουν «στρατιωτικό καζίνο». Στην πραγματικότητα είναι ιδιοκτησία του Βύρωνα Παυλίδη. Σε αυτήν την τοποθεσία έλαβε χώρα παρέμβαση στις εκλογές, στις οποίες οι Τουρκοκύπριοι θα αναδείκνυαν τον μοναδικό διεθνώς αναγνωρισμένο εκπρόσωπο τους».
Στη συνέχεια ο κ. Μουτλούγιακαλι γράφει τα εξής: «Ο Αλί Κισμίρ διώκεται ποινικά από την αστυνομία για φερόμενη δυσφήμιση της πνευματικής προσωπικότητας των Δυνάμεων Ασφαλείας. (Ωστόσο) είναι η βούληση, η ιστορία, η αξιοπρέπεια αυτής της κοινωνίας, η οποία ταπεινώθηκε και γελοιοποιήθηκε. Θα βάλουν έναν δημοσιογράφο στη φυλακή επειδή τους το θύμισε αυτό. Ας ζητήσουν πρώτα συγγνώμη από τον λαό αυτής της χώρας. (Διαφορετικά) θα γκρεμίσουμε την Κύπρο στο κεφάλι σας».
Ο Ακιντζί τοποθέτηθηκε για την υπόθεση Κισμίρ
Ο τέως ηγέτη των Τ/κ με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκφράζει την αλληλεγγύη του στον Τουρκοκύπριο δημοσιογράφο, Αλί Κισμίρ.
Ο Μουσταφά Ακιντζί, αναφερόμενος στη νέα «δίκη» που αντιμετωπίζει ο κ. Κισμίρ, δηλώνει τα εξής: «Πριν από τις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου 2020, ο Τούρκος πρέσβης, συνοδευόμενος από τον διοικητή του σώματος και τον (τοπικό) αρχηγό των Τουρκικών Μυστικών Υπηρεσιών (ΜΙΤ), συναντήθηκε στο στρατιωτικό κτίριο που ονομάζεται Λευκό Σπίτι με ορισμένους βουλευτές του Κόμματος Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ). Σε αυτήν τη συνάντηση μεταβιβάστηκαν στους νομοθέτες, με το κατάλληλο ύφος, οι οδηγίες της Άγκυρας. Εκείνη την περίοδο, η εξέλιξη βρήκε αντίκτυπο στον Τύπο μονάχα με αναφορά στον πρέσβη. Ωστόσο, εμείς μοιραστήκαμε την πραγματικότητα με την κοινωνία μας και ενημερώσαμε ότι προσκαλέσαμε τον απεσταλμένο (της Τουρκίας) στην Προεδρία και διαμαρτυρηθήκαμε για την εξέλιξη».
Στη συνέχεια, ο Τ/κ τέως ηγέτης αναφέρει, «επιτρέψτε μου να δηλώσω ότι ο δημοσιογράφος Αλί Κισμίρ δεν είναι αυτός που θα έπρεπε να δικαστεί. Αυτοί που πρέπει να δικαστούν είναι αυτοί που θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στο κράτος, το οποίο ισχυρίζονται ότι αναγνωρίζουν, με κάθε είδους αντιδημοκρατική μέθοδο. Μπορεί να μην υπάρχει σήμερα δικαστήριο (που θα εκδικάσει αυτήν την υπόθεση), ωστόσο δεν είναι δυνατόν να απαλλαγούμε από την κρίση της ιστορίας».