Του Γιώργου Χρυσάνθου
Πυρετός διεργασιών στη Νομική Υπηρεσία, η οποία ψάχνει τον τρόπο για τον χειρισμό σοβαρών υποθέσεων, μετά την απόφαση του Ανωτάτου το οποίο έκρινε ότι η κατακράτηση και συνεπώς η αποκάλυψη τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, αντιβαίνει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.
Η Γενική Εισαγγελία προχωρά σε ενίσχυση της ομάδας νομικών που μετά την επιτυχημένη προσφυγή δικηγόρων στο Ανώτατο, πιστεύοντας ότι με συγκεκριμένες τροποποιήσεις στον βασικό νόμο του 2007, θα βρει το παραθυράκι ώστε να συνεχίσει να στήνει υποθέσεις στη βάση και τηλεπικοινωνιακών δεδομένων.
Επειδή όμως υποθέσεις τρέχουν, και οι όποιες αλλαγές θα πάρουν χρόνο, γίνεται αυτή τη στιγμή επεξεργασία των δεδομένων για κάθε υπόθεση ξεχωριστά.
Είναι από την μια η διαχείριση υποθέσεων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό εκδίκαση στο δικαστήριο και στηρίζονται στα ευρήματα από τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα υπόπτων. Είναι όμως από την άλλη και οι υπό διερεύνηση υποθέσεις που μέχρι και σήμερα στήριζαν οι ανακριτές στα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα που κατάφερναν να εξασφαλίσουν, και τα οποία μετά την απόφαση του Ανωτάτου, κρίνονται ως μη αποδεκτά στο δικαστήριο.
ΠΙΣΩ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ Το μήνυμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι δηλαδή είναι παράνομη η γενική χρήση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων για την στοιχειοθέτηση υπόθεσης, έφτασε σε όλες τις χώρες, ανάμεσα τους βεβαίως και στην Κύπρο, τον Δεκέμβριο του 2016, όταν δικαστήριο στο Λουξεμβούργο αποφάνθηκε σε υπόθεση καταδίκης πολίτη, ότι η απόφαση:
AdvertisementΓιάννης Νεάρχου – Νομικός “Παραβίαζε το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, παραβίαζε το δικαώμα επικοινωνίας και το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης.”
Στην Κύπρο τώρα – μετά από την απόφαση του δικαστηρίου στο Λουξεμβούργο – έγινε προσφυγή σε μια υπόθεση, με αποτέλεσμα τον Απρίλιο του 2018 να κριθεί από το εφετείο ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εξέταση στη βάση της ευρωπαϊκής απόφασης.
Ωστόσο σύμφωνα με τον νομικό Γιάννη Νεάρχου, ο οποίος διαχειρίστηκε την εν λόγω υπόθεση, η Νομική Υπηρεσία διάλεξε την πιο κάτω οδό:
AdvertisementΓιάννης Νεάρχου – Νομικός “Έκρινε ότι θα ήταν καλύτερα να μην προχωρήσει την ποινική διαδικασία, για να μην έχει αντικείμενο η υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Για το θέμα είχε μάλιστα προχωρήσει σε συστάσεις από το 2017 – αμέσως μετά την ευρωπαϊκή απόφαση – και το Γραφείο της Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικού Χαρακτήρα.
AdvertisementΕιρήνη Λοϊζίδου – Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα“Δεν μπορεί να διατηρούνται δεδομένα αδιακρίτως και γενικώς λέει αυτή η απόφαση. Λέει λοιπόν το δικαστήριο της ΕΕ ότι πρέπει να υπάρχει στοχευμένη διατήρηση.”
Την ίδια ώρα που ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος παραδέχεται ότι πλέον το έργο της Αστυνομίας περιπλέκεται.
Χρίστος Κληρίδης – Πρόεδρος Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου“Δεν μπορώ να πω ότι δυσκολεύεται το έργο της Αστυνομίας, διότι βάζουμε στο ισοζύγιο τα ατομικά δικαιώματα και το δημόσιο συμφέρον. Εδώ η πλάστιγγα κλείνει υπέρ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Άρα η Αστυνομία να κάνει τη δουλειά της με άλλο τρόπο.”
Να σημειωθεί την ίδια ώρα, ότι σύμφωνα με την άποψη νομικών, για υποθέσεις οι οποίες εκδικάστηκαν ήδη στη βάση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, δεν υπάρχει δυνατότητα αναθεώρησης των αποφάσεων, αφού η Κύπρος δεν έχει στην ποινική δικονομία πρόνοια για αναψηλάφηση δικαστικών υποθέσεων. Οι καταδικασθέντες διατηρούν ωστόσο το δικαίωμα προσφυγής στο ΕΔΑΔ.