Μη ικανοποιητικά αποτελέσματα των εξετάσεων τετραμήνων και των Παγκυπρίων Εξετάσεων στα Μαθηματικά, μη ικανοποιητικό επίπεδο των γνώσεων στα Μαθηματικά των πρωτοετών φοιτητών, αδυναμία κατανόησης κειμένου ή πρότασης και δυσκολία στην επίλυση προβλήματος διαπιστώνουν από κοινού το Τμήμα Μαθηματικών & Στατιστικής του Πανεπιστημίου Κύπρου, η Κυπριακή Μαθηματική Εταιρεία (ΚΥ.Μ.Ε.) και ο Σύνδεσμος Μαθηματικών Κύπρου (Σ.ΜΑ.Κ).
Σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση των τριών φορέων, διαπιστώνουν “δυσκολία στην περιγραφή μιας κατάστασης ή στην ακριβή διατύπωση ορισμών και προτάσεων, ότι ο διδακτικός χρόνος του σχολικού έτους περιορίζεται με την εφαρμογή εξετάσεων τετράμηνων και ότι υπάρχει έλλειψη καλλιέργειας της κριτικής σκέψης.
Διαπιστώνουν, επίσης, “έλλειψη σύνδεσης της μαθηματικής γνώσης με εφαρμογές στις άλλες θετικές επιστήμες και στην Τεχνολογία ενώ η μορφή και η δομή των εξεταστικών δοκιμίων δεν προάγει την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, της αποκλίνουσας-δημιουργικής σκέψης, την επίλυση προβλήματος και τη διεπιστημονικότητα (αυθεντική αξιολόγηση)”.
Στις διαπιστώσεις περιλαμβάνεται και το ότι “οι μαθητές αφιερώνουν ελάχιστο χρόνο μελέτης, εμβάθυνσης και κατανόησης των Μαθηματικών εννοιών γιατί ασχολούνται, κυρίως στη φροντιστηριακή τους ενασχόληση, με τυποποιημένες γνώσεις, διαδικασίες ρουτίνας και επίλυση ασκήσεων ιδίου τύπου με των δοκιμίων εξετάσεων”.
Τέλος κοινή διαπίστωση είναι ότι “η πανδημία covid 19 έχει επηρεάσει σημαντικά στον γνωσιολογικό τομέα τα Μαθηματικά”.
Πανεπιστήμιο Κύπρου, Μαθηματική Εταιρεία και Σύνδεσμος Μαθηματικών Κύπρου εισηγούνται όπως «δοθεί έμφαση στην κατανόηση εννοιών και όχι στη ‘στεγνή’ μάθηση διαδικασιών, αυτοματισμών και υπερβολική ενασχόληση με ασκήσεις ενώ η διδασκαλία πρέπει να αναπτύσσει μαθηματικές διεργασίες και πρακτικές, όπως συλλογισμούς, μοντελοποίηση, αναστοχασμό , επίλυση προβλήματος και άλλα».
Επίσης, όπως αναφέρει η κοινή ανακοίνωση, «απαιτείται να υπάρχει στη διαδικασία μάθησης διαθέσιμος χρόνος ώστε να χρησιμοποιούνται ενναλακτικές μέθοδοι, μοντέλα διδασκαλίας και δραστηριότητες καθώς και θεσμοθετημένη τακτική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που είναι απαραίτητο στοιχείο για την επιτυχή προσέγγιση και επίτευξη των μαθησιακών στόχων».
Στις εισηγήσεις περιλαμβάνεται και το να δημιουργηθούν «βιβλία για τον καθηγητή» σε όλα τα επίπεδα Γυμνάσιο-Λύκειο και να δίνονται γραπτώς οδηγίες διδακτικών προσεγγίσεων από την Επιθεώρηση Μαθηματικών για όλες τις ενότητες που προβλέπει το Αναλυτικό πρόγραμμα.
Πρέπει, επίσης, «να γίνονται βελτιώσεις και διορθώσεις και εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων εγχειριδίων ενώ καλό θα ήταν να γίνεται αξιοποίηση και άλλων πηγών μαθηματικής γνώσης έντυπων ή ηλεκτρονικών».
Οι τρεις φορείς εκτιμούν ότι «απαιτείται μελέτη για αναμόρφωση των εξεταστικών δοκιμίων, τόσο όσον αφορά τη γραπτή διαμορφωτική και τελική αξιολόγηση σε Γυμνάσιο και Λύκειο όσο και στα δοκίμια που στοχεύουν στη συγκριτική αξιολόγηση για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση» και για αυτό προτείνουν «να ληφθούν υπόψη και πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών με στόχο τη βελτίωση της δομής και του περιεχομένου των δοκιμίων».
Αναφέρουν και το ότι «τα αναλυτικά προγράμματα στην εκπαίδευση γενικά και στα Μαθηματικά ειδικότερα πρέπει να είναι μια εξελισσόμενη δυναμική διαδικασία που να εξυπηρετεί τους στόχους της Εκπαίδευσης για ορισμένο χρονικό διάστημα».
Τα μέλη της Κυπριακής Μαθηματικής εταιρείας, του Συνδέσμου Μαθηματικών Κύπρου και του Τμήματος Μαθηματικών και Στατιστικής του Πανεπιστημίου Κύπρου, εκφράζουν ετοιμότητα και προθυμία να συμβάλουν όπου και όποτε κριθεί απαραίτητο με τις προτάσεις τους με σκοπό την αναβάθμιση και της βελτίωση της μαθηματικής παιδείας στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου.