Οποιαδήποτε υπονοούμενα περί μη πλήρους και / ή αντικειμενικής διερεύνησης καταγγελιών απορρίπτονται ως απαράδεκτα και προσβάλλοντα άμεσα αρχές και θεσμούς, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης, σε σχέση με τις σημερινές δηλώσεις εκ μέρους της ΟΠΑΠ Κύπρου.
“Τα οποιαδήποτε υπονοούμενα περί μη πλήρους και / ή αντικειμενικής διερεύνησης καταγγελιών, απορρίπτονται ως απαράδεκτα και προσβάλλοντα άμεσα αρχές και θεσμούς, οι οποίοι θα πρέπει να αφεθούν απερίσπαστοι μακράν από πιέσεις και εκφοβισμούς να επιτελέσουν τα καθήκοντα τα οποία τους έχουν ανατεθεί”, ανέφερε ο κ. Κληρίδης.
Υπενθυμίζεται πως όπως αναφέρθηκε σε σημερινή δημοσιογραφική διάσκεψη, η ΟΠΑΠ Κύπρου κατήγγειλε στην Αστυνομία, την Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και την Κεντρική Τράπεζα ενέργειες του Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη, και τρίτου προσώπου, που πιθανόν, όπως αναφέρει, να αποτελούν ποινικά αδικήματα και παραβιάσεις νομοθεσιών για την προστασία προσωπικών δεδομένων, τραπεζικού απορρήτου, αλλά και για πιθανή υποκλοπή και μετάδοση ιδιωτικών επικοινωνιών της εταιρείας.
Δεν εκφοβίζεται λέει η Ελεγκτική Υπηρεσία Η Ελεγκτική Υπηρεσία θα συνεχίσει το έργο της και δεν εκφοβίζεται από τέτοιες ενέργειες όπως η σημερινή ανακοίνωση του ΟΠΑΠ, αναφέρεται σε ανακοίνωση της Υπηρεσίας.
Στην ανακοίνωση σημειώνεται πως “ο Γενικός Ελεγκτής έγινε το 2016 δέκτης καταγγελίας σε σχέση με σοβαρά ποινικά αδικήματα που, σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, διέπραξε η ιδιωτική εταιρεία ΟΠΑΠ και ιδιωτικός ελεγκτικός οίκος. Η καταγγελία σχετιζόταν με τη συμφωνία του ΟΠΑΠ με την Κυπριακή Δημοκρατία, στα πλαίσια διακρατικής συμφωνίας, και αφορούσε, μεταξύ άλλων, θέματα που αφορούν τις εισπράξεις της Δημοκρατίας από τον ΟΠΑΠ. Ως εκ τούτου, το θέμα της καταγγελίας ενέπιπτε κατ’ απόλυτο τρόπο στις αρμοδιότητες της Ελεγκτικής Υπηρεσίας”, προστίθεται.
Όπως αναφέρεται, “ακολούθησε συνεργασία της Ελεγκτικής Υπηρεσίας με το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας, το οποίο έχει την ευθύνη ελέγχου της διακρατικής συμφωνίας. Ο ΟΠΑΠ προέβαλε προσκόμματα στον ζητούμενο έλεγχο. Τα στοιχεία της αρχικής καταγγελίας, και άλλα σχετικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα οικονομικές καταστάσεις ή άλλα που είχαν στο μεταξύ συλλεγεί από το Γενικό Λογιστήριο, υποβλήθηκαν καθηκόντως στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ώστε να εξετάσει το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων”, σημειώνει η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Εξάλλου σημειώνει πως “όπως αναφέρεται σε σχετική Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 8.11.2017 στην Πολιτική Αίτηση αρ. 99/2017 που ακολούθησε, η αστυνομία εξετάζει τα αδικήματα της συνωμοσίας για καταδολίευση, της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, της πλαστογραφίας, της κυκλοφορίας πλαστών εγγράφων και της δόλιας ιδιοποίησης ή τήρησης ψευδών λογαριασμών, τα οποία ενδεχομένως να διαπράχθηκαν σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας”.
Στην ανακοίνωση τονίζεται ακόμη ότι “καμία παραβίαση προσωπικών δεδομένων, καμία άρση ή παραβίαση του τραπεζικού απορρήτου και φυσικά καμία υποκλοπή ή μετάδοση ιδιωτικών επικοινωνιών της εταιρείας ή οποιουδήποτε προσώπου δεν έγινε από την Ελεγκτική Υπηρεσία”.
“Η Ελεγκτική Υπηρεσία θα συνεχίσει το έργο της και δεν εκφοβίζεται από τέτοιες ενέργειες όπως η σημερινή ανακοίνωση του ΟΠΑΠ. Υπενθυμίζεται ότι, πέραν των πιο πάνω ενδεχόμενων αδικημάτων εις βάρος της Δημοκρατίας, έχει διαφανεί ότι η εφαρμογή της διακρατικής συμφωνίας γινόταν με τρόπο ώστε ο ΟΠΑΠ να καρπωθεί δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα που κανονικά θα έπρεπε να είχε αποδώσει στην Δημοκρατία”, καταλήγει η ανακοίνωση της Υπηρεσίας.