Σε επιφυλακή ενόψει της παράνομης επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου στα κατεχόμενα στις 20 Ιουλίου βρίσκονται Αθήνα και Λευκωσία. Ενδεικτικά τα όσα ανέφερε μιλώντας στην εφημερίδα RealNews ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Δένδιας.
«Ευελπιστώ ότι θα έχουμε ένα σχετικά ήρεμο καλοκαίρι στο Αιγαίο, δίχως νέες προκλήσεις. Αυτό ήταν το συμπέρασμα που προέκυψε από την πρόσφατη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο. Δυστυχώς, όσον αφορά την Κύπρο και ενόψει της επετείου της εισβολής στις 20 Ιουλίου, δεν θα μπορούσα να πω το ίδιο. Πρέπει να βρισκόμαστε σε διαρκή επιφυλακή», υποστήριξε ο κ. Δένδιας.
Ο κ. Δένδιας υπογράμμισε ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές ότι «η Ελλάδα απορρίπτει οποιαδήποτε πρόταση δεν εντάσσεται στο πλαίσιο που ορίζουν οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ήτοι δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία. Τη θέση αυτή συμμερίζονται όλα τα κράτη του ΟΗΕ, με εξαίρεση την Τουρκία». «Δυστυχώς τόσο η τουρκική στάση όσο και η στάση της τουρκοκυπριακής κοινότητας δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας», υποστήριξε.
Σχολιάζοντας την πρόσφατη επιστολή που απέστειλε η Τουρκία στον ΟΗΕ, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι με τη συγκεκριμένη επιστολή η Τουρκία «επαναλαμβάνει τις πάγιες μονομερείς διεκδικήσεις της εναντίον της χώρας μας τις οποίες απορρίπτουμε στο σύνολό τους. Θα απαντηθεί καταλλήλως ως είθισται».
Όπως σημείωσε, μπορεί η συνάντηση του ‘Ελληνα Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο όσο και οι επαφές του κ. Δένδια με τον κ. Τσαβούσογλου να επέτρεψαν «να σπάσει ο πάγος», αλλά «δεν επήλθε καμία σημαντική πρόοδος στις σχέσεις των δύο χωρών». «Οι θέσεις μας παραμένουν εκ διαμέτρου αντίθετες. Η διαφορά μας υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει: η Τουρκία αρνείται να σεβαστεί τους βασικούς κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, του Δικαίου της Θάλασσας των σχέσεων καλής γειτονίας και να αποσύρει την απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας. Δεν τρέφουμε αυταπάτες», σημείωσε ο κ. Δένδιας.
Στο ζήτημα της Λιβύης, ερωτηθείς για το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν προσκλήθηκε στην πρόσφατη Διάσκεψη του Βερολίνου, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι η θέση της Ελλάδας παραμένει ότι θα έπρεπε να έχει προσκληθεί.
«Τόσο λόγω γειτνίασης όσο και λόγω της παρουσίας μας στο έδαφος μέσω της πρεσβείας και του προξενείου, καθώς και των συνεχών επαφών με τη λιβυκή πλευρά, κρίνουμε ότι έπρεπε να είχαμε προσκληθεί. Δυστυχώς η γερμανική πλευρά είχε άλλη άποψη και για τον λόγο αυτό εκφράσαμε την έντονη δυσαρέσκειά μας προς το Βερολίνο», επισήμανε.
Τέλος, αναφορικά με τα μνημόνια συνεργασίας που αφορούν τη Συμφωνία των Πρεσπών και των οποίων η κύρωση εκκρεμεί από την ελληνική Βουλή, καθώς και τις πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ζάεφ που οδήγησαν την ελληνική πλευρά στο πάγωμα της κύρωσης αυτών των μνημονίων, ο κ. Δένδιας σημείωσε ότι η τήρηση του γράμματος και του πνεύματος της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι αναγκαία.
«Το ότι υπήρχαν προβληματικά σημεία στην ίδια τη Συμφωνία είναι γνωστό και η Νέα Δημοκρατία, τότε ως αντιπολίτευση, είχε εκφράσει εγκαίρως την αντίθεσή της επί των συγκεκριμένων άρθρων. Αλλά η Συμφωνία των Πρεσπών έχει τεθεί σε ισχύ και πρέπει να εφαρμόζεται με ορθό τρόπο. Αν και έχουν γίνει αρκετά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή, υπάρχουν ακόμα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης τόσο από δημόσιους όσο και από ιδιωτικούς φορείς. Θα πρέπει να μη γίνονται άστοχες δηλώσεις που προκαλούν συναισθηματικές αντιδράσεις στον ελληνικό λαό. Τέτοιες δηλώσεις δεν βοηθούν στη βελτίωση του κλίματος των διμερών σχέσεων και σίγουρα δεν ενισχύουν την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας», κατέληξε ο κ. Δένδιας.