Επιβεβαιώνεται η ύπαρξη σύγκρουσης συμφέροντος, αλλά δεν υπάρχει επαρκής μαρτυρία για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της διαφθοράς αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία, αναφορικά με την ανακοίνωση της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, για τις τρεις καταγγελίες στις οποίες προέβηκε ο Γενικός Ελεγκτής, Οδυσσέας Μιχαηλίδης, για τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη.
Συγχαίροντας την Aρχή για την έκθεσή της και τον επαγγελματισμό με τον οποίο ενήργησαν, η Αρχή, και οι Λειτουργοί Επιθεώρησης, η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει ότι στην ουσία του πορίσματος επιβεβαιώνεται η ύπαρξη σύγκρουσης συμφέροντος και η άμεση ανάγκη άρσης του ανέλεγκτου του Γενικού Εισαγγελέα. “Η παρούσα υπόθεση είναι η δεύτερη, μετά την υπόθεση του παυθέντος τέως Γενικού Εισαγγελέα, που αποδεικνύει ότι το ανέλεγκτο δεν συνάδει με πρακτικές κράτους που ισχυρίζεται ότι επιθυμεί να πατάξει τη διαφθορά”, υπογραμμίζει.
Όπως σημειώνει, “όπως έχει επιβεβαιωθεί πλέον από την Αρχή, ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα ήταν στο πρόσφατο παρελθόν προσωπικά δικηγόρος σε πρόσωπο που κατηγορείτο για πολύ σοβαρό κακούργημα. Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι το όνομα του προσώπου αυτού είναι σπάνιο και καθόλου κοινότυπο. Ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα ανέστειλε την ποινική δίωξη του προσώπου αυτού επειδή, όπως ισχυρίστηκε, δεν είχε αντιληφθεί ότι επρόκειτο για τον πρώην πελάτη του”.
Η Αρχή υιοθετεί το Πόρισμα των Λειτουργών Επιθεώρησης ότι υπήρξε μεν σύγκρουση συμφέροντος αλλά ότι δεν υπάρχει επαρκής μαρτυρία για την ύπαρξη αδικημάτων διαφθοράς, συνεχίζει στην ανακοίνωσή της της ΕΥ. “Δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε την κατάληξη αυτή. Ακόμη όμως κι αν υιοθετήσει κανείς τη θέση για μη ύπαρξη επαρκούς μαρτυρίας για έναρξη διερεύνησης ποινικών αδικημάτων, τούτο (με κάθε σεβασμό στο τεκμήριο της αθωότητας) δεν αποκλείει το ενδεχόμενο κατάχρησης εξουσίας που απλώς δεν ήταν δυνατό να στοιχειοθετηθεί”, αναφέρει.
Προσθέτει ότι “τα γεγονότα εύλογα καταδεικνύουν τον μη σοβαρό και ουδόλως τεκμηριωμένο τρόπο με τον οποίο αποφασίζονται αναστολές ποινικών διώξεων”.
Στο μεταξύ, ενώπιον της Αρχής εκκρεμούν άλλες τρεις καταγγελίες που υπέβαλε η ΕΥ σε σχέση με αναστολές ποινικών διώξεων. Η πρώτη αφορά ισχυρισμούς σε σχέση με τη συμπεριφορά του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα για την υπόθεση του μαύρου βαν παράνομων παρακολουθήσεων και σχετίζονται και πάλι με θέματα σύγκρουσης συμφέροντος. Η δεύτερη, όπως σημειώνει η ανακοίνωση, άπτεται της διερεύνησης σοβαρής μορφής φορολογικών θεμάτων εταιρείας συμφερόντων προσώπων που ασκούν δημόσια επιρροή.
“Αυτή η υπόθεση αποτελεί εύρημα ελέγχου της Υπηρεσίας μας και είχε εντοπιστεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο ελέγχων για το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα (ΚΕΠ). Θεωρούμε το θέμα ως πάρα πολύ σοβαρό γιατί η κατάληξη των χειρισμών ήταν να εμποδιστούν οι φορολογικές αρχές από τον έλεγχο εταιρείας. Η ίδια εταιρεία ήταν αντικείμενο πολύ σοβαρών ευρημάτων μας και σε σχέση με το ΚΕΠ, τα οποία η Νομική Υπηρεσία δεν έκρινε αναγκαίο να διερευνήσει”, αναφέρει.
Επιπλέον, η τρίτη υπόθεση αφορά την αναστολή ποινικών διώξεων πέντε φυσικών προσώπων που κατηγορούνταν για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, της τήρησης ψευδών λογαριασμών, της κλοπής από διευθυντή και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όλα στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης και εις βάρος του δημοσίου.
Όπως αναφέρει η ΕΥ, οι κατηγορούμενοι, οκτώ αρχικά, αιτήθηκαν από το δικαστήριο διακοπή της διαδικασίας και απαλλαγή τους. Τον Μάρτιο του 2021 το Δικαστήριο έκανε δεκτό το αίτημα των δύο, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί πριν σε άλλη, παρόμοια υπόθεση αλλά απέρριψε το αίτημα των άλλων έξι, τονίζοντας ότι, «το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει την συνέχιση και όχι τη διακοπή της παρούσας υπόθεσης.».
Αμέσως μετά ο ένας εκ των έξι παραδέχθηκε ενοχή και του επιβλήθηκε ποινή. “Τρεις μήνες μετά, τον Ιούνη του 2021, δηλαδή πριν προλάβει να στεγνώσει το μελάνι της πένας του δικαστή, ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα ανέστειλε την ποινική δίωξη των άλλων πέντε, ενεργώντας αντίθετα από τη βούληση του Δικαστηρίου να εκδικάσει την υπόθεση. Ο αδελφός ενός εκ των πέντε είναι γνωστός δικηγόρος”, αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΥ.
Η Υπηρεσία σημειώνει ότι τα πιο πάνω αναφέρονται, καθώς, στις 22.5.2023, μετά τη δημοσιοποίηση του γεγονότος ότι η Υπηρεσία είχε διαβιβάσει καταγγελία στην Αρχή, ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα είχε εκδώσει ανακοίνωση στην οποία, εν είδει απειλής, έκανε αναφορά σε «εσκεμμένη προσπάθεια στοχοποίησης», «επικίνδυνη συμπεριφορά» και «αυθαιρεσία και κακοπιστία», στα οποία πρέπει να «δοθεί ένα τέλος».
Ακολούθησαν την επόμενη ημέρα, όπως σημειώνει, ανάλογοι “απαράδεκτοι” χαρακτηρισμοί και κατηγορίες από τον ίδιο τον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος μάλιστα, μιλώντας στις 7.9.2023 σε εκπομπή του ΡΙΚ “είχε απειλήσει ευθέως τον Γενικό Ελεγκτή, δηλώνοντας ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο για παύση του Γενικού Ελεγκτή, αν η Αρχή απορρίψει τις κατηγορίες για τον Βοηθό του”.
“Θεωρούμε ότι πλέον οι πολίτες μπορούν να αντιληφθούν ποιοι είναι οι λόγοι που συχνά οδηγούν σε ευθεία σύγκρουσή μας με την Νομική Υπηρεσία”, τονίζει η ΕΥ.
Καλεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να επισπεύσει την υλοποίηση όσων περιλαμβάνονται στο προεκλογικό του πρόγραμμα και όσα κατ’ επανάληψη έχουν συστήσει η Ομάδα GRECO και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω της Έκθεσής της για το Κράτος Δικαίου: άμεσο διαχωρισμό των εξουσιών του δημόσιου κατήγορου και του νομικού συμβούλου και άμεση κατάργηση του ανέλεγκτου στη μη έναρξη και στην αναστολή ποινικών διώξεων.
“Δυστυχώς όμως, μέχρι σήμερα, η Κυβέρνηση, αντί να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, επιχειρεί να διευρύνει έτι περαιτέρω τις εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα υπάγοντας την Ελεγκτική Υπηρεσία στις δικές του γνωματεύσεις και αποφάσεις”, σημειώνει.
Τέλος, η ΕΥ χαιρετίζει την κατάληξη της Αρχής στον ορισμό του τι αποτελεί «κατάχρηση εξουσίας», σημειώνοντας ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι κατάχρηση εξουσίας υπάρχει ακόμη και χωρίς ίδιον όφελος, που συνήθως είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί. “Αυτό ανοίγει τον δρόμο για την εξέταση πολύ μεγάλου αριθμού υποθέσεων που έχουμε διαβιβάσει στην Αρχή”, καταλήγει.