Οι δύο ηγέτες δημιούργησαν «ένα θετικό τόνο» στις σχέσεις τους, δήλωσε την Παρασκευή o Ειδικός Αντιπρόσωπος του ΓΓ του ΟΗΕ και Επικεφαλής της Ειρηνευτικής Δύναμης στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ, αναφερόμενος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, Ερσίν Τατάρ.
Σε δηλώσεις του στην κατεχόμενη Λευκωσία, μετά από συνάντηση που είχε με τον κ. Τατάρ, ο αξιωματούχος του ΟΗΕ είπε πως «πρόκειται για μια πολύ καλή αρχή και ελπίζουμε ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να οικοδομούμε πάνω σε αυτή.
Αναφερόμενος στην επικείμενη επίσκεψη της Αναπληρώτριας ΓΓ των Ηνωμένων Εθνών, για Πολιτικές και Ειρηνευτικές Υποθέσεις, την ερχόμενη εβδομάδα στην Κύπρο, ο κ. Στιούαρτ είπε ότι αυτό είναι ένα από τα πράγματα στα οποία η Ρόζμαρι ΝτιΚάρλο θα εστιάσει, καθώς «θα προσπαθήσει να δει ποια είναι τα επόμενα βήματα που μπορούν να συμφωνηθούν τα οποία μπορούν να ωθήσουν τα πράγματα προς τα εμπρός στην ειρηνευτική διαδικασία κατά τρόπο απτό».
Ο κ. Στιούαρτ χαρακτήρισε ως «πολύ καλή συνάντηση» τη σημερινή επαφή του με τον κ. Τατάρ. Ανέφερε ότι μεταβίβασε τα συλλυπητήριά του για όσους έχασαν τη ζωή τους στους φονικούς σεισμούς της Τουρκίας, περιλαμβανομένων Τ/κ.
Αναφερόμενος στον κ. Τατάρ είπε ότι τον ενημέρωσε ότι «σήμερα παραδώσαμε το έκτο φορτίο μας με προμήθειες βοήθειας μέσω του συντονιστικού κέντρου εδώ στο βορρά. Αυτές είναι προμήθειες που προέρχονται από μια πλειάδα ανθρώπων, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους που ζουν στο νότο, το προσωπικό του ΟΗΕ», σημείωσε ο κ. Στιούαρτ και αναφέρθηκε στην αλληλεγγύη που υπάρχει μετά τους σεισμούς.
Σχετικά με την κάθοδο της κ. ΝτιΚάρλο, ο κ. Στίουαρτ είπε ότι «ανυπομονεί να έρθει εδώ και να συνομιλήσει με τους δύο ηγέτες, για να πάρει μια αίσθηση του πού βρίσκονται οι εξελίξεις στην ειρηνευτική διαδικασία. Ο Γενικός Γραμματέας την έστειλε συνειδητά εδώ ως μέρος της συνεχιζόμενης δέσμευσής του για την ειρηνευτική διαδικασία στην Κύπρο και θα συνεχίσει να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση». Όπως είπε, ο ίδιος ο ΓΓ του ΟΗΕ συναντάται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο με τους ηγέτες στη Νέα Υόρκη, ενώ ανέφερε ότι «θα συνεχίσει να στέλνει ανώτερους αξιωματούχους από την έδρα του ΟΗΕ ανάλογα με την περίπτωση».