Είναι μια δίκη στην οποία αποκρυσταλλώνονται οι ανησυχίες που συνδέονται με την ελευθερία του Τύπου στην Τουρκία: η δίκη για «τρομοκρατικές» δραστηριότητες πολλών συνεργατών της Cumhuriyet, μιας εφημερίδας που αντιπολιτεύεται τον Ερντογάν, επανελήφθη σήμερα το πρωί.
Συνολικά 17 διευθυντικά στελέχη, δημοσιογράφοι και άλλοι νυν ή πρώην εργαζόμενοι της Cumhuriyet, μιας από τις εφημερίδες αναφοράς στην Τουρκία, κατηγορούνται ότι βοήθησαν διάφορες «ένοπλες τρομοκρατικές οργανώσεις».
Κινδυνεύουν να τους επιβληθούν ποινές κάθειρξης έως 43 ετών. Για τους υπερασπιστές των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η υπόθεση αυτή είναι εμβληματική της διάβρωσης των ελευθεριών στην Τουρκία μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, την οποία ακολούθησαν μαζικές διώξεις που έπληξαν κρίσιμης σημασίας κύκλους: φιλοκούρδους αιρετούς αξιωματούχους, μέσα ενημέρωσης και μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Η Cumhuriyet («Δημοκρατία») ιδρύθηκε το 1924 και είναι από τους «πρυτάνεις» του τουρκικού Τύπου, ενώ έχει κάνει πολλές αποκλειστικές αποκαλύψεις που έχουν εκνευρίσει τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η εφημερίδα καταγγέλλει σήμερα μια δίκη που έχει στόχο τη φίμωσή της. Έπειτα από μια πρώτη εβδομάδα ακροαματικών συνεδριάσεων, στα τέλη Ιουλιου, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης αποφάσισε να αποφυλακίσει προσωρινά επτά συνεργάτες της Cumhuriyet που είχαν συλληφθεί και προφυλακισθεί τον Οκτώβριο, μεταξύ των οποίων και τον σκιτσογράφο Μουσά Καρτ.
Όμως πολλά στελέχη της εφημερίδας, όπως ο επικεφαλής της Ακίν Αταλάι, ο διευθυντής της Μουράτ Σαμπουντσού, ο αρθρογράφος Καντρί Γκιουρσέλ καθώς και ο ερευνητής δημοσιογράφος Αχμέτ Σικ εξακολουθούν να κρατούνται. Οι φωτογραφίες των τεσσάρων ανδρών, καθώς και του Εμρέ Ιπέρ, ενός λογιστή της Cumhuriyet που δικάζεται επίσης, δημοσιεύονται σήμερα στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας κάτω από τον τίτλο «Θέλουμε δικαιοσύνη».
Η σημερινή ακροαματική συνεδρίαση διεξάγεται στη Σηλυβρία, κοντά στην Κωνσταντινούπολη, σε δικαστήριο που βρίσκεται δίπλα από τη φυλακή υψίστης ασφαλείας όπου είναι κλεισμένοι οι δημοσιογράφοι. Όπως και στις προηγούμενες ακροαματικές συνεδριάσεις, πλήθος ανθρώπων παρακολουθεί τη δίκη. «Δικάζονται μόνο και μόνο επειδή ενσαρκώνουν τη δημοσιογραφία που είναι άξια του ονόματός της στην Τουρκία και δεν διαδίδουν την προπαγάνδα του καθεστώτος Ερντογάν», δήλωσε ο Κριστόφ Ντελουάρ, γενικός γραμματέας των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα που ήταν σήμερα παρών στο δικαστήριο.
Ένας βουλευτής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), ο Μπαρίς Γιαρκαντάς, που ήρθε επίσης για να παρακολουθήσει τη δίκη, καταφέρθηκε εναντίον του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP). «Θέλουν να κλείσουν την Τουρκία μέσα σε μια σκοτεινή σήραγγα και δεν ξέρουμε πότε θα δούμε επιτέλους φως στην άκρη αυτής της σήραγγας», δήλωσε.
«Παράλογη δίκη»Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι συνεργάτες της Cumhuriyet βοήθησαν τρεις «τρομοκρατικές οργανώσεις»: τους κούρδους αυτονομιστές του PKK, μια μικρή οργάνωση της άκρας αριστεράς με την ονομασία DHKP-C και το κίνημα του εξόριστου στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν.
Αυτός ο τελευταίος θεωρείται από τη Άγκυρα ο «εγκέφαλος» της απόπειρας πραξικοπήματος, κάτι που ο ίδιος διαψεύδει κατηγορηματικά. Κατά το πρώτο τμήμα της δίκης, τον Ιούλιο, οι συνεργάτες της Cumhuriyet είχαν «κουρελιάσει» το κατηγορητήριο, με τον δημοσιογράφο Αχμέτ Σικ να καλεί μάλιστα τον πρόεδρο του δικαστηρίου «να μην το παίρνει πολύ στα σοβαρά».
Ορισμένα στοιχεία του κατηγορητηρίου έχουν προκαλέσει την έντονη αντίδραση της υπεράσπισης: για παράδειγμα, ο Καντρί Γκιουρσέλ κατηγορείται για σχέσεις με την κίνηση του ιεροκήρυκα Γκιουλέν –τον οποίο ωστόσο επικρίνει εδώ και χρόνια– επειδή είχε λάβει, χωρίς να απαντήσει, SMS από πρόσωπα που θεωρούνται γκιουλενιστές.
Ο Γκιουρσέλ κατηγορείται επίσης ότι «δημιούργησε την αντίληψη σύμφωνα με την οποία η Τουρκία είναι μια χώρα που διευθύνεται από ένα αυταρχικό καθεστώς» σε ένα άρθρο του με τίτλο «Ο Ερντογάν θέλει να είναι ο πατέρας μας».
«Συμβολική της εποχής μας, η δίκη της Cumhuriyet θα μείνει στην ιστορία ως η πιο συγκεκριμένη και πιο παράλογη απεικόνιση της κατάρρευσης των θεσμών και του προβλήματος της δικαιοσύνης», έγραφε χθες στη Cumhuriyet η αρθρογράφος Ασλί Αϊντιντασμπάς.
Μεταξύ των κατηγορουμένων περιλαμβάνεται ο Τζαν Ντουντάρ, συνδιευθυντής της Cumhuriyet που προκάλεσε την οργή του Ερντογάν όταν δημοσίευσε το 2015 ένα άρθρο στο οποίο υποστήριζε πως η Άγκυρα παραδίδει όπλα σε ισλαμιστές στη Συρία. Εξόριστος στη Γερμανία, δικάζεται ερήμην.
Σύμφωνα με τον ιστότοπο P24, που ειδικεύεται σε θέματα ελευθερίας του Τύπου, περίπου 170 δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή στην Τουρκία. Αν οι τούρκοι δημοσιογράφοι είναι αυτοί που πλήττονται μακράν περισσότερο, οι ξένοι συνάδελφοί τους γίνονται επίσης στόχοι.
Ο Ντενίζ Γιουτσέλ, γερμανο-τούρκος δημοσιογράφος, είναι φυλακισμένος από τον Φεβρουάριο και ο Λου Μπιρό, ένας νεαρός γάλλος δημοσιογράφος, από τα τέλη Ιουλίου.
Ως προς την ελευθερία του Τύπου, η Τουρκία καταλαμβάνει την 155η θέση μεταξύ 180 χωρών στην κατάταξη του 2017 που ανακοινώθηκε από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF).