9η Ιουλίου 1821 ή αλλιώς “Το τραούδιν του Τζυπριανού”…
Το ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη χρονολογείται απο το 1894 και περιγράφει τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Για 100 και πλέον χρόνια βρίσκεται στις βιβλιοθήκες σχεδόν όλων των Κυπρίων, αλλά και πολλών ξένων θαυμαστών του έργου του ποιητή.
“Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου, κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ι-ξηλείψη, κανένας, γιατί σιέπει την που τα ‘ψη ο Θεός μου. Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντες ο κόσμος λείψει.”
Οι συγκεκριμένοι στίχοι “έχρισαν” τον Βασίλη Μιχαηλίδη ως τον ποιητή της Ρωμιοσύνης, χαρακτηρισμό που του προσέδωσε και ο ίδιος ο Γιάννης Ρίτσος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Βασίλης Μιχαηλίδης: Η ζωή, το έργο και οι έρωτες του “ποιητή της Ρωμιοσύνης”
Το “εθνικό έπος της Κύπρου”, όπως έχει χαρακτηριστεί το ποίημα, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά ολόκληρο το 1911 και ενώ ο Βασίλης Μιχαηλίδης βρισκόταν εν ζωή.
Σύμφωνα με τον Δρ. Κυριάκο Ιωάννου, ο ποιητής αντιμετώπιζε προβλήματα αλκοολισμού και δεν έλεγξε το κείμενο πριν αυτό κυκλοφορήσει, με αποτέλεσμα να υπάρχουν διαφορές μεταξύ έντυπου και χειρόγραφου. Το χειρόγραφο αυτό εντοπίστηκε στις αρχές του 2000 και βρίσκεται σήμερα στο αρχείο του Αιμίλιου Χουρμούζιου στην Αθήνα. Αποτελεί έναν σύγχρονο πολιτιστικό θησαυρό καθώς είναι διορθωμένο και θεωρημένο από τον ίδιο τον ποιητή.
Μία από τις πιο βασικές διαφορές που εντοπίζει ο Δρ. Ιωάννου, η οποία ανατρέπει τα μέχρι στιγμής δεδομένα, αφορά την τελευταία εμφάνιση του Κκιόρογλου στο ποίημα.
Στο τέλος του ποιήματος, στον στίχο 481, η εικόνα του Κκιόρογλου ανατρέπεται, όταν εμφανίζεται να λέει:
“Τούτον τους δεσποτάες φοούμαι μεν τζιαι φέρει μας νεκατωσιάν στην χώραν μεν τζι αναδόξει τους Ρωμιούς τζι εν νά ‘χουμεν πελάες, να βάλουμεν κώλια πολλά τζιαι θέμι που τα τώρα. Μπορεί να δισπιρκάσουσιν τζιαι να νεκατωθούσιν, σαν δουν τα κώλια μας πολλά, τοτ’ εν να φοηθούσιν.”
Στο χειρόγραφο όμως φαίνεται ότι στον συγκεκριμένο στίχο μιλά ο Κάρκογλου και όχι ο Κκιόρογλου, όπως λανθασμένα έχει αποτυπωθεί.
Στο ποίημα εντοπίζονται επίσης τα εξής λάθη, μερικά από τα οποία επισημάνθηκαν ήδη από την προηγούμενη έρευνα:
Στίχος | Χειρόγραφο | Έντυπο |
20 | μεσ’ στο Σαράγιον είχασιν μεάλον μετζιλίσιν | μεσ’ στο Σαράγιον είχασιν μιάλον μετζιλίσιν |
50 | Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν’ κάλλιον ‘νού ‘πισκόπου | Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν’ κάλλιον του ‘πισκόπου |
88 | έμπηκεν τζι εκοινώνησε τζι εξέβηκεν τζι εστάθην, | εμπήκεν τζι εκοινώνησε τζι εξέβηκεν τζι εστάθην |
91 | Εξέβην που την εκκλησιάν με την συνοπαρτζιάν του | Εξέβην που την εκκλησιάν με την συναπαρτζιάν του |
99 | εν πέτρα η καρκιά μου | εν πέτρα η καρδκιά μου |
104 | καρτεράτε με πέντε λεπτά της ώρας | καρτεράτε με πέντε λεφτά της ώρας |
109 | τώρα πώχω τα πράματα σγιαν θέλω τελειωμένα | τώρα πώχω τα πράγματα σγιαν θέλω τελειωμένα |
174 | τζι αν ημπορώ που τους Ρωμιούς την Τζύπρουν να παστρέψω | τζι αν ημπορώ που τους Ρωμιούς την Τζιύπρον να παστρέψω |
180 | Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντες ο κόσμος λείψει! | Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψει! |
183 | αμμά ξέρε πως ύλαντρον όντες κοπεί καβάτζιν | αμμά ξέρε πως ύλαντρον όντας κοπεί καβάτζιν |
223 | Έσσω μου τζι έξω μόναν γιον τον είχα ούλον-ούλον | Έσσω μου τζι έξω μ’ έναν γιον τον είχα ούλον-ούλον |
282 | Οι Τούρτζιοι εψουψουρίσασιν τότες ανεμεσόν τους | Οι Τούρτζιοι εψουψουρούσασιν τότες ανεμεσόν τους |
308 | τζι εγέμωσεν που μιαν μερκάν ως άλλην το νησσίν μας | τζι εγέμωσεν που μιαν μερκάν ως άλλην το νησίν μας |
353 | τζιαι μόννω σου στην πίστην μου να μεν τα λησμονήσω | τζιαι μόννω σου στην πίστην μου να μεν τ’ αλησμονήσω |
354 | μα δίχως σου στον τζιύρην μου αντρέπομαι να πάω | μα δίχως σου στον τζιύρην μου αντρέπουμαι να πάω |
446 | τζ’ ό,τις λοής τζ’ αν ένεψεν τους λας που τους εφέραν | – |
467 | Αντάν του ορκωμόθηκα, εσού ‘ν έσεις χαπάριν | Αντάν του ορκωμόθηκα, εσού ‘ν είσες χαπάριν |
481 | Τότες λαλεί ο Κάρκ-ογλούς | Τότες λαλεί ο Κκιόρ-ογλούς |
496 | Κανέναν φόον δεν εχώ απού τους Τζιυπριώτες | Κανέναν φόον δεν εχώ από τους Τζιυπριώτες |
502 | Αν πεις καράβκια; δεν έχουν, εν του αλέτρ’ αθθρώποι | Αν πεις καράβκια; δεν έχουν, εν του αλέτρ’ ανθρώποι |