Την ανάγκη για ρύθμιση της χρήσης των λογισμικών παρακολούθησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράμμισε ο Έλληνας δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης κατά τη διάρκεια ακρόασης ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη χρήση του λογισμικού Pegasus και ανάλογων λογισμικών που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη το πρωί στις Βρυξέλλες.
Εξηγώντας το γιατί, σημείωσε πως η ρύθμιση αυτών των τεχνολογιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση τρέχει με ταχύτητες μόντεμ της δεκαετίας του 1990 ενώ λογισμικά όπως το Predator τρέχουν με ταχύτητα 5G.
Η ακρόαση εστίασε αποκλειστικά στις καταγγελίες που αφορούν παρακολουθήσεις στην Ελλάδα, ωστόσο έγιναν αναφορές και στη δραστηριότητα των εμπλεκόμενων εταιριών και στην Κύπρο. Σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται πως η διερευνητική αποστολή για την Ελλάδα (στις 3-4/11) θα περάσει και από την Κύπρο (στις 1-2/11) στο πλαίσιο της διερεύνησης των καταγγελιών για τα όσα έγιναν στην Ελλάδα.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, οι συμμετέχοντες στην ακρόαση αναφέρθηκαν και στις δραστηριότητες εταιρειών συνδεδεμένων με τις παρακολουθήσεις και στην Κύπρο πριν τη μεταφορά τους στην Ελλάδα μετά το νομικό ζήτημα που προέκυψε στην Κύπρο.
Εκτός από τον κ. Κουκάκη, ο οποίος έχει καταγγείλει την παρακολούθηση του με το λογισμικό Predator, στο πρώτο μέρος της ακρόασης συμμετείχαν και ο δημοσιογράφος με ειδίκευση το προσφυγικό Σταύρος Μαλιχούδης, ο οποίος έχει επίσης καταγγείλει παρακολούθηση του, και η ερευνητική δημοσιογράφος Ελίζα Τριανταφύλλου η οποία έχει καλύψει το θέμα για λογαριασμό της ιστοσελίδας Inside Story.
Ο κ. Κουκάκης εξήγησε πως η παρακολούθησή του ξεκίνησε το 2020 μετά από σειρά δημοσιευμάτων για τα οποία συνεργάστηκε στους Financial Times και σχετιζόταν με το οικονομικό έγκλημα, μεταξύ άλλων για οδηγία που είχε δοθεί από την κυβέρνηση για δυσκολότερη δίωξη τραπεζιτών και για νομοθετική ρύθμιση για επιστροφή χρημάτων που είχαν δεσμευθεί ως προϊόν ξεπλύματος.
«Είμαστε ανοχύρωτοι σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο στην Ελλάδα ή στην Κύπρο» τόνισε, ζητώντας το θέμα να αντιμετωπιστεί σοβαρά, ακόμα και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, έτσι ώστε αν αυτά τα λογισμικά χρησιμοποιούνται, να χρησιμοποιούνται με τον σωστό τρόπο.
Για παράδειγμα, σημείωσε, αν μια εταιρεία θέλει να πουλήσει τέτοια λογισμικά στην ΕΕ, ο αρμόδιος επόπτης θα πρέπει να είναι ενήμερος για το ποιος είναι ο τελικός χρήστης. Σε αυτό το υποθετικό σενάριο, στην περίπτωση της Ελλάδας, εξήγησε, η Intellexa θα έπρεπε να είχε ενημερώσει την αρμόδια υπηρεσία αν πούλησε το λογισμικό στην ΕΥΠ ή σε ιδιώτη, ώστε η πληροφόρηση αυτή να μην αναζητείται σε κατεστραμμένα τιμολόγια και σε λογαριασμούς σε φορολογικούς παραδείσους.
Η κ. Τριανταφύλλου αναφέρθηκε εκτενώς στο ιστορικό της δραστηριότητας της Intellexa στην Ελλάδα, μετά τη μεταφορά της στη χώρα από την Κύπρο.
Η κ. Τριανταφύλλου υπογράμμισε ακόμα πως αυτά τα λογισμικά δεν θα έπρεπε να πωλούνται σε ιδιώτες, επισημαίνοντας πως αν και επίσημα αυτό δεν συμβαίνει αυτό δεν πρέπει να θεωρείται βέβαιο.
Πρόσθεσε πως πρέπει να υπάρχει κεντρική ρύθμιση του ζητήματος στην Ευρώπη, ανεξάρτητα από θέματα εθνικής ασφάλειας, και πως πρέπει να είναι καθαρό ποιες εταιρείες πουλάνε τέτοια προϊόντα σε ποιους, με εξειδικευμένες αναφορές στα τιμολόγια και σε άλλα έγγραφα και όχι με γενικές αναφορές σε «χρήση λογισμικού».
Κατά το δεύτερο μισό της ακρόασης αντάλλαξαν απόψεις με τους ευρωβουλευτές ο γ.γ. Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Αθανάσιος Σταβέρης, ο γ.γ. Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης Πάνος Αλεξανδρής και ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, Χρήστος Ράμμος.
Μεταξύ άλλων, και ο κ. Ράμμος υπογράμμισε πως μόνο με ενοποιημένη και ανανεωμένη πανευρωπαϊκή νομοθεσία μπορεί να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της ρύθμισης της χρήσης λογισμικών παρακολούθησης.
Η περίπτωση της Κύπρου
Απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΑΚΕΛ Γιώργου Γεωργίου, ο οποίος είναι εκ των αντιπροέδρων της επιτροπής, για το ζήτημα του «μαύρου βαν», ο κ. Κουκάκης επανέλαβε πως όπως ανέφερε σε συνεντεύξεις του στον «Πολίτη» και τη «Χαραυγή», η εταιρεία του Ταλ Ντίλιαν αντιμετώπισε ποινικές διώξεις, και πρόσθεσε επικαλούμενος μετέπειτα δημοσιεύματα, πως οι κατηγορίες αποσύρθηκαν «χωρίς να τεκμηριώνεται πώς», όπως είπε, και η εταιρεία τιμωρήθηκε με πρόστιμο.
Σημείωσε πως ενώ η Κύπρος ήταν σε θέση να επιβάλει πρόστιμο για παράνομες ενέργειες της εταιρείας, στην Ελλάδα δεν υπάρχει τέτοιο νομικό πλαίσιο.
Η κ. Τριανταφύλλου ανέφερε απαντώντας στην ίδια ερώτηση πως αποτελεί γεγονός πως οι δραστηριότητες του κ. Ντιλιάν ξεκίνησαν από την Κύπρο και πως μετά τα ζητήματα που προέκυψαν μετέφερε τις δραστηριότητες της στην Ελλάδα. Πρόσθεσε πως είναι γεγονός πως ο κ. Ντίλιαν διαμένει στην Κύπρο η εταιρεία αυτή είχε επαφές με πολιτικά πρόσωπα στην Κύπρο, καθώς και πως το ποινικό δικαστήριο δίκασε εταιρεία και όχι άτομα.