Το γραμματειακό προσωπικό ή προσωπικό που χειρίζεται Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ή άλλο μη επιστημονικό προσωπικό δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις που περιλαμβάνει η νομοθεσία για κατ’ εξαίρεση διαδικασία πολιτικών διορισμών συμβούλων και συνεργατών, αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ελεγκτική Υπηρεσία, με αφορμή πρόταση νόμου που κατατέθηκε την Πέμπτη ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων και νομοσχεδίου που ετοιμάζεται από την εκτελεστική εξουσία.
Όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της, η προκήρυξη των δημόσιων θέσεων επιβάλλεται, για τη διασφάλιση της ισονομίας και ισοπολιτείας αλλά και για λόγους δημοσίου συμφέροντος που σχετίζονται με την αξιοκρατική στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας. Ο διορισμός, όπως και η προαγωγή, των πλέον άξιων και ικανότερων υποψηφίων είναι κεφαλαιώδους σημασίας για το κοινό καλό, σημειώνει, καθώς η άρτια στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας προάγει άμεσα το συμφέρον του δημοσίου. Αναξιοκρατικά κριτήρια για τη στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας όχι μόνο δεν προάγουν αλλά πλήττουν το δημόσιο συμφέρον, υπογραμμίζει η ΕΥ.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία τονίζει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή το Υπουργικό Συμβούλιο ή οι Υπουργοί ή οι Βουλευτές δεν έχουν καμία αρμοδιότητα για τον διορισμό υπαλλήλων στη Δημόσια Υπηρεσία, αφού το Σύνταγμα αποκλείει την ανάμειξη κάθε οργάνου της πολιτικής εξουσίας από την άσκηση της λειτουργίας για τη στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας.
Παράλληλα, η ΕΥ σημειώνει ότι αντιλαμβάνεται την ανάγκη εργοδότησης ικανών και έμπιστων προσώπων για να πλαισιώνουν τους αξιωματούχους, και ως εκ τούτου έχει συμφωνήσει με μία κατ’ εξαίρεση διαδικασία πολιτικών διορισμών τέτοιων συμβούλων/συνεργατών. Ωστόσο, τονίζει ότι διαφωνεί κάθετα με τη διεύρυνση των περιπτώσεων που θα εμπίπτουν στις πιο πάνω εξαιρέσεις με τη συμπερίληψη γραμματειακού προσωπικού ή προσωπικού για χειρισμό μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή άλλου μη επιστημονικού προσωπικού. «Δεν μπορεί, κατά την άποψή μας, να καταλήξουμε ότι η στελέχωση της δημόσιας υπηρεσίας θα γίνεται με κομματικές και πολιτικές ταυτότητες», αναφέρει.
Στη βάση των πιο πάνω, άποψη μας ΕΥ είναι ότι οι γραμματείς και το λοιπό μη επιστημονικό προσωπικό δεν είναι Σύμβουλοι και δεν μπορούν να τυγχάνουν χειρισμού ως πολιτικοί διορισμοί. Η σπουδαιότητα τέτοιων θέσεων Συμβούλων του ΠτΔ και των Υπουργών τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι η Επιτροπή GRECO του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρούν ότι η θέση του Συμβούλου αποτελεί θέση επιρροής και γι’ αυτό ζητούν όπως οι κάτοχοι τέτοιας θέσης προβαίνουν σε δηλώσεις πόθεν έσχες, αναφέρει.
Επιπλέον, η ΕΥ αναφέρει ότι η εξασφάλιση συμβουλευτικών υπηρεσιών διέπεται από ευρωπαϊκή νομοθεσία, η οποία μεταφέρθηκε στην εθνική νομοθεσία. Η ίδια η ευρωπαϊκή οδηγία καθορίζει ρητά ποιες υπηρεσίες εξαιρούνται και δεν νοείται να γίνονται πρόσθετες εξαιρέσεις σε εθνικό επίπεδο, σημειώνει η ΕΥ.
Οι υπηρεσίες Συμβούλων έχουν όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα σύμβασης απασχόλησης μισθωτού προσώπου, προσθέτει, σημειώνοντας ότι φαίνεται ότι η κατάλληλη νομική βάση εργοδότησης των συμβούλων είναι η εργοδότηση προσώπου ως εργοδοτούμενου ορισμένου χρόνου, για την εκτέλεση έργου τακτής προθεσμίας, για τόση χρονική διάρκεια όση είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση του έργου.
Τέλος, σημειώνει ότι τυχόν εργοδότηση των Συμβούλων με καθεστώς μίσθωσης υπηρεσιών θα αποτελεί περίπτωση που η συντεταγμένη πολιτεία θα εκμεταλλεύεται κάποιον εργαζόμενο τον οποίο «βαφτίζει» ως παροχέα υπηρεσιών, τον καλεί να καταβάλλει εισφορές ως αυτοτελώς εργαζόμενος και να εγγραφεί στο ΦΠΑ, ενώ στην ουσία είναι μισθωτό πρόσωπο. Επίσης, σε αυτή την περίπτωση, αντισυμβαλλόμενος θα είναι ο κρατικός αξιωματούχος.