Στις τεράστιες αυξήσεις που έχουν επιβληθεί στα μεταφορικά κόστη των οικοδομικών υλικών αποδίδει ο ιδιοκτήτης της εταιρείας G&P Lazarou Πέτρος Λαζάρου τις αυξήσεις που έχουν επιβληθεί στην κτηματαγορά και συγκεκριμένα για αγορά κατοικίας ή διαμερίσματος. Μιλώντας στην εκπομπή Alpha Καλημέρα, ο κύριος Λαζάρου εξήγησε ότι η κτηματαγορά αποτελεί κομμάτι της παγκόσμιας αγοράς και δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού.
Advertisement“Τα πάντα τα καθορίζει η προσφορά και η ζήτηση. Αυτή η αύξηση ήρθε για να μείνει ή θα συμβουλεύσουμε τον κόσμο να περιμένει γιατί θα πέσουν οι τιμές; Αυτό που λέω πάντα είναι ότι δεν είναι ακριβά τα ακίνητα, αλλά χαμηλοί οι μισθοί. Την ώρα που τα πάντα ακριβαίνουν, το μόνο που δεν πηγαίνει προς τα πάνω είναι ο μισθός. Ανάλογα με τις άλλες αυξήσεις, ανάλογα έπρεπε να είναι πάνω και οι μισθοί.”
Ο κύριος Λαζάρου επισήμανε ότι στη δίνη της ακρίβειας βρίσκονται καύσιμα και ηλεκτρισμός που δημιουργούν αυξημένες υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα η δυνατότητα παραχώρησης αυξήσεων σε εργαζόμενους να είναι από αδύνατη έως πολύ περιορισμένη.
“Οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να είναι εύρωστες, άρα θα υπάρχει αυτή η στρέβλωση στην αγορά. Και αυτό που συμβουλεύω τον κόσμο είναι πρώτα να εξετάζει κατ΄ οικονομία και κατ’ εικόνα για να λάβει τις αποφάσεις του. Θα έχει δουλειά αύριο, θα μείνει στην Κύπρο, θα φύγει από την Κύπρο; Σε ποια περιοχή θέλει ακίνητο σήμερα; Στην ίδια θα το θέλει και αύριο;”
Ο κύριος Λαζάρου τόνισε ότι η αγορά ενός ακινήτου δεν έχει καμία σχέση με την αγορά ενός αυτοκινήτου, την ζημιά του οποίου σε αξία μερικών χιλιάδων ευρώ μπορεί εύκολα ένας καταναλωτής να τη διαχειριστεί, “εάν αποφασίσει να το πουλήσει για Χ ή Ψ λόγους.”
“Το ακίνητο έχει κόστα που απολαμβάνει μόνο το κράτος. Έχει ΦΠΑ, μεταβιβαστικά τέλη, φόρους που είναι πάντα οι ίδιοι. Αγοράζεις ένα ακίνητο για παράδειγμα 100,000 ευρώ, πληρώνεις 119,000 ευρώ. Όταν πας να το πουλήσεις, θα το δώσεις 110,000 ευρώ, άρα ήδη έχασες 9,000 ευρώ. Εάν ο μεσίτης θέλει ποσοστό 4-5%, έχασες 14,.000 ευρώ. Αυτή τη ζημιά την αντέχεις; Έκανες δάνειο ή δεν έκανες; Και γιατί να τις χάσεις;”