Τρεις διαφορετικοί φάκελοι σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες είχαν σταλεί από την Αστυνομία στη Νομική Υπηρεσία σε σχέση με τις υποθέσεις ελλειπόντων προσώπων που βρίσκονται στη λίστα των εγκληματικών ενεργειών του 35χρονου Νίκου Μεταξά. Η Νομική Υπηρεσία αναφέρει ότι σε καμιά από αυτές τις περιπτώσεις δεν προέκυπταν στοιχεία που να στοιχειοθετηθούν οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, ενώ παράλληλα σε καμία από τις τρεις περιπτώσεις δεν είχε ζητηθεί οποιαδήποτε νομική γνώμη η διάβημα στο Δικαστήριο.
Οι τρεις περιπτώσεις
Η πρώτη περίπτωση με συμπληρωμένες τις ανακρίσεις, είχε σταλεί την 21.3.17 στη Νομική Υπηρεσία, και αφορούσε καταγγελία για ελλείπουσα αλλοδαπή γυναίκα και τη θυγατέρα της, που είχε γίνει την 3.10.16. Ως αποτέλεσμα των ανακρίσεων, αναφέρετο ότι η ελλείπουσες δεν ανευρέθησαν, και ότι ήταν εξαιρετικά πιθανό το ενδεχόμενο να διαμένουν στα κατεχόμενα σε άγνωστη διεύθυνση και γινόταν εισήγηση όπως η υπόθεση αρχειοθετηθεί ως Μ.Α.Φ.Υ. (Μη Αστυνομικής Φύσεως Υπόθεση), συνεχιζομένων των ερευνών. Εν όψει τούτων, και δεδομένου ότι δεν προέκυπτε από το ανακριτικό έργο οποιαδήποτε εύλογη υπόνοια διάπραξης εγκλήματος, δόθηκαν από τη Νομική Υπηρεσία οδηγίες όπως η υπόθεση αρχειοθετηθεί χωρίς να σταματήσουν οι προσπάθειες για εντοπισμό των ελλειπουσών. Η δεύτερη περίπτωση με συμπληρωμένες τις ανακρίσεις, είχε σταλεί μετά 2 σχεδόν χρόνια, την 18.1.2019 και αφορούσε καταγγελία για ελλείπουσα αλλοδαπή, και τη θυγατέρα της που είχε γίνει την 5.5.2018. Αφού αναφερόταν το εκτενές ανακριτικό έργο που είχε διενεργηθεί από το οποίο δεν προέκυπτε υπόνοια για εγκληματική ενέργεια, γινόταν εισήγηση όπως στο στάδιο εκείνο η υπόθεση ταξινομηθεί και σε περίπτωση που προέκυπτε οτιδήποτε πρόσθετο, οι εξετάσεις να συνεχίζονταν. Ενόψει τούτων, η Νομική Υπηρεσία συμφώνησε με την εισήγηση.
Η τρίτη περίπτωση με συμπληρωμένες τις ανακρίσεις, είχε σταλεί στη Νομική Υπηρεσία την 22.2.2019 και αφορούσε καταγγελία για ελλείπουσα αλλοδαπή που είχε γίνει την 15.12.2017. Αφού αναφερόταν το διενεργηθέν ανακριτικό έργο και η αδυναμία ανεύρεσης της ελλείπουσας, γινόταν εισήγηση όπως η υπόθεση ταξινομηθεί ως «Μ.Α.Φ.Υ.» (Μη Αστυνομικής Φύσης Υπόθεση). Ενόψει των ανωτέρω και στην απουσία οποιωνδήποτε στοιχείων ως προς υπόνοια διάπραξης αδικήματος, η Νομική Υπηρεσία συμφώνησε με την εισήγηση. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, αναφέρεται, δεν ετίθετο θέμα όπως η Νομική Υπηρεσία δώσει οποιεσδήποτε ενδιάμεσες οδηγίες, εφόσον δεν της ζητήθηκαν, ούτε και είναι ο ρόλος της να καθοδηγεί το ανακριτικό έργο.
Συμπληρώνει ότι θέμα αιτημάτων για άρση απορρήτου τηλεπικοινωνιακών δεδομένων δεν υπήρχε στο χρονικό στάδιο που οι υποθέσεις ετίθεντο ενώπιον της Νομικής Υπηρεσίας, με δεδομένο ότι δεν υπήρχαν στοιχεία από τα οποία να προέκυπτε εύλογη υπόνοια διάπραξης αδικημάτων ώστε να εκδίδετο διάταγμα από Δικαστήριο, και εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα με την σχετική νομοθεσία, τα οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα δεν επιτρέπεται να τηρούνται για χρονικό διάστημα πέραν των 6 μηνών.
« Λόγω όλων των ανωτέρω, διαφαίνεται ότι οι εκάστοτε οδηγίες που είχαν δοθεί από τη Νομική Υπηρεσία σε σχέση με τις υποθέσεις εκείνες, ήσαν ενδεδειγμένες», αναφέρεται.