Το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων από νυν και πρώην στελέχη της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, που συνέστησαν εταιρεία, η οποία απέκτησε ακίνητη ιδιοκτησία, διερευνά η Αστυνομία, κατόπιν οδηγιών του Γενικού Εισαγγελέα. Την υπόθεση φέρνει στο φως της δημοσιότητας με σημερινή ανακοίνωση η Ελεγκτική Υπηρεσία, η οποία στα πλαίσια της πολιτικής για διαφάνεια την οποία εφαρμόζει, πληροφορεί τους πολίτες ότι πρόσφατα τέθηκε ενώπιον του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας πληροφορία ότι περί το 2007 πέντε, νυν και πρώην, ανώτερα στελέχη της Ελεγκτικής Υπηρεσίας συνέστησαν, οι ίδιοι και συγγενικά πρόσωπά τους, εταιρεία η οποία απέκτησε ακίνητη ιδιοκτησία. Πριν 1,5 περίπου χρόνο, ακίνητο της εταιρείας ενοικιάστηκε στην ΑΗΚ για σκοπούς εγκατάστασης φωτοβολταϊκών συστημάτων. «Με βάση τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο, δεν επιτρέπεται σε δημόσιο υπάλληλο να κατέχει μετοχές ή άλλο συμφέρον σε οποιαδήποτε μη δημόσια εταιρεία παρά μόνο ύστερα από άδεια του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δίνεται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Από προκαταρκτική διερεύνηση διαφάνηκε ότι, όχι μόνο δεν λήφθηκε τέτοια άδεια, αλλά ενδεχομένως τα στελέχη αυτά να δήλωσαν ψευδώς κατά τη σύσταση της εταιρείας ότι ήταν ιδιωτικοί υπάλληλοι», σημειώνει η Ελεγκτική Υπηρεσία.
«Λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, ενημερώθηκε αμέσως ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ο οποίος έδωσε στην Αστυνομία οδηγίες για διερεύνηση του ενδεχομένου διάπραξης ποινικών αδικημάτων, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη», προσθέτει. Αναφέρεται δε ότι μετά το πέρας της ποινικής διερεύνησης, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικών παραπτωμάτων από το στέλεχος που εξακολουθεί να εργάζεται στην Ελεγκτική Υπηρεσία, καθότι οι υπόλοιποι έχουν αφυπηρετήσει και δεν μπορούν να ελεγχθούν πειθαρχικά. Ήδη έχει υποβληθεί πρόταση στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, η οποία, με βάση τον σχετικό Νόμο έχει την αρμοδιότητα λήψης απόφασης, ώστε το συγκεκριμένο στέλεχος να τεθεί σε διαθεσιμότητα στη βάση των προνοιών του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου. Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι «η Ελεγκτική Υπηρεσία επιδεικνύει μηδενική ανοχή σε εσωτερικά κρούσματα μεμπτής συμπεριφοράς», με παραπομπή στον κώδικα δεοντολογίας που ισχύει στην Υπηρεσία.