Οι στιγμές που ζούμε είναι σίγουρα πρωτοφανείς, ειδικότερα θα έλεγε κανείς για την δική μου την γενιά, η οποία γνώρισε μεν την οικονομική κρίση του 2013 αλλά ήταν ιδιαιτέρα τυχερή στο να μην γνωρίσει άλλου είδους κακουχίες ή και αντιξοότητες τα τελευταία 40 χρόνια. Η έξαρση της πανδημίας COVID-19 ανέτρεψε δυστυχώς το πιο πάνω σκηνικό και απειλεί την παγκόσμια πραγματικότητα τόσο από πλευράς απώλειας ανθρωπίνων ζωών όσο και από πλευράς οικονομικής αποσταθεροποίησης και ύφεσης.
Έχει δημιουργηθεί λοιπόν κατάσταση έκτακτης ανάγκης στον τομέα της δημόσιας υγείας, η οποία πλήττει τους πολίτες και την κοινωνία ευρύτερα και προκαλεί κλυδωνισμούς στην παγκόσμια και εθνική οικονομία. Υπό αυτό το πρίσμα έχουν ληφθεί διάφορα μέτρα αναχαίτισης της εξάπλωσης του COVID-19 όπως είναι τα μέτρα κοινωνικού περιορισμού και οι περιορισμοί στις διακινήσεις.
Ταυτόχρονα παρατηρείται αδήριτη ανάγκη για την λήψη μέτρων προς αντιμετώπιση και περιορισμό του αντικτύπου στην οικονομία και ιδιαίτερα των επιπτώσεων στις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στους πολίτες η οποία αντιμετωπίζεται από κυβερνητικής πλευράς με την ψήφιση του Νόμου 27(Ι) 2020 για έκτακτα μέτρα από χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και εποπτικές αρχές.
Τα έκτακτα μέτρα σύμφωνα με τις γενικές αρχές που διέπουν τον πιο πάνω νόμο ψηφίστηκαν με γνώμονα την στήριξη πρωτίστως του χρηματοοικονομικού συστήματος και δευτερεύοντος των δανειοληπτών.
Στα πλαίσια του πιο πάνω Νόμου εκδόθηκε η Κ.Δ.Π. 134/2020 από τον Υπουργό Οικονομικών η οποία προβλέπει ανάμεσα σε άλλα, αναστολή της καταβολής των δόσεων και των τόκων για φυσικά και νομικά πρόσωπα νοουμένου ότι δεν υπήρχε καθυστέρηση καταβολής οποιασδήποτε δόσης από τον δικαιούχο πέραν των 30 ήμερων.
Προϋπόθεση για την ισχύ και εφαρμογή του πιο πάνω μέτρου είναι η αποστολή και η λήψη της εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τον δικαιούχο προς το πιστωτικό ίδρυμα. Σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι το χρηματοοικονομικό ίδρυμα δεν έχει διακριτική ευχέρεια απόρριψης της αίτησης αλλά οφείλει να την κάνει αποδεκτή.
Καταληκτικά, προβλέπεται ότι το σύνολο των τόκων το οποίο θα προστίθεται στο ποσό του δανείου θα αποπληρώνεται σύμφωνα με τους εν ισχύει συμβατικούς όρους και με την καταβολή της συμφωνημένης δόσης του δανείου.
Η ψήφιση των πιο πάνω μέτρων ξεκίνησε ταυτόχρονα και μια δημόσια συζήτηση για το κατά πόσο είναι ενδεδειγμένα τα μέτρα που λήφθηκαν. Υπάρχει δυσαρέσκεια από μερίδα τόσο πολίτικών προσώπων όσων και δανειοληπτών για την προσθήκη των τόκων της περιόδου της αναστολής στο συνολικό ποσό του δανείου κάθε δικαιούχου αιτητή. Αφ’ ης στιγμής τα μέτρα λαμβάνονται και προς στήριξη των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων τότε κρίνεται ότι εξυπηρετούν τον σκοπό ψήφισης τους που είναι και η στήριξη των Τραπεζών
Αν σκοπός των μέτρων της κυβέρνησης ήταν η στήριξη και των δανειοληπτών τότε δεν θα έπρεπε να καταβληθεί τόκος για αυτήν την περίοδο. Δεν είναι και ορθό κατά την άποψη μου, ενώ οι πολίτες και η χώρα να δοκιμάζονται από την πανδημία να επιτραπεί στα χρηματοοικονομικά ιδρύματα να χρεώσουν τόκο και να τον κεφαλαιοποιήσουν 2 φόρες και με αυτό τον τρόπο να επιβαρύνουν τους δανειολήπτες ενώσω η ίδιοι στερούνται εισοδημάτων.
Το δεύτερο ζήτημα που προκύπτει είναι πότε τίθεται σε ισχύει η αναστολή δεδομένου ότι διανύουμε ήδη τον μήνα Απρίλιο Η ερμηνεία που δίδεται είναι ότι όλες οι δόσεις οι οποίες είναι καταβλητέες την 1η εκάστου μηνός αν ή αίτηση του δικαιούχου δεν αποστάλθηκε και παραλήφθηκε στις 31 Μαρτίου ή και πρωτύτερα τότε η δόση θα πρέπει να καταβληθεί. Για όσους υπάρχει αυτοματοποιημένη εντολή καταβολής ή και αποκοπής της δόσης αφ’ ης στιγμής η αίτηση δεν αποστάλθηκε δεδομένου και του περιορισμένου χρόνου αναγκαστικά θα πιστωθεί προς εξόφληση του υπολοίπου του δανείου. Τι γίνεται όμως με αυτούς που δεν πρόλαβαν να υποβάλουν την αίτηση και ο λογαριασμός τους λόγω της πανδημίας και της αναστολής των εργασιών της επιχείρησης τους δεν έχει το απαιτούμενο υπόλοιπο ή και που δεν μπορούν να προσκομίσουν το σύνολο της δόσης τους; Θα θεωρείτε ότι έχει μη εξυπηρετούμενο δάνειο η και καθυστερημένη δόση μετά το πέρας των έκτακτων μέτρων; Θεωρώ ότι μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν εις βάρος των δανειοληπτών και θα πρέπει το διάταγμα να τροποποιηθεί η ρυθμιστεί το ζητημα με εγκύκλιο ώστε να καθίσταται σαφές ότι η υποβολή αίτησης αναστέλλει την υποχρέωση καταβολής δόσης από τον μήνα υποβολής της ανεξαρτήτως αν υποβλήθηκε την 1η εκάστου μηνός ή και την 30η δηλαδή να έχει αναδρομική ισχύ ή και επιστροφή χρημάτων για όσους έχουν καταβάλει το ποσό της δόσης. Ήδη υπάρχουν σκέψεις για λήψη αποφάσεων προς αυτή την κατεύθυνση.
Το τεράστιο κενό που παραμένει αναπάντητο αναφορικά με την ερμηνεία του πιο πάνω διατάγματος είναι το κατά πόσο οι δανειολήπτες των οποίων τα δάνεια έχουν αναδιαρθρωθεί ή έχουν ενταχθεί στο ΕΣΤΙΑ εμπίπτουν στις πρόνοιες του πιο πάνω διατάγματος και εάν τυγχάνουν και αυτοί προστασίας από την αναστολή λόγω των έκτακτων μέτρων. Υπάρχουν ήδη γνωματεύσεις από πλευράς χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ότι τα πρόσωπα αυτά δεν τυγχάνουν προστασίας. Εάν όντως υπάρχει αυτή η σκέψη τότε άμεσα θα πρέπει να τροποποιηθεί το διάταγμα η να υπάρξει διευκρίνηση μέσω εγκυκλίου από πλευράς Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας που να επεκτείνει την προστασία και σε αυτή την κατηγορία προσώπων καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα μιλάμε για μέτρα τα οποία εισάγουν ανισότητες στην μεταχείριση των δανειοληπτών και προκαλούν αδικία αντί ανακούφιση.