Στα κοινωνικά φαινόμενα, θα πρέπει κάποιος να είναι λίγο προσεκτικός πριν οδηγηθεί σε οριστικά συμπεράσματα. Οι σύγχρονες κοινωνίες ζουν σε ένα κυκεώνα δράσεων και αντιδράσεων που δύσκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει εάν κάποιες συμπεριφορές είναι στιγμιαίες ή τείνουν να αναδείξουν μια κοινωνική μετατόπιση.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα, σαφώς και αποτέλεσε μια «βόμβα» που έσκασε στα πόδια νικητών και ηττημένων. Διότι καμία πλευρά δεν ανέμενε το εύρος της εκλογικής νίκης της ΝΔ και καμία πλευρά, αντιστοίχως, δεν ανέμενε την πανωλεθρία του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεπώς, εδώ υπάρχει μια κοινωνία που αποφάσισε ερήμην των κομματικών υπολογισμών. Το αν «έπεισε» η ΝΔ, όπως διατείνεται ο κ. Μητσοτάκης, ή εάν φταίνε όλοι οι άλλοι πλην των ιδίων όπως διατείνονται ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, πολύ λίγη σημασία έχουν. Όλα αυτά μοιάζουν μάλλον με παιδαριώδη πολιτικά σκέρτσα ανθρώπων που επιμένουν στα όσα έμαθαν πριν από πολλά χρόνια.
Διαβάζω άρθρα και απόψεις ελλαδιτών συναδέλφων και πολιτικών, κυρίως από το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, που έκπληκτοι και εξοργισμένοι διερωτώνται:
- Μα να κερδίσει η ΝΔ που στην τετραετία της είχαμε 37 χιλιάδες νεκρούς από την πανδημία;
- Που αύξησε το δημόσιο χρέος;
- Που ευθύνεται με το σκάνδαλο των υποκλοπών;
- Που οδήγησε στην τραγωδία των Τεμπών;
- Που έκανε 2,5 εκατομμύρια Έλληνες να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας;
- Που άφησε τον πληθωρισμό να καλπάζει;
- Που διέλυσε νοσοκομεία και πανεπιστήμια;
- Που τσιμέντωσε την Ακρόπολη;
Ατελείωτος ο κατάλογος…
Αυτό άλλωστε ήταν και το βασικό περιεχόμενο της προεκλογικής εκστρατείας που κατέληγε στο εκνευριστικά υστερικό σύνθημα «Σήμερα ψηφίζουμε για ένα και μόνο λόγο. Να φύγει ο Μητσοτάκης!». Όσο η πολιτική αντίληψη εξαντλείται σε τόσο ευτελείς προσδοκίες και όσο δίπλα από κάθε ερώτημα δεν μπαίνει μια σαφής, ρεαλιστική και πειστική απάντηση-πρόταση, τόσο θα ψάχνουν ορισμένοι το λάθος την επομένη των εκλογών. Διότι, όπως φαίνεται, οι πολίτες κουράστηκαν από την τοξικότητα της άρνησης που θυμίζει παιδικούς καβγάδες. Το τι έκαναν αυτοί που κυβέρνησαν, ο κόσμος το ξέρει. Το ζητούμενο είναι εάν οι μονίμως επικριτές και σε πολλές περιπτώσεις μηδενιστές, έχουν κάτι ολοκληρωμένο και κυρίως συγκροτημένο να προτείνουν. Και να πείσουν ότι μπορούν να το υλοποιήσουν.
Είπαμε, οι κοινωνικές μετατοπίσεις, ακόμα και οι θεαματικές, είναι δύσκολο να ερμηνευθούν, ειδικά μερικά εικοσιτετράωρα μετά την εκδήλωσή τους. Φαίνεται όμως ότι η παλιά εκείνη συνταγή «φτιάξε ένα μπαμπούλα για να φαινόμαστε εμείς καλύτεροι», έφθασε στο τέλος της. Το δυστύχημα είναι ότι κάποιοι δεν το έχουν ακόμα και σήμερα αντιληφθεί και προσπαθούν να φτιάξουν τώρα άλλους μπαμπούλες…