Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που μαίνεται εδώ και δυο χρόνια, αποτελεί σημείο καμπής στην γεωπολιτική επιστήμη. Οι επιπτώσεις του έχουν ήδη διαφανεί σε διάφορε εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας, ενώ, δυο χρόνια μετά την έναρξή του στις 24 Φεβρουαρίου 2022, δεν διαφαίνεται η οποιαδήποτε κατάληξή του, την ίδια στιγμή που η αντίδραση της Δύσης, μέσω κυρώσεων προς τη Ρωσία, κορυφώνεται, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να επιβάλλει ένα 13ο πακέτο κυρώσεων και τις ΗΠΑ να συνεχίζουν την επιβολή περιοριστικών μέτρων σε εταιρείες ρωσικών συμφερόντων. Η περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα της σύγχρονης γεωπολιτικής η οποία στο πλαίσιο ενός παγκοσμιοποιημένου συστήματος επέχει ιδιαίτερης σημασίας για όλους, πέραν των αυστηρών ορίων του σύγχρονου διεθνούς δικαίου.
Ενώ κατά την έναρξή του, ο πόλεμος αναμενόταν από πολλούς, και ειδικά από την Ρωσία, να είναι περιορισμένης διάρκειας, διάφοροι παράγοντες παρατείνουν την ισχύ του: πρώτον, η αντίσταση που επέδειξε (και επιδεικνύει) η Ουκρανία, η οποία δεν εκτιμήθηκε από τη Ρωσία ότι θα ήταν τόσο σθεναρή∙ δεύτερον, η έμπρακτη στήριξη της Δύσης – κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη σφαίρα ισχύος – με ψυχροπολεμικούς όρους – ο πόλεμος λαμβάνει χώρα∙ και, τρίτον, η αντίδραση πολλών κρατών στην επεκτατική πολιτική της Ρωσίας στον αντίποδα της ισχύος πολλών πόλων, μεταξύ των οποίων του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο παγκόσμιο γεωπολιτικό γίγνεσθαι.
Οι άμεσες επιπτώσεις του πολέμου είναι δεδομένες – οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, οι καταστροφές πόλεων και υποδομών, οι τραυματίες πολέμου, οι εκτοπισθέντες. Πέραν τούτων, υπάρχουν, προφανώς, ευρύτερα ζητήματα γεωπολιτικής κατεύθυνσης που χρήζουν ανάλυσης: οι δύσκολες ερωτήσεις που καλείται η Ευρωπαϊκή Ένωση να απαντήσει σε σχέση με τον συνεχιζόμενο πόλεμο∙ ο ρόλος των ΗΠΑ, ειδικότερα υπό το πρίσμα της προεκλογικής περιόδου την οποία διάγουν∙ η κόπωση που έχει επέλθει τόσο στο πολεμικό μέτωπο αλλά και στο μέτωπο στήριξης της Ουκρανίας∙ οι επερχόμενες εκλογές στη Ρωσία∙ και, τα υπόλοιπα ανοιχτά μέτωπα στη Μέση Ανατολή και αλλού.
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν, δυο χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, είναι πόσο μπορεί να αντέξει η Ουκρανία, ούσα σε δυσχερέστερη θέση ισχύος σε σύγκριση με τη Ρωσία από πλευράς στρατιωτικής ισχύος, στη συνεχιζόμενη επιθετικότητα που δέχεται. Τούτου λεχθέντος, ο συνεχιζόμενος πόλεμος πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα του σχετικού ερωτήματος που αφορά στο πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά, και η Δύση, γενικά, μπορούν να αντέξουν όσον αφορά στην χρηματοδότηση της άμυνας της Ουκρανίας. Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει, κατ’ εκτίμηση, παράσχει χρηματική βοήθεια ύψους πέραν των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ στις αρχές του μήνα δεσμεύτηκε για βοήθεια ύψους 54 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το 2027, με το Ηνωμένο Βασίλειο να έχει παράσχει χρηματική βοήθεια ύψους 15 δισεκατομμυρίων και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής βοήθεια ύψους 66 δισεκατομμυρίων και δέσμευση, υπό την αίρεση της έγκρισης της Βουλής, για επιπρόσθετη βοήθεια 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η μακρά διάρκεια του πολέμου έχει επιφέρει κόπωση, χρηματοδοτική και άλλως πως, στις χώρες και οργανισμούς που στηρίζουν την Ουκρανία. Προφανώς, οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι και, έτι περισσότερο, οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί δεν είναι επαρκείς, εκ των αποτελεσμάτων τους, ως αποτρεπτικές για την στάση της Ρωσίας, η οποία έχει μια επερχόμενη εκλογική διαδικασία το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να αναμένει, με τον νυν Πρόεδρο να αποτελεί το αδιαφιλονίκητο φαβορί, την ίδια στιγμή που στην Ευρώπη υπάρχουν εκλογές τον Μάιο – Ιούνιο και αλλαγές στα θεσμικά όργανά της, ενώ στις ΗΠΑ ήδη βρισκόμαστε σε μια έντονη προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του Νοεμβρίου, αποτυπώματα της οποίας βλέπουμε καθημερινά με διαφορετικούς τόνους – δεδομένα που έχουν την δική τους σημασία όσον αφορά στην έκβαση των πολιτικών στήριξης προς την Ουκρανία. Η εκτίμηση, στο παρόν στάδιο του πολέμου, είναι ότι αυτός βρίσκεται, τουλάχιστον, σε αδιέξοδο, με την Ουκρανία να έχει απωλέσει περίπου το 20% των εδαφών της, την Ρωσία να ελέγχει τον στρατηγικής σημασίας χερσαίο διάδρομο μεταξύ Κριμαίας (που είχε προσαρτήσει το 2014) και Ντονμπάς, με πλήρη έλεγχο της Αζοφικής Θάλασσας αλλά και την Ουκρανία να έχει πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για σκοπούς εμπορίου.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναχθεί σε υπαρξιακού χαρακτήρα για τις εμπλεκόμενες πλευρές και αυτό έχει συνέπειες γεωπολιτικού περιεχόμενου για τον υπόλοιπο κόσμο. Σε συνάρτηση με τα λοιπά ανοιχτά μέτωπα συγκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή, αναδεικνύει την ρευστότητα που ενυπάρχει στην σύγχρονη γεωπολιτική πραγματικότητα με αλυσιδωτές επιπτώσεις που αγγίζουν, εδώ και αρκετό καιρό, την καθημερινότητά μας.