Ένα «ναι» στο δημοψήφισμα της Τουρκίας, θα καταστήσει τον Ταγίπ Ερντογάν ένα σύγχρονο Σουλτάνο.
Με την τροποποίηση 18 συνταγματικών άρθρων, στόχος είναι η αντικατάσταση του κοινοβουλευτικού συστήματος, με ένα αποκλειστικά προεδρικό σύστημα, το οποίο θα ενισχύσει τον ρόλο του Προέδρου με αυξημένες αρμοδιότητες.
Το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, είναι το έβδομο και κρισιμότερο που διεξάγεται από ιδρύσεως του σύγχρονου τουρκικού κράτους.
Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Τούρκου Προέδρου, που αποτελεί το κεντρικό πρόσωπο αυτής της καμπάνιας, είναι ότι κατάφερε να καταστήσει το δημοψήφισμα στη χώρα του, ως ένα γεγονός παγκοσμίου ενδιαφέροντος. Μέσα από το δημοψήφισμα, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ουσιαστικά υποδείξει σε όλους, πώς και γιατί θα πρέπει να τους ενδιαφέρει το τελικό αποτέλεσμα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προσέλκυσε η κόντρα που αναπτύχθηκε μεταξύ Ερντογάν και ΕΕ. Ο Τούρκος Πρόεδρος αντάλλαξε βαριές κουβέντες με ηγέτες ευρωπαϊκών κρατών. Το 2017, έφτασε στο σημείο να χαρακτηρίζει τους Γερμανούς, τους Ολλανδούς και άλλους, Ναζί, εξοργίζοντας τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Μπορεί να λέγεται ότι όλα αυτά, τα είπε στα πλαίσια μιας ακραίας ρητορικής που στόχο είχε τη συσπείρωση των εθνικιστικών στοιχείων της Τουρκίας και πως μετά το δημοψήφισμα, θα «λογικευτεί». Ωστόσο, στην Ευρώπη, οι πολιτικοί ηγέτες, ξέρουν ότι ακόμα και αν «λογικευτεί», θα είναι δύσκολο να εξηγήσουν στις κοινωνίες τους, γιατί θα πρέπει να διατηρηθεί ζωντανή η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.
Οι εκτιμήσεις για την επόμενη μέρα ενός «Ναι», ή ενός «Όχι», δεν μπορούν να είναι ασφαλείς.
Όσο και αν το αναλύουμε, είναι δύσκολο για κάποιον παρατηρητή, να αποφασίσει, κατά πόσο θα προτιμούσε μια Τουρκία, υπό τον πλήρη έλεγχο του συγκεκριμένου ανθρώπου, ή μια Τουρκία σε νέα περίοδο εμφύλιας αναταραχής και ένα Ερντογάν, που συνήθως, επιλέγει σε αυτές τις στιγμές, να εξωτερικεύει τα εσωτερικά του ζητήματα.