Τα οφέλη από την ευρύτερη διαχείριση των εξελίξεων που ακολούθησαν της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει η Άγκυρα. Η Τουρκία κερδίζει τα εύσημα των Αμερικανών οι οποίοι εμφανίζονται αποφασισμένοι να επαναφέρουν τη ΝΑΤΟϊκή σύμμαχο τους πίσω στις αγκάλες της Δύσης, αντιλαμβανόμενοι όμως πάντοτε ότι η Τουρκία θα εξακολουθεί να πατά σε δύο βάρκες. Το ζητούμενο πλέον για την Ουάσιγκτον, σύμφωνα με αναλύσεις, είναι όπως το κέντρο βάρους να έχει δυτική προσέγγιση.
Το επόμενο σημαντικό βήμα στην προσπάθεια αυτή, είναι η επίσκεψη του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην Ουάσιγκτον στις 18 Μάϊου κατόπιν πρόσκλησης του Αμερικανού ομόλογου του Άντονι Μπλίνκεν.
Σε δηλώσεις του ο κ. Μπλίνκεν ανέφερε τη Δευτέρα ότι η Τουρκία παίζει ένα «σημαντικό ρόλο» στο να διασφαλιστεί ότι η Ρωσία θα λογοδοτήσει για τον πόλεμο της ενάντια στην Ουκρανία. Ο Μπλίνκεν διασύνδεσε την επίσκεψη Τσαβούσογλου με το τελευταίο στοιχείο.
«Υπάρχει χρόνος μέχρι τότε, όμως φαντάζομαι ότι η ατζέντα θα είναι πλήρης», ανέφερε ο εκπρόσωπος του State Department Νεντ Πράις σε δηλώσεις του, επισημαίνοντας ότι ως σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και ως διμερείς εταίροι, έχουν σειρά κοινών συμφερόντων με τους Τούρκους.
ΗΠΑ και Τουρκία ξεκίνησαν στις 4 Απριλίου ένα στρατηγικό μηχανισμό ο οποίος έχει στόχο την επέκταση της διμερούς συνεργασίας τους. Ανακοινώνοντας τότε τον μηχανισμό οι δύο πλευρές μιλούσαν για την ανάγκη να δοθεί μια δίκαιη διπλωματική λύση στο ουκρανικό, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευση τους για την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Στην ατζέντα αναμένεται να βρεθεί και το θέμα των πυραύλων S-400 καθώς επίσης και ο τερματισμός της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα παραγωγής των μαχητικών F-35, ως επίσης και το αίτημα της Άγκυρας αν μη τι άλλο να αναβαθμίσει τον υφιστάμενο στόλο των F-16 και να αποκτήσει ένα μεγάλο αριθμό καινούργιων μαχητικών.
Η ανάλυση σε Λευκωσία και Αθήνα
Τυχόν εξομάλυνση των προβληματικών σχέσεων Ουάσιγκτον-Άγκυρας όπως διαμορφώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια ιδιαίτερα μετά την απόκτηση από την Τουρκία των ρωσικών πυραύλων S-400, θα έχει αντίκτυπο και για την Ελλάδα και για την Τουρκία.
Υπάρχουν δύο αναλύσεις.
Η πρώτη ότι η Τουρκία επιστρέφοντας σε δυτική τροχιά θα είναι πολύ πιο συνεννοήσιμη, καθώς και πως οι Αμερικανοί θα μπορούν ευκολότερα να συμβάλουν στα διμερή ζητήματα ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την κινητοποίηση που παρατηρείται στα ενεργειακά μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αυτή η σχολή σκέψης διαβλέπει «ευκαιρίες» συνεργασίας που δύναται να συμβάλουν και σε επίλυση διμερών προβλημάτων και ενδεχομένως και του κυπριακού.
Μια δεύτερη σχολή σκέψης επιμένει πως η Τουρκία απλώς θα αρκεστεί να αξιοποιήσει τη δυναμική που θα της δώσει η βελτίωση των σχέσεων με την Ουάσιγκτον για να ικανοποιήσει τους δικούς της στόχους. Υποστηρίζουν πως στο πλαίσιο ενός «παζαριού» θα επιχειρήσει να λάβει οφέλη στρέφοντας τις αμερικανικές πιέσεις προς Αθήνα και Λευκωσία οι οποίες αμφότερες θα κληθούν να δείξουν μεγαλύτερη ελαστικότητα σε ότι αφορά τα θέματα με την Τουρκία.
Είναι πάντως κοινώς παραδεκτό ότι η προσέγγιση των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ είναι εντελώς διαφορετική απ’ ότι της Κυβέρνησης Τραμπ. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζονται τα προβλήματα της περιοχής θυμίζουν την κινητοποίηση που δημιουργήθηκε το 2014 όταν με άξονα τις ευκαιρίες συνεργασίας στην ενέργεια, δόθηκε ένα δυνατό σπρώξιμο στον διάλογο για επίλυση του κυπριακού.