Με τα ιδιωτικά εργαστήρια να μπαίνουν πλέον στον “χορό” των εξετάσεων για κορωνοϊό, αρκετοί πολίτες που πέρασαν ελαφρά συμπτώματα ή έχουν μερικές υποψίες ότι ενδεχομένως να έχουν μολυνθεί με τον κορωνοϊό μέσω επαφών τους εξετάζουν το ενδεχόμενο να κάνουν το τεστ καλού κακού. Πότε αξίζει όμως πραγματικά να το κάνουν;
Επικοινωνήσαμε με τον επιδημιολόγο Δρ. Μιχάλη Βωνιάτη ο οποίος μας έδωσε χρήσιμες διευκρινήσεις.
Πότε αξίζει να κάνει κάποιος το τεστ;
“Αξίζει να το κάνει αν έχει συμπτώματα. Χωρίς συμπτώματα ή κάποιο ιστορικό επαφής με κάποιο ύποπτο κρούσμα, δεν υπάρχει λόγος να κάνει το τεστ. Αν δεν έχει συμπτώματα, 99% θα βγει μάλλον αρνητικό.”
Αν κάποιος είχε ήπια συμπτώματα και του έδωσαν οδηγίες να περιοριστεί για 14 ημέρες, τώρα είναι καλά, αξίζει τον κόπο να κάνει το τεστ;
“Το τεστ γίνεται με την μοριακή μέθοδο και μπορεί να αναγνωρίσει κατά πόσο υπάρχει λοίμωξη τη στιγμή που γίνεται. Όσο απομακρυνόμαστε χρονικά από την περίοδο που αναπτύχθηκαν τα συμπτώματα τόσο μειώνεται το ιικό φορτίο και άρα τόσο πιο δύσκολο είναι να εντοπιστεί.”
Αν κάποιος είχε ήπιας μορφής συμπτώματα, μέχρι πόσες μέρες μετά είναι ανιχνεύσιμος ο ιός;
“Αν πέρασε ήπιας μορφής συμπτώματα και τώρα είναι καλά, ο ιός μπορεί να είναι ανιχνεύσιμος περίπου μέχρι και 7 ημέρες μετά από την ημέρα που έχει νοσήσει. Αν τώρα κάποιος θέλει γενικότερα να δει κατά πόσο πέρασε τον ιό γενικότερα, το τεστ που πρέπει να κάνει είναι τεστ αντισωμάτων για να εντοπίσει κατά πόσο ο οργανισμός του έχει αναπτύξει τα αντισώματα απέναντι στον κορωνοϊό. Αυτό είναι ένα διαφορετικό τεστ το οποίο ίσως και να μην υπάρχει στην Κύπρο.”