Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε δυο από τις αιτήσεις που καταχώρησε ο Γενικός Εισαγγελέας για αναστολή εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων για καταβολή αποζημιώσεων που επιδικάστηκαν υπέρ εναγόντων στην υπόθεση του εργοστασίου Άστρασολ.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Οι αιτήσεις αφορούν δύο εκ των συνολικά είκοσι δύο αγωγών που καταχώρησαν κάτοικοι και εργαζόμενοι στην περιοχή Λατσιών για οχληρία λόγω οσμών και θορύβου από το εργοστάσιο της Άστρασολ, αλλά και για την πρόκληση της ασθένειας του καρκίνου, ως αποτέλεσμα της εκπομπής της καρκινογόνου ουσίας διχλωρομεθάνιο από το εν λόγω εργοστάσιο.
Το Δικαστήριο απέδωσε ευθύνη «για πρόκληση καρκίνου λόγω ενεργειών ή παραλείψεων» εναντίον τριών εναγομένων και συγκεκριμένα του Φοίβου Λιασή, της Αστρασόλ Λτδ και της Δημοκρατίας, επιδικάζοντας στη συνέχεια αποζημιώσεις εναντίον τους και υπέρ των εναγόντων.Ο Γενικός Εισαγγελέας είχε καταχωρήσει αιτήσεις για αναστολή εκτέλεσης των αποφάσεων για καταβολή αποζημιώσεων προς τους ενάγοντες μέχρι την εκδίκαση της έφεσης που καταχώρησε εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ημερομηνίας 29/12/2017.Το δικαστήριο εξέδωσε μέχρι στιγμής δυο αποφάσεις σε σχέση με ισάριθμες αιτήσεις του Γ. Εισαγγελέα για αναστολή εκτέλεσης αποφάσεων για αποζημιώσεις. Η μια εκ των δυο αποφάσεων αφορά τους ενάγοντες Θεοφάνη Χρύσανθου και Κωνσταντίνα Μπάρκα, γονείς του Σταύρου, ηλικίας 11 ετών, από τα Λατσιά, ο οποίος είχε διαγνωστεί με λευχαιμία, υπέρ των οποίων επιδικάστηκαν διάφορα ποσά ως αποζημιώσεις.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, με την αίτησή του ο Γενικός Εισαγγελέας εισηγείτο ότι «είναι ορθό και δίκαιο να εκδοθεί διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης διότι αν αυτή εκτελεστεί δεν θα μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη έστω και αν η έφεση πετύχει» και ο ίδιος «θα ζημιωθεί».
Οι λόγοι των ενστάσεων
Οι ενάγοντες καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα, προβάλλοντας συνολικά έξι λόγους ένστασης.
Σύμφωνα με τους ενάγοντες, «δεν συντρέχουν στην υπό κρίση περίπτωση εξαιρετικές και/ή ιδιάζουσες και/ή πολύ ειδικές περιστάσεις (special grounds) που να δικαιολογούν τη δυνατότητα παρέκκλισης από την αρχή της εκτελεστότητας δικαστικής απόφασης και/ή την κατ’ εξαίρεση χορήγηση αναστολής εκτέλεσης» και πως οι λόγοι για τους οποίους ο Γ. Εισαγγελέας αιτείται την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης «είναι γενικοί, ασαφείς και αόριστοι και δεν ικανοποιούν τα κριτήρια και αρχές που έχουν καθιερωθεί για να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης διατάγματος αναστολής εκτέλεσης».Υποστήριξαν, επίσης, «ότι το ισοζύγιο της δικαστικής διακριτικής ευχέρειας, κλίνει υπέρ της μη έκδοσης του αιτούμενου Διατάγματος» και πως ο Γενικός Εισαγγελέας «ουδεμία βλάβη ή ουσιαστικό επηρεασμό των δικαιωμάτων του θα υποστεί από τη μη ευόδωση της υπό κρίση Αίτησης και δεν παρέθεσε οποιαδήποτε μαρτυρία για κατ’ ισχυρισμό ζημία»Υποστήριξαν ακόμη ότι «καμία μαρτυρία και/ή επαρκής και/ή καλός λόγος δεν δίνεται ότι με την μη αναστολή της εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης η καταχωρηθείσα έφεση θα χάσει το αντικείμενο της και/ή με την εκτέλεση της απόφασης η κατάσταση δεν θα είναι μη αναστρέψιμη», «η Έφεση που καταχωρήθηκε δεν έχει οποιεσδήποτε προοπτικές επιτυχίας» και τέλος, ότι «ο Αιτητής δεν προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και η αίτηση είναι κακόπιστη με μοναδικό σκοπό την αποφυγή και/ή καθυστέρηση της ανάληψης των εξ αποφάσεως ευθυνών και/ή υποχρεώσεων τους Καθ’ ων η Αίτηση».
Το δικαστήριο σημειώνει, μεταξύ άλλων, στην απόφασή του ότι «είναι μεν προφανές ότι δεν μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την έκβαση της Έφεσης, πλην όμως προκύπτει ότι δεν πρόκειται για μια αβάσιμη ή παντελώς ατεκμηρίωτη υπόθεση. Αντιθέτως, στον βαθμό που μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο της παρούσας, προβάλλει ότι η Έφεση έχει πιθανότητες επιτυχίας». Απέρριψε, ωστόσο, την εισήγηση του Γ. Εισαγγελέα ότι σε περίπτωση μη αναστολής, η έφεση θα καταστεί άνευ αντικειμένου και πως «αν εκτελεστεί η απόφαση δεν θα μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη έστω και αν πετύχει η έφεση».
Καταλήγοντας, το δικαστήριο αποφάσισε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας « δεν έχει αποσείσει το βάρος που έφερε να καταδείξει ότι η Έφεση θα χάσει την αποτελεσματικότητα της σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος», απορρίπτοντας την αίτησή του για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης για αποζημιώσεις.