Γυρνάμε το χρόνο πίσω στις 6 Ιανουαρίου του 1975. Η Νότιγχαμ Φόρεστ, η οποία βολοδέρνει στη 2η κατηγορία της Αγγλίας και πολλές φορές «φλερτάρει» με τον υποβιβασμό στην 3η, προσλαμβάνει ως προπονητή τον Μπράιαν Κλαφ. Ο Άγγλος τεχνικός, γνωστός για τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του, λίγους μήνες πριν είχε απομακρυνθεί από τον πάγκο της Λιντς, μετά από μόλις 44 ημέρες θητείας.
Ο Κλαφ κατάφερε να κρατήσει τη Φόρεστ στη 2η κατηγορία και στην πρώτη του «γεμάτη» σεζόν, τερματίζει στην 8η θέση. Η έλευση του παλιόφιλού του και πρώην συνεργάτη του στη Ντάρμπι Κάουντι, Πίτερ Τέιλορ, ήταν αυτή που έδωσε το έναυσμα για την επιτυχημένη συνέχεια: άνοδος, πρωτάθλημα στην πρώτη σεζόν στη μεγάλη κατηγορία και δύο συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών Ευρώπης. Ο Κλαφ έμεινε στον πάγκο της Φόρεστ μέχρι το 1993, όταν και η ομάδα υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία της Αγγλίας.
Η επιστροφή στις δόξες
Οι «ρεντς» κατάφεραν να επιστρέψουν στη μεγάλη κατηγορία και μάλιστα στην πρώτη τους σεζόν στην επιστροφή τους, τερμάτισαν στην 3η θέση, παίρνοντας το εισιτήριο για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Ωστόσο, τα πράγματα δεν θα ήταν ποτέ τα ίδια. Πάλι υποβιβασμός το 1997, άνοδος στο καπάκι και υποβιβασμός μια και καλή το 1999. Η Φόρεστ όχι απλά δε σήκωσε κεφάλι, αλλά έφτασε στο σημείο να πέσει και στην τρίτη κατηγορία.
Φτάνουμε στις 18 Μαΐου του 2017. Ο επιχειρηματίας από το Κουβέιτ, Φαουάζ Αλ Χασάουι, ο οποίος είχε στην ιδιοκτησία του το σύλλογο από το Νότιγχαμ, ανακοίνωσε πως παραχωρεί τις μετοχές του στον ιδιοκτήτη του Ολυμπιακού, Βαγγέλη Μαρινάκη. Ο Έλληνας εφοπλιστής, με άμεσους συνεργάτες τους Σωκράτη Κομινάκη και Γιάννη Βρέντζο, προσπαθεί από την αρχή να βάλει το στίγμα του στο σύλλογο, προσπαθώντας παράλληλα να τον διατηρήσει εντελώς συνδεδεμένο με την κουλτούρα του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Εκείνο το διάστημα, η Φόρεστ πάλι έπαιζε για την παραμονή της στην Τσάμπιονσιπ και σώθηκε στην ισοβαθμία, επειδή είχε καλύτερη διαφορά τερμάτων από την Μπλάκμπερν. Τα βήματα που γίνονταν στο σύλλογο ήταν αργά και σταθερά. Η Νότιγχαμ σιγά-σιγά βελτίωνε την αγωνιστική της εικόνα, αλλά και τη βαθμολογική της θέση, αλλά το μεγάλο όνειρο για την επιστροφή στην Πρέμιερ Λιγκ δεν έφυγε ποτέ. Το 2020, οι «ρεντς» έχασαν στην ισοβαθμία το εισιτήριο για τα πλέι οφ ανόδου από τη Σουόνσι, ενώ δύο χρόνια αργότερα τα κατάφεραν. Τερμάτισαν στην 4η θέση, απέκλεισαν τη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ στα πέναλτι και κέρδισαν την Χάντερσφιλντ στον τελικό του «Γουέμπλεϊ».
Μεταγραφές και καθιέρωση
Όπως ήταν λογικό, αποτέλεσε είδηση στην Αγγλία η επιστροφή της Νότιγχαμ Φόρεστ στα σαλόνια. Μεγαλύτερη αίσθηση, ωστόσο, προκάλεσε το γεγονός πως εκείνο το καλοκαίρι, ο σύλλογος έκανε ένα… σκασμό μεταγραφές. Μόργκαν Γκιμπς-Ουάιτ, Ρέμο Φρόιλερ, Τζέσι Λίνγκαρντ, Ταΐγουο Αβονίγι και Σερζ Οριέ ήταν μερικές χαρακτηριστικές κινήσεις. Με προπονητή τον Στιβ Κούπερ, που είχε καταφέρει να οδηγήσει την ομάδα στην άνοδο, οι «ρεντς» εξασφάλισαν την παραμονή τους. Κάτι τέτοιο έγινε και την αμέσως επόμενη σεζόν, αν και στο μεσοδιάστημα ο Κούπερ αποτέλεσε παρελθόν και τη θέση του πήρε ο -νυν προπονητής- Νούνο Εσπίριτο Σάντο.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Η Φόρεστ έχει κάνει εντυπωσιακή εκκίνηση, έχει πάρει σημαντικές νίκες, όπως αυτή στο «Άνφιλντ» κόντρα στη Λίβερπουλ και κάνει όνειρα ακόμη και για το Τσάμπιονς Λιγκ, μιας και βρίσκεται στην 3η θέση. Η πορεία των «ρεντς» δεν είναι καθόλου τυχαία. Τα εύσημα πηγαίνουν σε ποδοσφαιριστές και τεχνικό επιτελείο, αλλά για να γίνουν όσα έγιναν, χρειάστηκαν και οι σωστοί άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις.
Εδώ και λίγο διάστημα, ο Βαγγέλης Μαρινάκης προσέλαβε τον Ελληνογερμανό Γιώργο Συριανό, ο οποίος ήταν ο άνθρωπος που είχε αναλάβει το σχεδιασμό της Φόρεστ μέχρι τον Οκτώβριο του 2022. Ο 35χρονος ομογενής επέστρεψε στη Φόρεστ και μεσολάβησε για ορισμένες πετυχημένες μεταγραφικές κινήσεις, όπως ο Μορένο, ο Μιλένκοβιτς, αλλά και ο 32χρονος πρώην άσος της Νιούκαστλ, Κρις Γουντ, που αποτελεί τη μεγαλύτερη «αποκάλυψη» της σεζόν. Ταυτόχρονα, έβαλε στα ταμεία του συλλόγου πάνω από 80 εκατομμύρια ευρώ από τις πωλήσεις των Νιακατέ, Βλαχοδήμο και Μανγκαλά.
Οι φίλοι των «ρεντς» πετάνε στα σύννεφα και πολλές φορές έχουν δείξει την αγάπη τους προς τον Έλληνα ιδιοκτήτη της ομάδας. Πρόσφατα, μάλιστα, σήκωσαν ένα πανό για εκείνον που έγραφε «Μια φορά επαναστάτης, για πάντα επαναστάτης». Η Νότιγχαμ επέστρεψε για τα καλά και είναι αποφασισμένη για να καθιερωθεί στα μεγάλα σαλόνια και μάλιστα έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο. Και ο κόσμος της, μπορεί να ονειρεύεται ξανά. Μεγάλο ρόλο σε αυτή την προσπάθεια της Φόρεστ έχει και ο γιος του Βαγγέλη Μαρινάκη, Μιλτιάδης, ο οποίος δηλώνει πολλές φορές το «παρών» στα παιχνίδια της ομάδας. Ο μεγαλύτερος εκ των τεσσάρων παιδιών του Έλληνα εφοπλιστή, έχει ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του στο χώρο του ποδοσφαίρου και των επιχειρήσεων.
Το επόμενο βήμα
Η διοίκηση Μαρινάκη δε σταματάει εκεί. Εδώ και αρκετό καιρό, ο Έλληνας εφοπλιστής έχει εκφράσει την επιθυμία του να αναβαθμίσει την ιστορική έδρα της Φόρεστ, το «Σίτι Γκράουντ» και να τη μετατρέψει σε ένα γήπεδο 50 χιλιάδων θέσεων από τις 30 χιλιάδες που είναι σήμερα. Το σχέδιο είναι να γίνει ανοικοδόμηση της κερκίδας «Πίτερ Τέιλορ» και επέκταση της κερκίδας «Μπρίτζφορντ», με το σύλλογο να διαπραγματεύεται με το Δημοτικό Συμβούλιο του Νότιγχαμ. Οι αυξημένες απαιτήσεις του Δήμου, οδήγησαν τον Βαγγέλη Μαρινάκη να αγοράσει τον περασμένο Ιούνιο τη γή όπου βρίσκεται το γήπεδο, εξασφαλίζοντας το μέλλον της ομάδας για τα επόμενα 126 χρόνια. Ο ίδιος δήλωσε πως θέλει να σεβαστεί τις ρίζες του συλλόγου, παραμένοντας στο «Σίτι Γκράουντ» και μετατρέποντάς το σε μία από τις πλέον σύγχρονες έδρες της Αγγλίας.
Παντού επιτυχίες
Από τη στιγμή που ο Βαγγέλης Μαρινάκης εξασφάλισε τις μετοχές της Νότιγχαμ Φόρεστ, αρκετοί ήταν οι φίλοι του Ολυμπιακού που δεν είδαν με καλό μάτι αυτή την κίνηση. Πράγματι, δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο το να διοικεί ένας άνθρωπος δύο ιστορικές και μεγάλες ομάδες. Λίγα χρόνια αργότερα, ωστόσο, οι φίλοι των «ερυθρόλευκων» έχουν αναθεωρήσει. Από το 2010, όταν και ανέλαβε ο Έλληνας εφοπλιστής, οι Πειραιώτες κατέκτησαν 10 πρωταθλήματα, τέσσερα Κύπελλα και φυσικά το Κόνφερενς Λιγκ, το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε διασυλλογικό επίπεδο. Σε τελική ανάλυση, η κίνηση αυτή βοήθησε τόσο τον Ολυμπιακό, όσο και τη Νότιγχαμ Φόρεστ, κάτι που φαίνεται από τα αποτελέσματα. Κι εδώ και ένα χρόνο περίπου, σε αυτό το γκρουπ ανήκει και η πορτογαλική Ρίο Άβε, με την ελπίδα ότι κι αυτή σε κάποια φάση θα μπει «σφήνα» ανάμεσα στις μεγάλες ομάδες της χώρας της. Κάτι που δε μοιάζει ακατόρθωτο, μιας και ο ιδιοκτήτης της έχει αποδείξει ότι ξέρει να βάζει τους κατάλληλους ανθρώπους στις σωστές θέσεις.
*Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Nottingham Forest FC (Facebook Page)