Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών έχει προκαλέσει ανησυχία στις ασιατικές αγορές, καθώς οι χώρες της περιοχής προετοιμάζονται για τις επιπτώσεις μιας πιθανής εμπορικής σύγκρουσης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Ο κ. Τραμπ, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, υποσχέθηκε να επιβάλει δασμούς έως και 60% σε όλα τα κινεζικά προϊόντα που εισέρχονται στις ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να εξισορροπήσει το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών.
Όπως μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, αν και οι αναλυτές αμφισβητούν την πιθανότητα εφαρμογής τόσο υψηλών δασμών, οι συνέπειες μιας τέτοιας πολιτικής θα μπορούσαν να είναι σημαντικές. Εκτιμάται ότι η κινεζική οικονομία θα μπορούσε να υποστεί μείωση του ΑΕΠ από 0,7% έως 1,6%. Η μείωση της ζήτησης για κινεζικά προϊόντα από τις ΗΠΑ θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία, όπου οι παραγωγικές αλυσίδες είναι στενά συνδεδεμένες με την Κίνα και υπάρχει σημαντική επενδυτική δραστηριότητα από το Πεκίνο.
Ο Άνταμ Άχμαντ Σάμντιν από την Oxford Economics επισημαίνει ότι η χαμηλότερη ζήτηση για κινεζικά αγαθά θα μεταφραστεί σε μειωμένη ζήτηση για εξαγωγές από τις χώρες της ASEAN, ακόμη και αν δεν επιβληθούν δασμοί απευθείας σε αυτές τις οικονομίες. Η Ινδονησία είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη λόγω των εξαγωγών της σε νικέλιο και άλλα μέταλλα, ενώ η Κίνα αποτελεί τον κύριο εμπορικό εταίρο για την Ιαπωνία, την Ταϊβάν και τη Νότια Κορέα.
Επιπλέον, ο κ. Τραμπ έχει προειδοποιήσει για αύξηση δασμών κατά 10% έως 20% σε όλες τις εισαγωγές, στο πλαίσιο των προστατευτικών του πολιτικών. Η έκταση των επιπτώσεων αυτών εξαρτάται από την άμεση έκθεση κάθε οικονομίας στις ΗΠΑ. Για παράδειγμα, το 39,1% των εξαγωγών της Καμπότζης, το 27,4% του Βιετνάμ, το 17% της Ταϊλάνδης και το 15,4% των Φιλιππίνων κατευθύνονται στην αμερικανική αγορά.
Χώρες που λειτουργούν ως «συνδετικοί κρίκοι», μέσω των οποίων κινεζικές εταιρείες διοχετεύουν τα προϊόντα τους για να αποφύγουν τους αμερικανικούς δασμούς, μπορεί να βρεθούν στο στόχαστρο. Το Βιετνάμ, για παράδειγμα, ενδέχεται να αντιμετωπίσει πρόσθετους δασμούς στα ηλεκτρονικά του προϊόντα. Η Ινδία επίσης κινδυνεύει να γίνει στόχος προστατευτικών μέτρων λόγω της μεγάλης χρήσης κινεζικών εξαρτημάτων στα προϊόντα της. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερους δασμούς σε τομείς όπως τα αυτοκίνητα, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα φάρμακα, καθιστώντας τις ινδικές εξαγωγές λιγότερο ανταγωνιστικές στις ΗΠΑ.
Παρά τις αρνητικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα, υπάρχει η πιθανότητα ορισμένες ασιατικές χώρες να επωφεληθούν μακροπρόθεσμα από τη μετεγκατάσταση εργοστασίων εκτός Κίνας. Η στρατηγική «Κίνα+1», που ξεκίνησε κατά την πρώτη θητεία του κ. Τραμπ, έχει οδηγήσει σε μεταφορά παραγωγής προς την Ινδία, τη Μαλαισία, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ. Το Βιετνάμ έχει ήδη προσελκύσει σημαντικές επενδύσεις από εταιρείες όπως οι Foxconn, Pegatron και Samsung, καθιστώντας το δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα smartphones παγκοσμίως μετά την Κίνα.
Ωστόσο, η αναδιάρθρωση των παραγωγικών αλυσίδων μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια αποδοτικότητας και αύξηση του κόστους, με αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια ανάπτυξη. Παρά την πιθανή αύξηση του μεριδίου αγοράς, οι ασιατικές χώρες ενδέχεται τελικά να δουν την κατάστασή τους να επιδεινώνεται λόγω της μειούμενης παγκόσμιας ζήτησης.