«Αχ η ξενιτιά το χαίρεται
Τζιβαέρι μου
Το μοσχολούλουδό μου
Σιγανά και ταπεινά»
Άλλοι για σπουδές και δουλειά, άλλοι από έρωτα ή από περιέργεια και αναζήτηση. Άλλοι κυνηγώντας όνειρα κι εμπειρίες κι άλλοι…κυνηγημένοι… Σε αεροδρόμια, λιμάνια, σταθμούς ή… καταμεσής της θάλασσας. Όλοι όμως με μια βαλίτσα στο χέρι φορτωμένη ελπίδα, ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο σε έναν ξένο τόπο. Όλοι με μια ραγισμένη καρδιά για όσα αφήνουν πίσω… Όλοι τους…ξενιτεμένοι…
Μετανάστες. Ξένοι. Πρόσφυγες. Απόδημοι. Λέξεις που κουβαλούν βαριά συναισθήματα. Που στο πίσω τους μέρος περιγράφουν…τον ξεριζωμό…
«Μη μου θυμώνεις μάτια μου που φεύγω για τα ξένα…»
Σαν δεκανίκι θαρρείς, σαν παρηγοριά και βάλσαμο, το δρόμο του ξεριζωμού θα βαδίζει κι η πέμπτη τέχνη εκφράζοντας όλης της γης τους ξενιτεμένους.
«Τα τρένα που φύγαν αγάπες μου πήρανε…»
Ταξίδια από επιλογή, ταξίδια χωρίς άλλη επιλογή και ταξίδια που άλλοι επέλεξαν για εσένα…
«Πικρό είναι το ταξίδι μου δεν ξέρω πού πηγαίνω,
εσύ να λες για τη ζωή κι εγώ ν’ αργοπεθαίνω.»
«Μέσα στη νύχτα σαπιοκάραβο γεμίζει,
στοίβα οι ψυχές που κουβαλά,
ούτε μαντίλι, ούτε μάτι να δακρύζει
που ξεμακραίνει από τη στεριά»
Ο πολυπόθητος νόστος δεν έρχεται για όλους… Είναι κάποιοι που αδημονούν να επιστρέψουν στο σπίτι και τον τόπο τους…μα δεν απέμεινε κάτι από αυτό…
«Μέσα απ’ τα σύρματα τα σύνορα περνάω
και την πατρίδα που μου στέρησαν ζητάω
άφησα πίσω μου έναν τόπο ρηγμαγμένο
κι ούτε ένα γράμμα από ‘κει δεν περιμένω.»
Κι έπειτα…εκτός από αυτούς που φεύγουν είναι…κι αυτοί που μένουν…
«Αυτοί που φεύγουν σφίγγουν τα χείλια
πνίγουν τα δάκρυα να μη φανούν
κι αυτοί που μένουν κουνούν μαντήλια
κι αναστενάζουν γιατί πονούν.»
Πόσες χιλιάδες γράμματα αποπειράθηκαν να χωρέσουν τον καημό της επιστροφής;
«Έχω ένα καφενέ στου λιμανιού την άκρη
τον έχτισε το δάκρυ αυτών που μένουνε και περιμένουνε»
«Φοβούμε μήπως συνηθίσω έτσι, πάντα από μακριά να σ’ αγαπώ», έγραφε ο Σεφέρης στη σύζυγό του.
«Τώρα που πας στη ξενιτειά πουλί θα γίνω του νοτιά γρήγορα να σ’ ανταμώσω.»
«Την καρδιά μου, αχ φωτιά μου, όποιος δει
Να του πει να ‘ρθει κοντά μου, μην αργεί
Ξενιτιά μου, ερωτά μου, φως κι αυγή
Πριν ραγίσει απ’ το σεβντά μου όλη η γη»
Για τη λαχτάρα της επιστροφής θα μιλούσε ο Νίκος Γκάτσος.«Όσο κι αν ταξιδεύεις μακριά, η πατρίδα είναι πάντα εκεί και η καρδιά σου δεν θα ησυχάσει αν δεν επιστρέψεις».
«Κάνε Παναγιά η ξενιτιά να πάψει
κι άλλη μάνα πια για χωρισμό μην κλάψει
κι όλα τα παιδιά στο σπίτι τους να ‘ρθουν ξανά»
Κι αν κάποτε κάποιοι βρίσκουν τελικά το δρόμο της επιστροφής, πάντα θα κάποιοι θα φεύγουν…