Πριν από μερικές ημέρες συναναστράφηκα για πρώτη φορά με άτομο από την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Δεν έγινε με προσωπική πρωτοβουλία κάποιου, αλλά στο πλαίσιο των δημοσιογραφικών μου καθηκόντων. Ονόματα δεν χρειάζεται να αναφέρουμε, γιατί στην άλλη πλευρά ο φόβος έχει επιστρέψει τους τελευταίους μήνες. Ο φόβος του καθεστώτος Ερντογάν που έχει κατακλύσει την πολιτική σκηνή και την κάθε πλατεία των κατεχομένων.
Η πρώτη χειραψία μαζί της συνοδεύτηκε από ένα συναίσθημα το οποίο ήταν κάπως… Με ότι και αν σημαίνει αυτό το κάπως. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλά να ζήσω αυτή την εμπειρία της συζήτησης με ένα Τουρκοκύπριο. Να δω τι πιστεύουν και τι νιώθουν. Η συζήτηση έγινε σε άπταιστα ελληνικά! Μιλάει καλύτερα ελληνικά από πολλούς της από δω πλευράς! Χωρίς υπερβολή.
Γράφω αυτό το κείμενο, απλά για να καταγράψω την εμπειρία μου. Δεν ξέρω από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω. Για τον λόγο αυτό θα γράψω αυτά που είπαμε με ανακατεμένη σειρά και όπως τα θυμάμαι.
Το πρώτο πράγμα που την ρώτησα, είναι τι πιστεύουν στην άλλη πλευρά για τους Ελληνοκύπριους. Μου απάντησε ότι όσοι Τ/κύπριοι έχουν φίλους Ελληνοκύπριους ξέρουν ότι είναι πολύ καλοί άνθρωποι. Όσοι δεν ξέρουν Ελληνοκύπριους δεν μπορούν να ξέρουν κάτι. Μου είπε επίσης ότι υπάρχουν πολλοί Τουρκοκύπριοι που έρχονται στις ελεύθερες περιοχές και δεν λένε ότι είναι Τ/κύπριοι γιατί δεν ξέρουν αν εμείς οι Ελληνοκύπριοι δεχόμαστε την παρουσία τους.
Την ρώτησα ακόμη αν φοβάται όταν έρχεται. Μου είπε πως όταν ήταν πιο μικρή φοβόταν ότι θα την σταματήσει κάποιος να της πει κάτι. Πλέον δεν υπάρχει κάτι που να της προκαλεί φόβο, όπως μου είπε.
Αυτό που με εξέπληξε περισσότερο, είναι τα όσα μου είπε για την σχέση εποίκων – Τουρκοκυπρίων. Το συμπέρασμα που έβγαλα είναι ότι αν εμείς έχουμε μια φορά πρόβλημα με τους έποικους, αυτοί έχουν δέκα.
Της είπα ότι εμείς οι Ελληνοκύπριοι έχουμε την αίσθηση ότι βολεύονται οι Τουρκοκύπριοι με τα χρήματα που παίρνουν από την Άγκυρα. Θα γράψω ολοκληρωμένη την φράση με την οποία μου απάντησε. «Μπορούμε να δημιουργήσουμε και να ζήσουμε και μόνοι μας. Τα περισσότερα χρήματα που δίνει η Τουρκία πάνε στους Τούρκους που έφεραν μαζί τους, όχι σε εμάς τους τουρκοκύπριους».
Κάτι άλλο που άκουσα και μου προκάλεσε ενδιαφέρον, είναι ότι στην Τουρκία δεν έχουν και σε πολλή εκτίμηση τους Τουρκοκύπριους. Τους θεωρούν ως ανθρώπους που τα ήθη τους δεν συνάδουν με αυτά του τουρκικού λαού!
Αυτό όμως που μου προκάλεσε το μεγαλύτερο σοκ, ήταν η συζήτηση που κάναμε για το 1974. Όσο και αν δεν θέλουν κάποιοι να το πιστέψουν, η Τουρκοκύπρια κοπέλα μου είπε ότι η Τουρκία ήρθε με πρόφαση ότι θα σώσει τους Τ/κύπριους, με στόχο να έχει ρόλο στο νησί. Την ευθύνη όμως την έριξε σε εμάς τους Ελληνοκύπριους. «Ήμασταν πιο λίγοι από εσάς. Αν ήμασταν φίλοι εκείνα τα χρόνια δεν θα ήταν σήμερα στην Κύπρο η Τουρκία, έπρεπε τότε να ήμασταν φίλοι», μου είπε. Δεν ήξερα τι να της απαντήσω.
Με κάλεσε να πάω στα κατεχόμενα να μου κάνει το τραπέζι αυτή, ο σύζυγός της και η οικογένειά της. Μου είπε ότι θα χαρούν πολύ. Της εξήγησα ότι δεν θέλω να δείξω την ταυτότητα μου σε ένα Τούρκο στρατιώτη για να πάω σε χώματα που κρατούνται με την δύναμη των όπλων. Το σεβάστηκε.
Όπως και να έχει. Με την κοπέλα δεν συμφωνήσαμε σε όλα! Συμφωνήσαμε σε πολλά. Συμφωνήσαμε ότι πρέπει να χτίσουμε την ειρήνη, ανεξάρτητα από την λύση ή όχι του κυπριακού. Εγώ και η πρώτη Τουρκοκύπρια φίλη μου, τα καταφέραμε. Ας βρουν τώρα τον δρόμο τους και οι πολιτικοί.