Ώρα οχτώ παρά τέταρτο το πρωί, και το αεροδρόμιο Γλαύκος Κληρίδης σφίξει από ζωή. Ένα γκρούπ Αυστριακών, συνταξιούχοι με άνετα αθλητικά ρούχα και παπούτσια, από τους πρώτους τουρίστες της σεζόν, σχηματίζει ουρά δύο διαδρόμων, μπροστά από τα μηχανήματα του check in. Στο τέλος της ουράς κι εγώ. Συζητούν μεγαλόφωνα για τον καιρό και τα μικρά αναμνηστικά που θέλουν να πάρουν μαζί τους από τα duty freeτου αεροδρομίου. Ζιβανία, ελιές.
Σκέφτηκα ότι και εγώ ήθελα να πάρω Κουμανταρία για την μικρή αδελφή μου που της αρέσει πολύ και Ζιβανία για την δεύτερη.
Παρά την μεγάλη ουρά στο check in, η διαδικασία ελέγχου των διαβατηρίων κυλά γρήγορα γιατί οι υπάλληλοι ελέγχου αποφασίζουν να κατευθύνουν το μεγάλο γρούπ αποκλειστικά σε δύο γκισέ και οι υπόλοιποι ταξιδιώτες προωθούνται αμέσως στα άλλα, συρρικνώνοντας σε ελάχιστα λεπτά την αναμονή. Έχω χρόνο να ψωνίσω και να χαζέψω στα μαγαζιά του αεροδρομίου και μου αρέσει. Κατευθύνθηκα αμέσως προς τα μαγαζιά με τα παραδοσιακά προϊόντα.
Κοίταξα τις ετικέτες επάνω στα ποτά και διάλεξα μία Ζιβανία Gold που μου φάνηκε ενδιαφέρουσα επιλογή και μία Κουμανταρία St.John που έχω ξαναπάρει και μου αρέσει. Αγόρασα και σοκολάτες και ένα μικρό γκατζετάκι απ αυτά που υπάρχουν μόνον στα αεροδρόμια και συνήθως αφορούν την διευκόλυνση των ταξιδιωτών. Μία ζυγαριά για βαλίτσες!
Δίπλα μου ψώνιζαν και τουρίστες του γκρούπ. Ένας χαμογελαστός κύριος μάλιστα, με ρώτησε πληροφορίες για την Κουμανταρία που είδε να παίρνω από το ράφι. Χάρηκε όταν του είπα ότι η Κουμανταρία υπήρχε και στην αρχαιότητα.. Ξέροντας ότι συνήθως εντυπωσιάζεται ευχάριστα κάποιος καλοπροαίρετος από την μακροχρόνια ιστορία προϊόντων όπως η Κουμανταρία έβαλα ακόμα μια πινελιά Ιστορίας στην σύντομη συζήτηση …”Μπορούμε και σήμερα να απολαμβάνουμε το ίδιο γλυκόπιοτο κρασί που οι αρχαίοι αποκαλούσαν κρασί των βασιλιάδων. Το κρασί που δοξάστηκε από τον Όμηρο τον Ησίοδο, τον Ευρυπίδη”.
Μου αρέσει ο εμφανής θαυμασμός στα μάτια των ξένων για την Ιστορία της Κύπρου, μέρος της οποίας είναι και τα προϊόντα της. Στο ταμείο ήταν αυτός τώρα στην ουρά, πίσω από εμένα με δύο Κουμανταρίες και 3-4 πακέτα ελιές. Μου είπε ότι θα πιει απόψε κιόλας το πρώτο μπουκάλι μαζί με την γυναίκα του. Δεν θα το κατάφερνε. Το γλυκόπιοτο κρασί πίνεται σιγά σιγά, αλλά δεν ήθελα να τον απογοητεύσω θα το ανακάλυπτεμόνος του. Το άλλο θα το έδιναν δώρο στους κολλητούς τους φίλους, που δεν κατάφεραν να έρθουν μαζί τους στην Κύπρο. Έτσι θα γευτούν λίγη Κύπρο μου είπε η κυρία που τον συνόδευε.
Έφευγα από την πύλη 25. Το ήξερα γιατί η Aegean μου είχε στείλει εδώ και ώρα την πληροφορία στο κινητό και κατευθύνθηκα προς τα εκεί. Πλησίαζε η ώρα επιβίβασης. Η αίθουσα αναμονής ήταν σχεδόν γεμάτη, αλλά βρήκα θέση. Δεν θα με ένοιαζε να περιμένω όρθια αν δεν είχα μαζί με την μικρή βαλίτσα καμπίνας που έσερνα στις ρόδες της, τις δύο πλαστικές σακούλες του duty free στα χέρια μου και την τσάντα μου που λόγω ταξιδιού είχε επιπλέον αντικείμενα. Δεύτερα γυαλιά μυωπίας , δύο αρμαθιές κλειδιά, δύο κινητά. Ήταν μάλλον παραγεμισμένη… Την πέρασα στον ώμο, αλλά και πάλι ήταν μάλλον βαριά. Είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούμε την τσάντα μας ως “αποθήκη άμεσης πρόσβασης” εμείς οι γυναίκες, αλλά και ότι εξ αυτού, ψάχνοντας οτιδήποτε σ αυτήν δεν το βρίσκουμε “άμεσα”.
Μόλις κάθισα πλησίασε μία υπάλληλος της αεροπορικής εταιρείας και μου είπε ευγενικά ότι έπρεπε να τοποθετήσω τις σακούλες με το περιεχόμενο από το duty free μέσα στην τσάντα μου, ή μέσα στην βαλίτσα μου, γιατί το όριο ανά επιβάτη είναι δύο αντικείμενα. Αν ήταν χειμώνας και είχα παλτό στο χέρι έπρεπε να το βάλω κι αυτό μέσα στην βαλίτσα ή να το φορέσω μου είπε διευκρινιστικά . Δύο προσωπικά αντικείμενα ανά επιβάτη επιτρέπονται, επέμεινε.
Της εξήγησα ότι είχα μόνον την τσάντα μου και την βαλίτσα μου εκτός από τις αγορές στο αεροδρόμιο και ότι ήταν αδύνατον να βρεθώ με δύο προσωπικά αντικείμενα που θα περιείχαν και όλα αυτά, αλλά επέμεινε ευγενικά να προσπαθήσω. Και προσπάθησα. Άνοιξα την τσάντα που κρατούσα στα χέρια μου διάπλατα και έβαλα μέσα τις σοκολάτες. Εννοείται ότι δεν έκλεινε πλέον. Πάλι όμως είχα μία τσάντα επιπλέον. Ίσως χωρούσαν τα μπουκάλια στην βαλίτσα. Σηκώθηκα από το κάθισμα, πήγα σε μία γωνία και την άνοιξα. Ευτυχώς αυτή την φορά δεν ήταν ιδιαίτερα γεμάτη και χώρεσαν. Τώρα όμως ιδιαίτερα παραγεμισμένη και βαριά.
Τον Ιούνιο στην Αυστρία στο check in του ταξιδιού της επιστροφής στην Κύπρο μου είχαν ζυγίσει την βαλίτσα καμπίνας και μου ζήτησαν να βγάλω ένα-δύο αντικείμενα από μέσα. Έβγαλα το νεσεσέρ των καλλυντικών και ένα βιβλίο και τα έβαλα, όπως είχα κάνει πριν από λίγο με τις σοκολάτες, στην τσάντα μου.
Τώρα όμως ήταν μετά το check in και είχα δύο μικρές πλαστικές τσάντες με αγορές από τα μαγαζιά του αεροδρομίου, που ποτέ έως τώρα δεν υπολογίζονταν ως χειραποσκευές. Έως τώρα βέβαια. Σε όλα τα αεροδρόμια του κόσμου οι επιβάτες ψωνίζουν μικρά δώρα της τελευταίας στιγμής, συνήθως παραδοσιακά προϊόντα του τόπου που αφήνουν πίσω και είναι κρίμα να μην μπορούν ή να αποφεύγουν να το κάνουν…