Τρόποι υπάρχουν. Αλλά χρειάζεται αποφασιστικότητα. Τομές. Αλλαγές. Σύγκρουση με κατεστημένα και νοοτροπίες τους παρελθόντος. Και κυρίως όραμα, έτσι ώστε να γίνει η Κύπρος στον τομέα της ενέργειας μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, με υγιή ανταγωνισμό, το οποίο θα έχει πολλαπλά οφέλη για τους πολίτες και την οικονομία. Μπορούμε;
Του Κώστα Γεωργίου
Υποσχέσεις πολλές. Το γεγονός όμως παραμένει ένα. Η φιλελευθεροποίηση της αγοράς καθυστερεί αδικαιολόγητα και αφήνουμε την αγορά ηλεκτρισμού να λειτουργεί σ’ ένα μεταβατικό ρυθμιστικό πλαίσιο, με μηνιαία εκκαθάριση, χωρίς έναν δυναμικό μηχανισμό προ-ημερήσιας-αγοράς. Με απλά λόγια, είναι σαν το χρηματιστήριο. Τι σημαίνει όμως αυτό για τους Κύπριους καταναλωτές; Ότι η απουσία πραγματικού ανταγωνισμού, ιδίως κατά τις ώρες της μέρας που υπερπαράγουν τα φωτοβολταϊκά, περιορίζει τη μείωση των τιμών. Αν όμως υιοθετήσουμε την εκκαθάριση κάθε 30 λεπτά, όπως προβλέπεται βάσει των ευρωπαϊκών προτύπων, θα ενθαρρυνθεί ο ανταγωνισμός μεταξύ των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), θα προωθηθεί η πιο οικονομική αποδοτική ενέργεια και θα επέλθει η πολυπόθητη μείωση του κόστους.
Από καθυστέρηση σε καθυστέρηση
Και επειδή γενικώς σε αυτή τη χώρα είμαστε πρωταθλητές στη γραφειοκρατία, καθυστερούμε, επίσης αδικαιολόγητα και σε προκλητικό σημείο, τη διαδικασία αδειοδότησης φωτοβολταϊκών. Αντί να εκμεταλλευτούμε το ότι ζούμε σε μια χώρα με έντονη ηλιοφάνεια σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, οι κρατικές υπηρεσίες θέλουν γύρω στα 3-4 χρόνια να εξετάσουν και να εγκρίνουν την αδειοδότηση φωτοβολταϊκών πάρκων. Οι επανειλημμένες δεσμεύσεις για δημιουργία ενός λειτουργικού «οne-stop shop», που θα απλοποιήσει και θα επιταχύνει τις διαδικασίες, είναι απλώς κούφιες υποσχέσεις, καθυστερώντας την είσοδο νέων ΑΠΕ. Αυτών δηλαδή που μπορούν να μειώσουν έμπρακτα τις τιμές και αυτό γιατί το κράτος επιμένει να αγνοεί επιδεικτικά τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης. Διότι η απλοποίηση των αδειοδοτήσεων για τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ, θα προωθήσει τον ανταγωνισμό και θα επιτρέψει μεγαλύτερη πρόσβαση σε καθαρότερη και φθηνότερη ενέργεια.
Για να μπορέσει όμως να συμβεί αυτό, η ανάγκη αναβάθμισης του Συστήματος Μεταφοράς είναι επιβεβλημένη, καθώς ο κορεσμός των υποσταθμών του Συστήματος Μεταφοράς αποτρέπει τη σύνδεση επιπλέον φωτοβολταϊκών πάρκων στο δίκτυο, οδηγώντας πράσινη καθαρή ενέργεια στον κάδο των απορριμμάτων. Αυτό συνεπάγεται ότι ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ) πρέπει επειγόντως να επιταχύνει τις αναβαθμίσεις για την ένταξη περισσότερων ΑΠΕ. Το δεκαετές πλάνο ανάπτυξης που υιοθετείται, είναι ανεπαρκές. Μήπως όμως οι καθυστερήσεις που παρουσιάζονται, εμποδίζοντας νέα ανταγωνιστικά φωτοβολταϊκά έργα, είναι εσκεμμένες και εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα; Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα εύλογο ερώτημα αν αναλογιστεί κανείς ότι ο ΔΣΜΚ ανήκει ακόμα στην ΑΗΚ, η οποία προμηθεύει το 90% της αγοράς. Αυτό λοιπόν που χρειάζεται είναι ένας πλήρως ανεξάρτητος ΔΣΜΚ, που θα προωθεί τις επενδύσεις σε υποδομές για την υποστήριξη μιας πραγματικά υγιούς ανταγωνιστικής αγοράς.
Στο αχανές ενεργειακό τοπίο της χώρας μας, πρέπει να προσθέσουμε και την απουσία νομοθεσίας σχετικά με την αποθήκευση ενέργειας. Κι ενώ η αποθήκευση είναι απαραίτητη για την ισορροπία του δικτύου, η παρούσα νομοθεσία είναι ελλιπής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ικανότητας αποθήκευσης και την αποτελεσματική χρήση καθαρής ενέργειας. Αν όμως προχωρήσει η απαραίτητη νομοθεσία και δοθούν κίνητρα για την αποθήκευση ενέργειας, θα μειωθεί η εξάρτηση από τις παλαιές γεννήτριες της ΑΗΚ και θα σταθεροποιηθούν οι τιμές, ιδίως σε ώρες αιχμής. Εκτός κι αν ούτε αυτό το θέλουν κάποιοι.
Το μονοπώλιο της ΑΗΚ βλάπτει τους καταναλωτές
Φαίνεται λοιπόν πως όλα καταλήγουν στον ίδιο παρονομαστή. Την ΑΗΚ. Γιατί κανείς δεν τολμά να αγγίξει τη «χρυσή αγελάδα»; Και όχι μόνο δεν τολμά, αλλά οι κυβερνώντες προσπαθούν εντέχνως να την ενισχύσουν με κάθε δυνατό τρόπο. Διότι μόνο έτσι μεταφράζονται οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Ενέργειας, κ. Γιώργου Παπαναστασίου, ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο αλλαγών στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της Κύπρου και την υιοθέτηση του μοντέλου Single Buyer Model. Θα αφήσουμε δηλαδή πίσω το Μοντέλο Στόχος (Target Model) για το οποίο δαπανήσαμε εκατομμύρια για να το υιοθετήσουμε ως κράτος, αγνοώντας εγκληματικά την εναρμόνιση της χώρας μας με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της ενέργειας, για να κάνουμε τι ακριβώς; Να καταργήσουμε τον ανταγωνισμό και να απομονώσουμε την Κύπρο από τις ευρωπαϊκές ενεργειακές πολιτικές, περιορίζοντας τις δυνατότητες πρόσβασής της σε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και τεχνογνωσία;
Για ποιο λόγο θέλουμε να επιβραβεύσουμε την ΑΗΚ, παρέχοντας της ακόμα μεγαλύτερο μονοπώλιο, από το 90% που ήδη κατέχει στην αγορά προμήθειας; Μήπως για τη χρήση των απαρχαιωμένων και άκαμπτων γεννητριών; Για τους ρύπους που πληρώνουμε λόγω αυτών των απαρχαιωμένων γεννητριών πετρελαίου και μαζούτ, που ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε χρόνο και συγκεκριμένα αφορά περισσότερο από το 20% του κόστους της ενέργειας; Για την έλλειψη αποδοτικότητας, με επιστέγασμα τη χρήση μεθόδου «κόστος-συν» (cost-plus) για τον καθορισμό των διατιμήσεων της, που συμβάλλουν στις ιδιαίτερα ψηλές τιμές ρεύματος;
Να σημειωθεί επίσης ότι η Κύπρος είναι η μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που σε υποτιθέμενες συνθήκες ελεύθερης αγοράς, συντηρεί και διατηρεί την κρατική ΑΗΚ, η οποία κατέχει εσαεί μονοπωλιακή θέση και εμπλέκεται υπό διαφορετικές ιδιότητες σχεδόν σε όλες τις κρίσιμες εξελίξεις που αφορούν την αγορά ηλεκτρισμού.
Ανταγωνισμός που οδηγεί σε βελτίωση
Γιατί δεν αφήνουμε την -αρνητική- πρωτοτυπία μας και να πάρουμε στην τελική παράδειγμα από εμάς τους ίδιους; Με την ενίσχυση του ελευθέρου ανταγωνισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, η Cyta πλέον λειτουργεί πιο πελατοκεντρικά σε σχέση με το παρελθόν, επενδύει στην τεχνολογία και εμπλουτίζει τις υπηρεσίες της προς όφελος των καταναλωτών, που έχουν το δικαίωμα επιλογής του παρόχου της αρεσκείας τους. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με την ΑΗΚ. Η ύπαρξη εναλλακτικών προμηθευτών και η διάσπαση της ΑΗΚ σε ιδιοκτησιακά ξεχωριστές λειτουργίες – παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και προμήθειας – θα ενθαρρύνει ένα πιο ανταγωνιστικό και υγιές περιβάλλον. Και με την απρόσκοπτη λειτουργία μιας πλήρους ανοιχτής και αποδοτικής Ανταγωνιστικής Αγοράς Ηλεκτρισμού (ΑΑΗ), η ΑΗΚ θα λειτουργεί πιο πελατοκεντρικά και ορθολογικά ούτως ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον που θα δημιουργηθεί. Αυτό θα είναι προς όφελος των καταναλωτών (οικιακών και επιχειρήσεων), αλλά και ευρύτερα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, μειώνοντας επιτέλους το κόστος της ενέργειας για τους καταναλωτές.
Διαφορετικά, αν το κράτος προτιμά αντί να επενδύει στην τεχνολογία και να αξιοποιεί το ηλιακό δυναμικό της χώρας μας, να στηρίζει την απαρχαιωμένη ΑΗΚ και τις συντεχνίες της, με επακόλουθο το πανάκριβο ρεύμα, να έχει το θάρρος να το δηλώσει ευθαρσώς προς τους Κύπριους καταναλωτές και να μην τους ρίχνει κάθε τρεις και λίγο στάχτη στα μάτια.