Διάβαζα της προάλλες στην «Αλήθεια» ένα άρθρο βουλευτή ο οποίος, πολύ σωστά και τεκμηριωμένα, παραθέτει τα τρωτά σημεία της νομοθεσίας για το Πόθεν Έσχες και μάλιστα εισηγείται τρόπους βελτίωσής της. Παρόλα όμως τα προβλήματα αναφέρει ότι δεν πρέπει να παραγνωριστούν τα θετικά και το άλμα που κάναμε.
Για το άλμα που έγινε νομίζω όλοι συμφωνούμε. Το θέμα είναι πού έγινε αυτό. Μήπως είναι «σάλτο μορτάλε», δηλαδή κάτι σαν άλμα στο κενό; Όχι βέβαια με την έννοια του άλματος θανάτου που βλέπουμε στο τσίρκο (αν και η λέξη τσίρκο έχει και αυτή την σημασία της στην προκειμένη περίπτωση) αλλά με αυτήν του παραλογισμού.
Εγώ θα συμφωνήσω ακόμα και με τη θετική πλευρά του θέματος. Θετικό δεν είναι η εκτόνωση που ένοιωσαν όλοι οι κουτσομπόληδες και κακεντρεχείς που, από την ημέρα που δημοσιοποιήθηκαν οι καταστάσεις, είναι συνεχώς με μια υπολογιστική μηχανή και προσπαθούν να βρουν τον πιο πλούσιο και τον πιο φτωχό καθώς και τον περισσότερο και τον λιγότερο «κλέφτη»; Τις δύσκολες μέρες του άγχους που ζούμε σίγουρα η εκτόνωση είναι ένα θετικό στοιχείο.
Όλοι ανεξαιρέτως χαρακτήρισαν τον νόμο αυτό σαν ανεπαρκή, λανθασμένο, φιάσκο, πρόχειρο κλπ. Εγώ για λόγους συντομίας θα τον έλεγα «νόμο – ρεζίλι». Όμως αυτά τα ρεζιλίκια δεν έγιναν από μόνα τους. Ο περιβόητος αυτός νόμος δεν συντάχτηκε και ψηφίστηκε από εξωγήινους. Κάποιοι τον συνέταξαν, κάποιοι τον συζήτησαν στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής και τέλος κάποιοι τον ψήφισαν. Σίγουρα όλοι αυτοί φέρουν την ευθύνη για τον «νόμο – ρεζίλι».
Εκτός όλων των άλλων ο νόμος αυτός δεν εξυπηρετεί ούτε και τον βασικό του σκοπό που δεν είναι άλλος από το να διαφανεί αν κάποιος αξιωματούχος έχει πλουτίσει αθέμιτα λόγω της ενάσκησης εξουσίας. Συνεπώς προς τι η δημοσιοποίηση όλων αυτών των καταστάσεων; Θα έπρεπε να υπάρχει σώμα ελέγχου αποτελούμενο από ανεξαρτήτους ειδικούς λογιστές οι οποίοι να ελέγχουν τις δηλώσεις των αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένων συζύγων και ανήλικων τέκνων, και εκεί όπου υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις να διεξάγεται σε βάθος έλεγχος και όταν αποδειχτεί αθέμιτος πλουτισμός τότε και μόνο τότε να δημοσιοποιούνται.
Εκ των υστέρων λένε ότι κατάλαβαν τις αδυναμίες της νομοθεσίας και τρέχουν για τροποποιήσεις για να γίνει πιο αποτελεσματική. Ο νόμος όμως είναι τόσο ανεπαρκής που δεν νομίζω να δέχεται τροποποιήσεις. Το τι χρειάζεται είναι νέα νομοθεσία από την αρχή.
Όταν διαβάσεις τις δηλώσεις βλέπεις τόσες ανακρίβειες που στο τέλος συμπεραίνεις ότι σκοπός του νόμου δεν είναι να καταπολεμηθεί αλλά να συντηρηθεί η διαφθορά. Ο τρόπος που έχουν σχεδιαστεί οι δηλώσεις δεν έχουν καμία σχέση με βασικές αρχές των διεθνών προτύπων λογιστικής. Για παράδειγμα βλέπεις αξιωματούχο να δηλώνει χρεώστης εκατομμυρίων και στο τέλος να φαίνεται ότι πρόκειται περί εκατομμυριούχου. Στις πλείστες όμως των περιπτώσεων αυτοί οι χρεώστες είναι οικογενειακές επιχειρήσεις από τις οποίες κανένα ποσό δεν μπορεί να ανακτηθεί και στην ουσία όλα αυτά τα ποσά είναι μηδενικά. Άσε και τα άλλα απαράδεκτα. Να αναγκάζεται ο κάθε ένας να δικαιολογεί τις καταθέσεις του, για παράδειγμα, «λόγω ασθένειας συζύγου». Δηλαδή οικογενειακά δράματα να γίνονται αντικείμενο συζήτησης του κάθε κακόπιστου κουτσομπόλη.
Σίγουρα σήμερα, δικαιολογημένα θα έλεγα, υπάρχει μια γενική απαξίωση των πολιτικών. Όμως άλλο η απαξίωση και άλλο η ισοπέδωση, ο εξευτελισμός, και ο διασυρμός. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν μπορεί να καταπατάται με τέτοιο βάναυσο τρόπο. Στο τέλος κανένας σοβαρός και ικανός θα θέλει να ενασχολείται με τα κοινά.
Είναι πραγματικά κατάντια να έχουν ασχοληθεί τόσοι και τόσοι με την νομοθεσία αυτή και στο τέλος να εφαρμόζεται ένας νόμος έκτρωμα που το μόνο που εξυπηρετεί είναι τις διάφορες «Κατίνες» που έτσι και αλλιώς για αυτούς είναι όλοι κλέφτες, είτε δηλώσουν καταθέσεις εκατομμυρίων ή μερικές χιλιάδες. Ένα είναι δεδομένο για την κάθε «Κατίνα», καταθέσεις υπάρχουν. Ο κλέφτης είτε τις έχει στην τράπεζα είτε κάτω από το μαξιλάρι.