Παράδειγμα προς αποφυγήν

Δευτέρα, 11/12/2017 - 14:56

«Δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα επαναλαμβάνοντας τις ίδιες αποτυχημένες στρατηγικές του παρελθόντος. Η καθυστέρηση της αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας δεν βοήθησε στην επίτευξη ειρήνης» δήλωσε μεταξύ άλλων ο Ντόναλντ Τράμπ κατά την ιστορική του ομιλία με την οποίαν αναγνώρισε τα Ιεροσόλυμα ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.

Μια δήλωση που θα πρέπει να την θυμόμαστε. Δεν θέλω να είμαι μάντης κακών και εύχομαι να διαψευστώ. Δυστυχώς όμως αν συνεχίσουμε με τις ίδιες τακτικές και νοοτροπίες, μια παρόμοια δήλωση κάποτε θα γίνει και για το κυπριακό πρόβλημα.

Σίγουρα το παλαιστινιακό δεν έχει στην ουσία του σχέση με το κυπριακό, αλλά έχει πολλές ομοιότητες στις παραμέτρους του. Τα Ιεροσόλυμα για τους Χριστιανούς, η Ιερουσαλήμ για τους Ισραηλινούς και η Al-Quds για τους Άραβες είναι μια μοιρασμένη περιοχή ως συνέπεια του αραβοϊσραηλινού πολέμου του 1948 που οδήγησε στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Σημειολογικά, και εκεί χαράχτηκε με «πράσινη μπογιά» η γραμμή που χώρισε την πόλη σε δυτική υπό τον έλεγχο των ισραηλινών, και σε ανατολική υπό τον έλεγχο της Ιορδανίας.

Το 1967, κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών, το Ισραήλ κατέλαβε και το ανατολικό μέρος και το προσάρτησε, επιβάλλοντας την τήρηση του ισραηλινού νόμου σε ολόκληρη την περιοχή. Η κατοχή της ανατολικής Ιερουσαλήμ θεωρήθηκε παράνομη από τη διεθνή κοινότητα και μάλιστα με σωρεία ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ.

Παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, το 1980 το Ισραήλ ανακήρυξε μονομερώς τα Ιεροσόλυμα ως την πρωτεύουσα του κράτους του. Και τότε η αντίδραση των Ηνωμένων Εθνών ήταν άμεση καταδικάζοντας την μονομερή αυτή ενέργεια, και πάλι με τα ανάλογα ψηφίσματα.

Μέχρι και σήμερα παραμένει ίδια η θέση του ΟΗΕ, ότι δηλαδή η Ιερουσαλήμ πρέπει να είναι πρωτεύουσα τόσο του Ισραήλ όσο και των Παλαιστινίων. Αυτό μάλιστα το επιβεβαίωσε το 2009 ο τότε ΓΓ του ΟΗΕ Μπαν Κι-Μουν, ως προϋπόθεση για να υπάρξει ειρήνη και σταθερότητα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Αν και κατά καιρούς είχαν προταθεί διάφορα σχέδια για λύση του προβλήματος, οι θέσεις των Παλαιστινίων παραμένουν ανυποχώρητες, δηλαδή η ανατολική Ιερουσαλήμ να καταστεί πρωτεύουσα του κράτους της Παλαιστίνης.

Η ενέργεια του Αμερικανού προέδρου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Άλλωστε το θέμα αυτό υπήρξε μέσα στις προεκλογικές του δεσμεύσεις. Ακόμα δεν είναι η πρώτη φορά που οι Αμερικανοί σκέφτηκαν να αναγνωρίσουν τα Ιεροσόλυμα ως την πρωτεύουσα του Ισραήλ. Απλά να θυμηθούμε ότι και οι Μπιλ Κλίντον και Τζορτζ Μπους, όπως ακριβώς σήμερα ο Ντόναλντ Τράμπ, εξέταζαν το ενδεχόμενο μεταφοράς της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ.

Να πώς λύνονται τα διεθνή προβλήματα «στο τέλος της διαδρομής». Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί πλέον να ανεχθεί μακροχρόνια προβλήματα να ταλανίζουν τα διεθνή συμφέροντα. Σίγουρα το δίκαιο είναι με το μέρος των Παλαιστινίων και δεν το αμφισβητεί κανείς. Να θυμίσουμε ακόμα ότι έγιναν τεράστιες προσπάθειες, προτάθηκαν πάμπολλα σχέδια λύσης, εξεδόθησαν εκατοντάδες ψηφίσματα και μάλιστα πολύ συγκεκριμένα, όχι όπως τα δικά μας τα ήξεις αφίξεις. Ας θυμηθούμε την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας ενάντια στον εποικισμό των Ιεροσολύμων. Στο τέλος της ημέρας ούτε οι έποικοι έφυγαν ούτε επιβλήθηκαν ουσιαστικές κυρώσεις στο Ισραήλ. Τα τετελεσμένα εδραιώθηκαν και με την πάροδο του χρόνου όλοι συμβιβάζονται με τις πραγματικότητες.

Σίγουρα και τώρα η διεθνής κοινότητα θα αντιδράσει. Ήδη οι μεγάλες χώρες καταδίκασαν φραστικά την ενέργεια του πρόεδρου των ΗΠΑ. Θα είμαστε αφελείς να περιμένουμε ότι όλοι αυτοί θα κάνουν το οτιδήποτε το δραστικό. Σίγουρα θα συνέλθει το Συμβούλιο Ασφαλείας, θα καταδικάσει την απόφαση Τραμπ, θα πάρουν οι Παλαιστίνιοι και αλλά ψηφίσματα. Στην ουσία όμως η Ιερουσαλήμ χάθηκε για πάντα για τους Παλαιστινίους.

Οι «μακροχρόνιοι» αγώνες και οι «προτάξεις» του Γιασέρ Αραφάτ αποδείχθηκαν στην πορεία ότι δεν ήσαν αρκετά για να σώσουν το σύμβολο των Παλαιστινίων. Η διεθνής κοινότητα δίνει χρόνο στον αδύνατο για να συμβιβαστεί με τις πραγματικότητες. Στο τέλος της ημέρας όμως ισχύει το δίκαιο του ισχυρού και ο αδύνατος μένει με τα ψηφίσματα, τις δηλώσεις συμπαράστασης και αναπολεί χαμένες πατρίδες. Παράδειγμα προς αποφυγήν αν βέβαια υπάρχει ακόμα χρόνος.