των Γιώργου Χρυσάνθου και Χαρούλας Αλέξη
Advertisement“Ήταν πάρα πολύ καλή κοπέλα, από τον καιρό που ήταν μωρό παιδί.”
Ήταν όλοι εκεί. Συγχωριανοί από την κατεχόμενη Νεάπολη Λευκωσίας, συμφοιτητές, γείτονες, άνθρωποι που δεν μπορούσαν να μην είναι εκεί. Η μέρα για όλους δύσκολη και συναισθηματικά φορτισμένη. Δεν μπορούν να πιστέψουν ότι δεν θα ξανά πουν δυο λόγια στη Ζέτα.
“Εγώ ήμουν πιο μεγάλος και ήμουν με τον αδελφό της τον Ουράνιο. Την Ζέτα την θυμούμαι ένα χαμογελαστό κοριτσάκι, πολύ ήσυχο και πολύ κεφάτο.”
Παρόντες στην εκκλησία και άνθρωποι που την έζησαν ως συμφοιτητές στη Θεσσαλονίκη, αναπολώντας εκείνα τα χρόνια.
“Την γνώρισα σε σπίτι συμφοιτητών που ήταν σε διαμέρισμα δίπλα από εκεί που έμενα εγώ. Σεμνή από τότε, παίζαμε πιλότα, τάβλι και όλα τα σχετικά.”
Ένας απλός άνθρωπος
Χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η Υπουργός των Φτωχών, και όσοι την γνώριζαν έλεγαν πόσο πολύ της άρεσε να στηρίζει τον απλό άνθρωπο, τον μεροκαματιάρη, αυτόν που ζούσε με την τέχνη του.
“Πάντοτε όλο τον κόσμο να τον χαιρετά. Ερχόταν στο μαγαζί, είμαι ράφτης. Ερχόταν να διορθώσει τα ρούχα της κάθε λίγο. Ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος.”
Πολλές ιστορίες έχει να θυμάται και ο κύριος Ανδρέας, στο εστιατόριο του οποίου η Ζέτα έβρισκε μαζί με τους αγαπημένους της ανθρώπους μερικές στιγμές ξεκούρασης μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά.
“Ήταν πολύ καλή φίλη μου. Δεν της χαλούσε χαττίρι. Της έψηνα τα μακαρόνια της. Έμπαινε και χαιρετούσε όλο τον κόσμο στο εστιατόριο.”
Σε τέτοιες περιπτώσεις ταιριάζει απόλυτα η φράση «τι να πουν τα λόγια, όταν μιλούν οι πράξεις». Σε κάποιες περιπτώσεις όμως χρειάζονται και τα λόγια όταν πρέπει καταγραφεί η ιστορία κάποιων ανθρώπων, όπως της Ζέτας Αμιλιανίδου.
Advertisement“Δεν άκουσα κακό λόγο για αυτήν. Είναι κρίμα που φεύγει, λυπάμαι.”