Η αναβάθμιση του υφιστάμενου δικτύου, η εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας και οι διασυνοριακές ηλεκτρικές διασυνδέσεις είναι το κλειδί για την επίτευξη των κλιματικών στόχων του 2030 και του 2050, είπαν ειδικοί, την Παρασκευή, σε συζήτηση στο πλαίσιο του 7ου Διεθνούς Συνεδρίου για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Ενεργειακή Απόδοση (RESEE2023), που πραγματοποιείται από την Πέμπτη μέχρι το Σάββατο στη Λευκωσία.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Μάριος Παναγίδης, ανέφερε πού βρίσκεται η Κύπρος σήμερα σε σχέση με αυτούς τους στόχους και τις δράσεις του Υπουργείου για την επίτευξή τους.
Είπε ότι η Κύπρος έχει πετύχει σχεδόν όλους τους ενδιάμεσους στόχους της για τις ΑΠΕ και την ενεργειακή απόδοση. Συγκεκριμένα, το 2021, το μερίδιο των ΑΠΕ στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας έφτασε το 18,42%, ξεπερνώντας τις εθνικές προβλέψεις. Επιπλέον, η παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 20% σε σχέση με το 2020, κυρίως λόγω του σημαντικού αριθμού νέων φωτοβολταϊκών που εγκαταστάθηκαν για οικιακή χρήση και εμπορική παραγωγή.
Σχετικά με μεταρρυθμίσεις που προωθούνται από το Υπουργείο, ο κ. Παναγίδης ανέφερε το πετυχημένο σχέδιο ενίσχυσης για παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ για οικιακή χρήση, ενώ αναφέρθηκε και στο σχέδιο οικονομικής στήριξης για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και στο σχέδιο ενεργειακής αναβάθμισης νοικοκυριών ευάλωτων καταναλωτών. Ανέφερε, επίσης, το νέο σχέδιο, «φωτοβολταϊκά για όλους».
Αναφέρθηκε επίσης στη δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας ενιαίας εξυπηρέτησης (one-stop shop), που παρέχει καθοδήγηση καθ’ όλη τη διαδικασία αδειοδότησης σε αιτητές έργων ΑΠΕ.
Αναφορικά με τους υδρογονάνθρακες, ο κ. Παναγίδης είπε ότι το κόστος για την ανάπτυξη ενός ενιαίου δικτύου αγωγών αερίου και επενδύσεις για σύστημα μετάδοσης ηλεκτρισμού για το διάστημα 2023-2032 ανέρχεται σε €231 εκ.
Αναφέρθηκε επίσης στον αγωγό EastMed, που θα ενώνει την Ανατολική Μεσόγειο με την Ελλάδα, μέσω Κύπρου και Κρήτης και αναφέρθηκε και στον Euroasia Interconnector, για την ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με την Κρήτη, που σχεδιάζεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του το 2029, ενώ σημείωσε ότι εξετάζονται και άλλες πιθανότητες ηλεκτρικές διασύνδεσης με χώρες της περιοχής.
Ο Βενιζέλος Ευθυμίου, επικεφαλής του ερευνητικού κέντρου FOSS, του Πανεπιστημίου Κύπρου, επικεντρώθηκε στην ομιλία του στα πλεονεκτήματα της τεχνολογίας αποθήκευσης ενέργειας για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο δίκτυο. Σημείωσε ότι παρατηρείται μία μετατόπιση από το υφιστάμενο κεντροποιημένο σύστημα ενέργειας σε ένα όπου η ενέργεια παράγεται τοπικά.
Ανέφερε ότι, ακόμα και με βάση τις σημερινές τιμές και την υφιστάμενη τεχνολογία, η χρήση φωτοβολταϊκών μαζί με σύστημα αποθήκευσης είναι ήδη πιο ανταγωνιστική, σε σύγκριση με άλλες τεχνολογίες, αν ληφθεί υπόψη η αρχική επένδυση κεφαλαίου αλλά και το λειτουργικό κόστος.
Σχετικά με τη διάρκεια ζωής των μπαταριών, είπε ότι, αν χρησιμοποιούνται συνετά, με βάση τις οδηγίες του κατασκευαστή, με την υφιστάμενη τεχνολογία η ζωή των μπαταριών μπορεί να είναι μέχρι και 20 χρόνια.
Επισήμανε ακόμα, ότι η ηλεκτρική κινητικότητα πάει χέρι με χέρι με την αποθήκευση ενέργειας, σημειώνοντας ότι σε 2-3 χρόνια το συνολικό κόστος ζωής ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου θα είναι ίσο με αυτό ενός βενζινοκίνητου.
Ερωτηθείς για το ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της Κύπρου, είπε ότι τα φωτοβολταϊκά για όλους, συνδυασμένα με συνετή χρήση συστημάτων αποθήκευσης είναι πρώτη προτεραιότητα, καθώς η κατανεμημένη παραγωγή ενέργειας μειώνει τα προβλήματα υπερπληρότητας του δικτύου. Ως δεύτερη προτεραιότητα έθεσε την ανάγκη αναβάθμισης και ψηφιοποίησης του δικτύου.
Επίσης, σημείωσε ότι είναι δυνατό, με βάση τη σημερινή απόδοση των ΑΠΕ, η Κύπρος να πετύχει το 30% των στόχων της σε ΑΠΕ μόνο από τις εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών στις στέγες, ενώ για την επίτευξη του υπόλοιπου στόχου, η εγκατάσταση ΑΠΕ δεν θα χρειαστεί περισσότερο από 1% γης, ανέφερε.
Με τη σειρά του, ο Τσαρλς Έλληνας, Διευθύνων Σύμβουλος της eCNHC, επικεντρώθηκε στην αναγκαιότητα αναβάθμισης του δικτύου, αναφέροντας επίσης την ανάγκη για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας και ηλεκτρική διασύνδεση.
Είπε ότι δεν μπορεί να υπάρξει πράσινο μέλλον στην Ευρώπη χωρίς αναβάθμιση του δικτύου, σημειώνοντας ότι οι γραμμές στην Κύπρο φτιάχτηκαν το 1953 και το δίκτυο παραμένει παλιό και απαρχαιωμένο. Σημείωσε, επομένως, την ανάγκη για αναβάθμιση και ψηφιοποίηση του δικτύου.
Επιπλέον, ανέφερε ότι η έλλειψη μπαταριών και διασύνδεσης δημιουργεί συμφόρηση στην παραγωγή ΑΠΕ, καθυστερώντας την ενεργειακή μετάβαση. «Η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια μπορεί να γίνει μόνο αν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές», είπε.
Υπογράμμισε την ανάγκη να περάσουμε από τον σχεδιασμό στις πράξεις, σημειώνοντας τη σημασία των ανοιχτών, διαφανών διαγωνισμών, όσον αφορά τα έργα υποδομής, ενώ σημείωσε τη σημασία της επίσπευσης των διαδικασιών των δημόσιων διαγωνισμών.
Ανέφερε ότι η Κύπρος έχει τεράστιες δυνατότητες όσον αφορά τις ΑΠΕ, και μπορεί να ξεπεράσει τους στόχους του 2030, δεδομένου ότι θα λυθούν τα προβλήματα που αναφέρθηκαν.
Εκ μέρους του Υπουργείου Ενέργειας, ο Γιώργος Παρτασίδης, σύμβουλος εμπορίου της Κύπρου στο Ντουμπάι, είπε ότι η Κύπρος ηγείται στην αγορά όσον αφορά τους ηλιακούς θερμοσίμφωνες. Σημείωσε ότι η Κύπρος είναι πρώτη σε ηλιακή ενέργεια από τις στέγες, αν ληφθούν υπόψη συνδυαστικά τα φωτοβολταϊκά και οι ηλιακοί θερμοσίφωνες.
Ανέφερε, επίσης, ότι δεν είναι αρκετό να ανακοινώνει σχέδια το Υπουργείο. Η ίδια η βιομηχανία χρειάζεται να οδηγήσει την πράσινη μετάβαση και να δώσει τους σχεδιασμούς της στην κυβέρνηση. Ανέφερε ότι, μετά τη διενέργεια συνεντεύξεων, κατέληξε στο ότι οι επιχειρήσεις στην Κύπρο δεν φαίνεται να κάνουν μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς.
Αναφορικά με τον έργο Euroasia interconnector και τη σημασία του, σημείωσε ότι η ηλεκτρική διασύνδεση είναι ο μόνος τρόπος η Κύπρος να γίνει εξαγωγέας ενέργειας, ενώ το κόστος του είναι μόνο μέρος του τι θα κοστίσει η εναλλακτική της αποθήκευσης. Πρόσθεσε ότι η διείσδυση των ΑΠΕ θα διπλασιαστεί, αν έχουμε ηλεκτρική διασύνδεση. «Η ενεργειακή απόδοση μπορεί να φτάσει μέχρι ένα σημείο, οι ΑΠΕ μπορούν να σε κάνουν ενεργειακά αυτόνομο και να σε κάνουν εξαγωγέα», είπε.
Εκ μέρους της ΑΗΚ, ο Κωνστανίνος Ρούβας σημείωσε ότι η ενεργειακή πολιτική πρέπει να είναι αποτελεσματική και αποδοτική, ελαχιστοποιώντας το κόστος.
Ανέφερε ότι η ανανεώσιμη ενέργεια θα είναι η κύρια μηχανή της ενεργειακής μετάβασης και υπογράμμισε την ανάγκη για συστήματα αποθήκευσης ενέργειας.
Η ψηφιοποίηση του δικτύου είναι επίσης σημαντική, ανέφερε, σημειώνοντας ότι οι έξυπνοι μετρητές είναι σημαντικοί για την οικοδόμηση περαιτέρω πολιτικής. «Δεν μπορείς να ελέγξεις ό,τι δεν μπορείς να μετρήσεις», είπε.
Εξέφρασε τις αμφιβολίες του σχετικά με τη διασύνδεση της Κύπρου, αναφέροντας ότι είναι δύσκολο τεχνικά και ακριβό.
Κατέληξε αναφέροντας ότι είναι δυνατή η επίτευξη των στόχων απανθρακοποίησης μέχρι το 2050, σημειώνοντας ότι η ηλεκτρική ζήτηση θα διπλασιαστεί μέχρι τότε. Ανέφερε ότι χρειάζεται να επενδυθεί το 9% στην πράσινη μετάβαση τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να επιτευθχούν οι στόχοι του 2030 και 2050.
Ο Άκης Έλληνας, Πρόεδρος του Συνδέσμου Αιολικής Ενέργειας Κύπρου είπε ότι χρειάζονται ευέλικτες κυβερνητικές πολιτικές, σε σχέση με την αδειοδότηση ΑΠΕ. Ανέφερε ότι δεν υπάρχει επαρκής γη στην Κύπρο για μεγάλα έργα ΑΠΕ, σημειώνοντας ότι το Υπουργείο Εσωτερικών σταμάτησε την ενοικίαση κυβερνητικής γης για ΑΠΕ.
Σημείωσε, ακόμα, την ανάγκη για αναβάθμιση του δικτύου, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει νόημα να κατασκευάζονται άλλα έργα αν δεν γίνει αυτό. Εξέφρασε την ελπίδα ότι η πλατφόρμα ενιαίας εξυπηρέτησης (one-stop shop) του Υπουργείου Ενέργειας θα επιλύσει αρκετά από τα προβλήματα, ενώ είπε ότι τα συμβατικά εργοστάσια ηλεκτρισμού χρειάζεται να συνεχίσουν να συνυπάρχουν μαζί με τις ΑΠΕ, για υποστήριξη και σταθεροποίηση του συστήματος.