Νόμιμη έκρινε το Ανώτατο Δικαστήριο την έκδοση δικαστικού εντάλματος για πρόσβαση της Αστυνομίας σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας ύποπτων προσώπων, με σκοπό την ποινική διερεύνηση αδικημάτων διαφθοράς, ακόμη και αν αυτή η επικοινωνία έλαβε χώρα πριν από την ψήφιση του Νόμου 216(Ι)/2015. Ο Ν.216(Ι)/2015 ψηφίστηκε το 2015 και τροποποίησε τον Νόμο του 1996 που αφορούσε στην προστασία του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας (παρακολούθηση συνδιαλέξεων), ρυθμίζοντας την πρόσβαση σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας.
Η Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου εκδόθηκε στο πλαίσιο αίτησης υπόπτων προσώπων για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η οποία απερρίφθη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, κάνοντας δεκτές τις θέσεις της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, αναφέρει, μεταξύ άλλων, στην Απόφασή του, η οποία εκδόθηκε την Τετάρτη, 21 Φεβρουαρίου 2024 πως, με δεδομένο ότι ήδη από το 2010 το Σύνταγμα, μετά την έκτη τροποποίησή του, επέτρεπε, υπό προϋποθέσεις, την παρέμβαση στο δικαίωμα προστασίας του περιεχομένου της επικοινωνίας, ο Ν.216(Ι)/2015 «δεν επηρέασε με οποιονδήποτε τρόπο το ήδη αναγνωρισμένο δικαίωμα στην επέμβαση, αλλά έθεσε τη διαδικασία με την οποία τέτοιο δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί». Επίσης, όπως το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει, ο Ν.216(Ι)/2015 «δεν δημιούργησε δικαίωμα», αλλά είναι καθαρά διαδικαστικού περιεχομένου και επομένως δεν τίθεται ζήτημα δυσμενούς αναδρομικής ισχύος του.
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση χειρίστηκε ο κ. Ανδρέας Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α’.