Η ενέργεια της Αρχιεπισκοπής να κατεδαφίσει τέσσερις οικίες στην οδό Ισοκράτους, στην παλιά Λευκωσία, αλλά και γενικότερα το ζήτημα των διατηρητέων βρέθηκαν στο επίκεντρο της σημερινής συνεδρίας της Επιτροπής Εσωτερικών της Βουλής.
Για αστοχία και λάθη έκανε λόγο ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής, Χριστόδουλος Κτωρίδης, λέγοντας εντός της Επιτροπής πως η μια εκ των τεσσάρων οικιών είχε πρόβλημα με την οροφή κατόπιν θεομηνίας, μη διευκρινίζοντας ωστόσο γιατί οι μπουλντόζες κατεδάφισαν και τις άλλες τρεις οικίες. Η Πρόεδρος της Επιτροπής Εσωτερικών Ελένη Μαύρου, ρώτησε τον κ. Κτωρίδη αν αυτό που λέει είναι πως «έφυγε λίγο της μπουλντόζας και ακούμπησε στα κτίρια και τα κατεδάφισε», με τον ίδιο να απαντά πως τον ειρωνεύεται και να δηλώνει ότι δεν υπήρχε σκοπιμότητα στην κατεδάφιση.
Ο κ. Κτωρίδης είπε πως συμφωνήθηκε με τον Δήμο χρονοδιάγραμμα για την αποκατάσταση, το οποίο αφορά, όπως διευκρίνισε και ο Δήμαρχος Κωνσταντίνος Γιωρκάτζης, την κατάθεση των σχεδίων. Η Αρχιεπισκοπή έχει δώσει προς την κατεύθυνση αυτή εγγυητική επιταγή ύψους 500 χιλιάδων ευρώ. Ο κ. Γιωρκάτζης σημείωσε πως ο Δήμος στην προκειμένη περίπτωση, έχει επιβάλει τη Νομοθεσία και μάλιστα αυστηρά, σημειώνοντας πως μέχρι τον Απρίλιο θα έχει τα αρχιτεκτονικά σχέδια και τις μελέτες.
Ο Δήμαρχος ανέφερε επίσης πως οι 500 χιλιάδες της εγγυητικής που έχει δώσει η Αρχιεπισκοπή, μπορεί να μην καλύπτει το ποσό που εκτιμάται πως θα κοστίσει η αποκατάσταση, αλλά στοχεύει στη δέσμευση της Αρχιεπισκοπής ότι θα αρχίσουν άμεσα οι εργασίες.
Ο Πρόεδρος του ΕΤΕΚ, Κωνσταντίνος Κωνσταντή είπε πως ανέμενε πως σήμερα η Αρχιεπισκοπή θα απολογείτο για την ενέργειά της, προσθέτοντας πως πλέον στέλνεται το μήνυμα ότι πρόκειται για ένα ξέφραγο αμπέλι που μπορεί ο καθένας να προχωρά σε κατεδαφίσεις.
Σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρία της Επιτροπής, η Πρόεδρος της Ελένη Μαύρου δήλωσε πως το θέμα δεν αφορά απλώς την κατεδάφιση τεσσάρων διατηρητέων οικοδομών, δεν αφορά ούτε απλώς τον «αυταρχισμό» που επέδειξε ο Αρχιεπίσκοπος και την «περιφρόνηση» κάθε νομοθεσίας και κάθε πλαισίου προστασίας του αρχιτεκτονικού πλούτου της χώρας.
«Το θέμα αφορά την ισονομία, την αίσθηση ότι όλοι απέναντι στον Νόμο είναι ίσοι και δυστυχώς η διαπίστωση είναι ότι δεν αντιμετωπίστηκαν στην περίπτωση αυτή όλοι με τον ίδιο τρόπο. Η νομοθεσία είναι καλή, μπορεί να γίνει καλύτερη, αλλά το πιο σημαντικό είναι να υπάρχει βούληση εφαρμογής της νομοθεσίας», είπε.
Η κ. Μαύρου ανέφερε πως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα αποκατάστασης των διατηρητέων οικοδομών, ούτε επαρκείς ασφαλιστικές δικλείδες κάτι που ανησυχεί περισσότερο την Επιτροπή.
Ερωτηθείσα αν ο Δήμος, όπως λέχθηκε εντός της Επιτροπής, προχώρησε σε χρονοδιάγραμμα για την καταχώρηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων, η κ. Μαύρου είπε πως τα χρονοδιαγράμματα που συμφωνήθηκαν μεταξύ Δήμου και Αρχιεπισκοπής αφορούν τις μελέτες και την ασφάλεια στην περιοχή. Η κ. Μαύρου εξήγησε πως στο χρονοδιάγραμμα δεν περιλαμβάνεται η αποκατάσταση των κτιρίων, κάτι που είναι το ζητούμενο. «Ακούσαμε και το αμίμητο σήμερα ότι ήταν κατά λάθος, ότι επρόκειτο για αστοχία που κατέρρευσαν οι διατηρητέες οικοδομές και όχι με την μπουλντόζα», είπε.
Σε ερώτηση πώς θα προχωρήσει απ΄ εδώ και πέρα η Επιτροπή με το συγκεκριμένο θέμα, είπε πως η Επιτροπή θα επανέλθει με συγκεκριμένες αλλαγές στη νομοθεσία ώστε το θεσμικό πλαίσιο να είναι πιο αυστηρό. Πρόσθεσε πως έχει λεχθεί από όλους τους προσκεκλημένους, ΕΤΕΚ, Τμήμα Πολεοδομίας αλλά και τα μέλη της Επιτροπής, πως πέραν της νομοθεσίας απαιτείται μια ολιστική αντιμετώπιση του ζητήματος των διατηρητέων και του αρχιτεκτονικού πλούτου. «Άρα, χρειάζεται να δούμε και τα κίνητρα πώς βελτιώνονται, αλλά και το πώς βελτιώνονται οι υποδομές στις περιοχές που εντάσσονται αυτές οι οικοδομές», κατέληξε.
Πρόταση Νόμου για την προστασία των διατηρητέων και τιμωρίας όσων προβαίνουν παράνομα σε κατεδαφίσεις, υπέβαλε ο ΔΗΣΥ με τον Πρόεδρο του κόμματος, Αβέρωφ Νεοφύτου, να αναλύει εντός της Επιτροπής του άξονές του. Όπως τόνισε αρχικά η σημερινή νομοθεσία δεν δημιουργεί αντικίνητρο στην κατεδάφιση αλλά αντίθετα δίνει και κίνητρο καθώς το πρόστιμο για κατεδάφιση διατηρητέου ανέρχεται μόλις στις 1000 λίρες ή 1710 ευρώ.
Για την πρόταση του ΔΗΣΥ, αναφέρθηκε στις δηλώσεις του μετά την Επιτροπή ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του κόμματος Νίκος Τορναρίτης. Αφού καταδίκασε την ενέργεια της Αρχιεπισκοπής, ο κ. Τορναρίτης είπε πως δεν παραμένουν μόνο στην καταδίκη, αλλά κατέθεσαν πρόταση νόμου για ισχυροποίηση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία δηλαδή των διατηρητέων οικοδομών στην συγκεκριμένη περίσταση.
Όπως είπε, σήμερα για κάποιον που κατεδαφίζει μια διατηρητέα οικοδομή, η νομοθεσία προνοεί πρόστιμο χιλίων λιρών Κύπρου. «Θεωρούμε ότι αυτό το ποσό του προστίμου αποτελεί κίνητρο για κάποιον για να κατεδαφίσει τα διατηρητέα και όχι για να τα προστατεύσει. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο έχουμε καταθέσει την συγκεκριμένη πρόταση μέσα από την οποία διευρύνονται τα πρόστιμα που αφορούν σε εκείνους που κατεδαφίζουν διατηρητέες οικοδομές», είπε.
Ταυτόχρονα, είπε, δίδεται το δικαίωμα στην πολεοδομία να προβαίνει σε ανοικοδόμηση διατηρητέων οικοδομών οι οποίες είτε έχουν κατεδαφιστεί, είτε έγιναν εργασίες από τον ιδιοκτήτη οι οποίες προσβάλουν την εικόνα της συγκεκριμένης οικοδομής και βεβαίως εκείνος που προβαίνει σε τέτοιου είδους πράξεις οφείλει να πληρώσει όλα όσα χρειάζεται για την ανοικοδόμηση της οικοδομής.
Ο κ. Τορναρίτης ανέφερε πως στη συγκεκριμένη πρόταση υπάρχει ένα διοικητικό πρόστιμο 20.000 ευρώ και 200 ευρώ την ημέρα μέχρι την αποκατάσταση. Από εκεί και πέρα, συνέχισε, εάν κάποιος προβεί σε πράξη κατεδάφισης όπως αυτή στην Αρχιεπισκοπή, θα υποχρεούται σε πρόστιμο ίσο με την αξία της οικοδομής όπως είναι καταγεγραμμένη στο κτηματολόγιο ή τουλάχιστον μέχρι 50.000 ευρώ.
Πρόσθεσε πως θα πρέπει να γίνει μια σοβαρή συζήτηση που θα αφορά και στο άμεσο της επιβολής της ποινής όπως και για τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν στους ιδιοκτήτες των διατηρητέων οικοδομών, είτε αυτές οι οικοδομές βρίσκονται στις πόλεις είτε στις κοινότητες. «Δεν αρκεί μόνο να καταθέτεις απαγορεύσεις και αύξηση των ποινών, πρέπει παράλληλα να καταθέτεις και κίνητρα για να αναζωογονήσουν τις περιοχές τους οι ιδιοκτήτες, τις ιδιοκτησίες τους και να προστατεύσουμε στην πράξη την πολιτιστική μας κληρονομιά», κατέληξε.
Ο βουλευτής του ΔΗΚΟ Παύλος Μυλωνάς, είπε πως υπάρχει η δυνατότητα αποκατάστασης των οικοδομών που κατεδαφίστηκαν. Ωστόσο, όπως είπε, το θέμα δεν αφορά μόνο την Εκκλησία αλλά και πολλούς επιχειρηματίες και άλλους, οι οποίοι καλυπτόμενοι είτε από το σύστημα, είτε από τα κενά της νομοθεσίας, θάβουν κάτω από τα ανεγειρόμενα οικοδομήματα τους θησαυρούς αρχαιολογικής κληρονομιάς, του πολιτισμού και της ιστορίας μας. «Είναι μια χρυσή ευκαιρία να αποκαταστήσουμε το δίκαιο και την προστασία της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας», είπε.
Εκ μέρους της ΕΔΕΚ, η Κοινοβουλευτική Συνεργάτης Έλενα Λυμπουρή είπε πως θα πρέπει να ενισχυθούν τα κίνητρα για την διατήρηση των διατηρητέων, να δοθούν κίνητρα για την επανάχρηση ιστορικών κτιρίων, να επιβληθούν αποτρεπτικές ποινές σε περίπτωση παραβίασης του θεσμικού πλαισίου, να ενισχυθούν τα προγράμματα διατήρησης και προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και να υπάρξει συντονισμός όλων των αρμόδιων φορέων για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς.