43 χρόνια μετά, άγνωστες ιστορίες και μνήμες απο τις μαύρες ημέρες της τουρκικής εισβολής του 1974 εξακολουθούν να προκαλούν ρίγη συγκίνησης και να αποτελούν ανοικτή πληγή για όσους έζησαν την φρίκη του πολέμου.
Η εκπομπή Alpha Ενημέρωση, έφερε στο φως μια άγνωστη πτυχή της κυπριακής τραγωδίας του 1974 μέσα από τις συγκλονιστικές μαρτυρίες του κ. Κώστα Γεωργιού και του κ. Ανδρέα θεοδοσίου. Οι δυο μεσήλικες πλέον άνδρες, ήταν δύο από τα 415 προσφυγόπουλα που επιβιβάστηκαν σε πλοίο και έφυγαν από το νησί, αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο στην Ελλάδα. Οι κάτοικοι Ηλείας, ήταν αυτοί που τους άνοιξαν τα σπίτια αλλά και τις καρδίες τους, προσφέροντάς τους εκείνα, που οι γονείς και η πατρίδα αδυνατούσαν τότε να τους παρέχουν.
Η πρώτη αποστολή πραγματοποιήθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1974. 194 μαθητές και μαθήτριες του Δημοτικού ήταν οι πρώτοι που έφυγαν.
Το ίδιο σκηνικό, επαναλήφθηκε ένα μήνα σχεδόν αργότερα… 100 αγόρια και 51 κορίτσια του Δημοτικού Σχολείου και 38 μαθήτριες του Γυμνασίου, έφτασαν στις 9 Οκτωβρίου με το ατμόπλοιο «Πάτρα» στο λιμάνι του Πειραιά. Απο εκεί, συνέχισαν το ταξίδι τους με τελικό προορισμό την Ηλεία.
12 μέρες μετά, στις 21 Οκτωβρίου ακολουθούν άλλα 29 αγόρια και κορίτσια του Γυμνασίου, παιδιά των τότε υπαλλήλων της ΑΗΚ.
Ο αριθμός των «ανήλικων απεσταλμένων» μέχρι τη μέρα εκείνη είναι 412 παιδιά, τα οποία φιλοξενήθηκαν στα οικοτροφεία Πύργου, Αμαλιάδος, Πελλοπίου και Βάρδακι έπειτα σε καλές και έντιμες οικογένειες της περιοχής. Οι ηλικές τους, από 6 μέχρι και 17 ετών, με τα μεγαλύτερα να φροντίζουν και να παρηγορούν τα μικρότερα που έκλαιγαν, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.
Η πρόσκληση τους εκεί. έγινε από μέρους της Μητρόπολεως Ηλείας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Ελλάδος και ανακοινώθηκε μέσω ραδιοφώνου και του έντυπου τύπου της εποχής.
Ο κ. Θεοδοσίου ήταν μόλις 12 ετών έφυγε, αφήνοντας πίσω τα αδέρφια και τους γονείς του. Ο κ. Γεωργίου ήταν 9 ετών και πήγε μαζί με τα άλλα 2 από τα τρία του αδέρφια, 10 και 11 ετών. Ο μικρότερος από τα αδέρφια 5 ετών τότε ήταν εκείνος που έμεινε πίσω.
«Μέναμε στο Γυμνάσιο Στροβόλου, κι έπρεπε να φύγουμε γιατί έπρεπε να λειτουργήσει το σχολείο. Δεν είχαμε που να πάμε, ούτε πιάτα είχαμε να φάμε, ούτε πηρούνια, τίποτα. Με την ανακολινωση που έγινε στις εφημερίδες, για να πάμε στην Ελλάδα, μας ρώτησε ο πατέρας μας και είπαμε πάμε. Δεν ξέραμε που θα πάμε. Πήγαμε Λεμεσό, με μία τσάντα στο χέρι, με δυο τρία ρούχα, που μπόρεαν να μας αγοράσουν οι γονείς μας με δανεικά λεφτά», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Γεωργίου.
Advertisement
Αν και οι ανθρώποι της περιοχής ήταν φτωχοί, και ταλαιπωρημένοι και οι ίδιοι από την Χούντα, όταν έφταναν στα χωριά τα λεωφορεία με τα προσφυγόπουλα από την Κύπρο, ο κόσμος τους σταματούσε και τους έδιναν φαγητά, σοκολάτες, και ότι άλλο μπορούσε ο καθένας.
«Ηταν απερίγραπτο. Εμπαινε κόσμος μέσα στα λεωφορεία, μας αγκάλιαζε, μας φιλούσε, μας έδινε σοκολάτες, μπισκότα, ό,τι είχαν το πρόσφεραν και δεν είχαν και ταυτόχρονα διακρίναμε ένα μεγάλο θυμό στα πρόσωπά τους όλων, γιατί η Ελλάδα δεν μπόρεσε να ανακόψει το μεγάλο κακό που μας βρήκε» λέει ο κ. Θεοδοσίου.
«Φτωχοί άνθρωποι αλλά με πλούσια καρδια. Δεν μπορείς να περιγράψεις με λόγια την ψυχή τους και όλα αυτά που έχουμε πάρει από αυτούς τους ανθρώπους» συμπληρώνει συγκινημένος κ. Γεωργίου.
Η επικοινωνία με τους δικούς τους στην Κύπρο δεν ήταν συχνή, αφού γινόταν με αλληλογραφία και έτσι οι οικογένειες που τους φιλοξένησαν ήταν για εκέινους πατέρας, μητέρα και αδέλφια. Διατηρούν μέχρι και σήμερα στενή επικοινωνία και δεν ξεχνούν ποτέ την αγάπη που πήραν τισ δύσκολες εκείνες μέρες, από εκείνους.
Κάποιοι από τους ανθρώπους που φιλοξένησαν τα παιδιά εκείνα έφυγαν από τη ζωή, ωστόσο τα προσφυγόπουλα δεν τους ξέχασαν ποτέ και θα τους επισκεφθούν στην τελευταία τους κατοικία στις 21 Ιανουαρίου στην Ηλεία για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους.
Δείτε τις συγκλονιστικές τους μαρτυρίες στο βίντεο που ακολουθεί: