Εναντίον της υποχρεωτικής διενέργειας εργαστηριακού ελέγχου από άτομα που έχουν ιστορικό εμβολιασμού, τάχθηκε ο Δρ. Πέτρος Καραγιάννης, ενόψει και της αυριανής σύσκεψης μελών της επιδημιολογικής ομάδας με τον Υπουργό Υγείας κατά την οποία θα ληφθεί η τελική σύσταση για το θέμα.
Μιλώντας στην εκπομπή Alpha Καλημέρα, ο Δρ. Καραγιάννης είπε πως τα επιστημονικά δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας επί του παρόντος δεν δείχνουν ότι η διενέργεια τεστ από εμβολιασμένους είναι αναγκαία. Οι εμβολιασμένοι που χρειάζεται να υποβάλλονται σε εξέταση είναι αυτοί που φροντίζουν ανοσοκατασταλμένα άτομα, αυτοί που εισέρχονται σε κλειστές δομές, στα γηροκομεία και ίσως στα νηπιαγωγεία, πρόσθεσε.
“Τα δεδομένα αυτή τη στιγμή είναι τέτοια που δεν είναι αναγκαία η σύσταση για γρήγορα τεστ στους εμβολιασμένους. Πρώτα απ’ όλα, αυτό θα ήταν αντιπαραγωγικό και δεύτερο γνωρίζουμε ότι ναι, μπορούν οι εμβολιασμένοι να μολυνθούν, αποτελούν όμως ακόμα τη συντριπτική μειοψηφία αυτών που νοσούν ή μολύνονται. Επίσης δεν φαίνεται ότι μεταδίδουν με τον ίδιο τρόπο, δεν είναι μολυσματικοί επί μακρόν, δεν έχουν συμπτώματα αρκετοί από αυτούς για να διασπείρουν τον ιό.”
Αναφορικά με τα τεστ αντισωμάτων και κατά πόσο αυτά μπορούν να παρουσιαστούν ως safepass, ο Δρ. Καραγιάννης απάντησε αρνητικά και επεξήγησε ότι αυτού του είδους τεστ είναι μια επιβεβαίωση ότι είτε κάποιος έχει νοσήσει από τον κορωνοϊο είτε έχει εμβολιαστεί.
Ειδικότερα όπως είπε, αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλές εταιρείες που παράγουν αντιδραστήρια για ανίχνευση αντισωμάτων, με την κάθε μια να χρησιμοποιεί μια διαφορετική μεθοδολογία, ενώ και τα επίπεδα των αντισωμάτων που βγαίνουν από αυτά τα τεστ είναι επίσης διαφορετικά μεταξύ τους.Ουσιαστικά, δεν υπάρχει ένα ανώτατο και κατώτατο όριο για να καθοριστεί ποια ποσότητα αντισωμάτων ισούται με επαρκή προστασία από τον ιό.
“Επειδή αυτό το στάνταρ λείπει δεν μπορούμε να πούμε ποιος είναι προστατευμένος και με ποια επίπεδα αντισωμάτων, είτε από νόσηση είτε από εμβόλιο. Γι’ αυτό και το τεστ αντισωμάτων δεν χρησιμοποιείται ως μέρος του safepass.”
Την ίδια ώρα, ο Δρ. Καραγιάννης σημείωσε πως σημασία έχει το πότε ένα άτομο θα κάνει το τεστ αντισωμάτων, γιατί όσο πιο κοντά είναι στην περίοδο που έχει νοσήσει ή έχει λάβει τη δεύτερη δόση του εμβολίου, τόσο πιο ψηλά θα είναι και τα επίπεδα αντισωμάτων.
Τα επίπεδα αυτά των αντισωμάτων πέφτουν με την πάροδο του χρόνου, πρόσθεσε, και ειδικότερα μετά από τρεις έως έξι μήνες, με την πτώση αυτή να διαφέρει από άτομο σε άτομο.
Ο Δρ. Καραγιάννης επεσήμανε πως αυτού του είδους τεστ ανιχνεύουν όλα τα αντισώματα που παράγονται κατά της πρωτεΐνης ακίδας του ιού, αλλά δεν είναι όλα αυτά εξουδετερωτικά αντισώματα.
Advertisement“Πρέπει να γίνει ειδικό τεστ για να διευκρινίσεις τι ποσοστό αυτών των αντισωμάτων μπορούν να αδρανοποιήσουν τον ιό, γι’ αυτό αναφερόμαστε σε εξουδετερωτικά αντισώματα.”
Πέρα από αυτό, σε μερικά άτομα, κυρίως μεγαλύτερων ηλικιών, ο οργανισμός δεν αναπτύσσει αντισώματα ακόμα και αν έχει εμβολιαστεί, κάτι που συμβαίνει και με εμβόλια για άλλες ασθένειες, κατέληξε.