Πορφύριος, Παγώνα και Ξένια Oικονομίδου.
Η ιστορία τους, για όσους επισκέφθηκαν το εστιατόριο που διατηρούσαν στο «πέντε Μίλι» της Κερύνειας, είναι γνωστή.
Τα ονόματά τους, έχουν γραφτεί στον μακρύ και θλιβερό κατάλογo των αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής του 1974. Τα ίχνη τους χάθηκαν την πρώτη μέρα της απόβασης του Αττίλα, με τον ένα από τους δυο γιους της οικογένειας να θυμάται και να διηγείται στο AlphaNewsLive, τα όσα έγιναν την αποφράδα εκείνη ημέρα, που το ημερολόγιο της κυπριακής ιστορίας έγραφε 20 Ιουλίου του 1974.
Ο Γιώργος Οικονομίδης, ήταν τότε 25 ετών. Εδώ και 45 χρόνια, περιμένει απαντήσεις για την τύχη των αγαπημένων του προσώπων. Είναι ένας από τους λίγους που είδε τις αποβατικές επιχειρήσεις του Αττίλα εκείνη την μαύρη αυγή…
Ο Γιώργος Οικονομίδης, περιγράφει στο AlphaNewsLive, τις δραματικές στιγμές όταν επέστρεψε στο Πέντε Μίλι για να ψάξει τους δικούς του ανθρώπους, αλλά και το χάος που επικρατούσε όταν ο Αττίλας πάτησε στο νησί. Δεν θα ξεχάσει όπως μας είπε, αν και πέρασαν 45 χρόνια τους αγαπημένους του. Αναμένει μέχρι και σήμερα απαντήσεις για το τι απέγιναν. Οι πληροφορίες μέχρι σήμερα, συγκεχυμένες. Αυτό που ένιωσε όταν επέστρεψε στον τόπο του, ήταν λύπη, απογοήτευση και εγκατάλειψη.
Το απόλυτο χάος…
Όπως μας διηγήθηκε, στις 20 Ιουλίου βρισκόταν στην περιοχή “Πέντε Μίλι” της Κερύνειας, όπου η οικογένειά του διατηρούσε κέντρο αναψυχής και εστιατόριο.
Advertisement“Εκεί ακριβώς επέλεξαν οι Τούρκοι για να κάνουν την εισβολή. Την προηγούμενη μέρα, οι γονείς μου και οι αδελφοί, που είναι αγνοούμενοι από τότε, βρίσκονταν στις παραθαλάσσιες διευκολύνσεις που είχαμε για τους λουομένους. Εμείς όταν έγινε η εισβολή, μας ειδοποίησαν να γραφτούμε στην Εθνική Φρουρά. Πήγαμε με τον αδελφό μου και γραφτήκαμε στο 251 τάγμα πεζικού. Εγώ υπηρετούσα εκεί στο δεύτερο επιτελικό γραφείο πληροφοριών και ο αδελφός μου δεν είχε κάποιον να του υποδείξει τι να κάνει. Ήταν όλα διαλυμένα. Υπήρχε κάποιος που έλεγε ότι ήταν διοικητής ο οποίος περίμενε οδηγίες από το ΓΕΕΦ, κανένας δεν του έδινε απάντηση και ήταν ένα χάος. Σε κάποια φάση όταν ήμασταν εκεί τρία αεροπλάνα της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας μας βομβάρδισαν. Ευτυχώς οι σφαίρες χτύπησαν 10 μέτρα πιο δεξιά και έτσι είμαστε εν ζωή. Ήμασταν περίπου 40 άτομα εκεί, ζητούσαμε οδηγίες δεν μπορούσε κανένας να μας τις δώσει, ήταν ένα χάος. Σε κάποια φάση μας απάντησε το ΓΕΕΦ και μας είπαν μην ανησυχείτε είναι ασκήσεις του ΝΑΤΟ, λαμβάνει μέρος και η Τουρκία, θα τελειώσουν τα γυμνάσια και θα φύγουν. Μην τους χτυπήσουμε και μην απαντήσετε στις χειρονομίες τους γιατί θα δραματοποιηθεί η κατάσταση”.
Ο κ. Οικονομίδης θυμάται τις δραματικές στιγμές όταν αυτός και ο αδελφός του αναζητούσαν τους δικούς τους ανθρώπους χωρίς αποτέλεσμα.
“Εμείς είχαμε φύγει για να πάμε στο στρατόπεδο του 251 Τάγμα Πεζικού κοντά στην Κερύνεια και το πρωί της εισβολής, είχα πάει με τον αδελφό μου στο Πέντε Μίλι, εκεί που έγινε η απόβαση. Είχαμε δει μέσα στη θάλασσα περίπου έξι ή εννέα αποβατικά σκάφη τα οποία ήταν σε απόσταση 50 μέτρων από την παραλία. Εμείς πήγαμε εκεί για να δούμε αν οι συγγενείς μας ήταν εκεί. Ενώ γυρνούσαμε στη περιοχή και φωνάζαμε για να ανταποκριθούν αν ήταν ζωντανοί, δεν ανταποκρίθηκε κανείς. Το σπίτι μας αλλά και το κέντρο που είχαμε εκεί, γυρίσαμε όλες τις γωνιές και τα δωμάτια και φωνάζαμε. Στο μεταξύ επειδή ήταν κλειδωμένο το κέντρο και το σπίτι, υποθέσαμε ότι οι συγγενείς μας είχαν φύγει και πήγαν κάπου αλλού. Ενώ κάναμε αυτές τις έρευνες, υπήρχαν εκεί αδέσποτοι στρατιώτες. Ήταν ένα χάος, τα πολυβολεία και τα φυλάκια ήταν εγκαταλελειμμένα, δεν υπήρχε μέσα εξοπλισμός. Τα φυλάκια ήταν όλα κενά, δεν υπήρχε στρατός. Οι 15 περίπου στρατιώτες που περιφέρονταν στην περιοχή δεν ξέρω αν ήταν Ε/κ ή Τούρκοι”.
“Αγνοούμενοι μέχρι σήμερα”
Πέρασαν 45 χρόνια, από εκείνο το μαύρο πρωινό. 45 χρόνια αγωνίας, αναμονής και υπομονής. Ο Γιώργος Οικονομίδης ψάχνει μέχρι και σήμερα απαντήσεις για τον αγαπημένο του πατέρα, την μητέρα του και την μονάκριβη αδελφή του. Υπήρξαν μαρτυρίες για το πως χάθηκαν, καμία όμως δεν μέχρι σήμερα δεν αποδείχθηκε βάσιμη.
“Κάποιοι τους είδαν σκοτωμένους, κάποιοι είδαν ότι το αυτοκίνητο πως είχε βομβαρδιστεί και είχαν χαθεί τα ίχνη τους καθοδόν προς της Λευκωσία μέσω των Πανάγρων. Άλλοι μας είπαν είναι στο τάδε χωριό, πήγαμε εκεί ζητούσαμε πληροφορίες και τελικά δεν βρήκαμε μια βάσιμη πληροφορία που να οδηγεί στην εξυχνίαση της τύχης τους. Μέχρι σήμερα είναι αγνοούμενοι, όπως δυστυχώς αγνοούμενοι θα μείνουν και άλλοι 800 λόγω της μη ειλικρινούς συνεργασίας από την Τουρκία”.
Τα όνειρα που παρέμειναν όνειρα…
Αν και πέρασαν δεκαετίες, για τον Γιώργο Οικονομίδη δεν θα σβήσει ποτέ η τελευταία συνάντηση με την οικογένειά του. Ήταν μόλις ένα 24ωρο πριν πατήσει ο Αττίλας στην Κερύνεια. Κανείς δεν προέβλεπε όπως μας είπε, τον όλεθρο που θα ακολουθούσε σε λίγες ώρες. Αυτό που δεν θα ξεχάσει, είναι οι φιλοδοξίες και τα όνειρα που έκαναν για τον τόπο τους. Η επιχείρησή τους που δημιουργήθηκε με κόπο, χάθηκε μέσα σε μια μέρα και τα όνειρα όπως μας είπε, παρέμειναν όνειρα.
“Δυστυχώς αυτά τα όνειρα έμειναν όνειρα. Φεύγοντας από το σπίτι μας, κλειδώνοντας τις πόρτες οι γονείς μου, δεν κράτησαμε τίποτα. Μετά από το βομβαρδισμό από τους Τούρκους προσπαθήσαμε να δούμε τι μπορούμε να πάρουμε. Ο αδελφός μου επέστρεψε ξανά μετά τις 5:30 το πρωί που έγινε η πρώτη απόβαση και για καλή του τύχη έφυγε από εκεί ζωντανός. Τίποτα δεν περισώσαμε. Πιστεύουμε διακαώς ότι τουλάχιστον θα βρεθούν στα οστά τους και θα μπορέσουμε σύμφωνα με τις δικές μας παραδόσεις μας να μπορέσουμε τουλάχιστον να τους θάψουμε ενόσω είμαστε εμείς ζωντανοί”.
Όταν έφτασε η στιγμή να επιστρέψει…
Λύπη και απογοήτευση. Αυτά είναι τα συναισθήματα που ένιωσε όπως μας είπε, όταν μετέβη στον τόπο που μεγάλωσε.
“Πήγα για να υποδείξω μια περιοχή που φημολογείτο ότι υπήρχε τάφος. Το μαρμάρινο άγαλμα που βρίσκεται εκεί, ακούγεται ότι κάτω από αυτό πιθανόν να βρίσκεται μαζικός τάφος. Υπέδειξα απέναντι ένα μέρος που κάποιος Τούρκος μου είχε πει ότι υπάρχει μαζικός τάφος, ένας χώρος περιφραγμένες όμως καμία από τις δυο περιπτώσεις δεν διερευνήθηκε”.
Φτάνοντας στο “Πέντε Μίλι” έίδε αυτό που φοβόταν. Τα όνειρα της οικογένειάς του βρίσκονταν σε ξένα χέρια. Πλέον, έχει μετονομαστεί σε “Εscape Βeach”. Η τουρκική πρόκληση δεν άργησε, αφού όπως μας διηγήθηκε όταν έφτασε στην παραλία κλήθηκε να πληρώσει και είσοδο.
“Είχαν εξωραϊσει την περιοχή όσον αφορά στην παραλία. Μας ζήτησαν να δώσουμε οκτώ ευρώ είσοδο. Το αντιμετώπισα με ψυχραιμία. Πως να νιώσεις… πικρία, απογοήτευση και πλήρη εγκατάλειψη”.