Οι αναφορές ότι δεν παρατηρήθηκε οποιαδήποτε επιβάρυνση σε διαθέσιμους σταθμούς παρακολούθησης, με αφορμή την πρόσφατη φωτιά στο Γέρι, «δεν είναι αντιπροσωπευτικές της πραγματικής επιβάρυνσης των επηρεαζόμενων περιοχών και δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για το χειρισμό των συνεπειών», αναφέρει σε ανακοίνωση η Ερευνητική Ομάδα του Εργαστηρίου-Νησίδας Αριστείας Περιβαλλοντικής Ρευστομηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστήμιο Κύπρου, την οποία υπογράφει η Καθηγήτρια Μαρίνα Νεοφύτου.
Η ανακοίνωση που εκδόθηκε με αφορμή τις αναφορές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας σχετικά με την επίδραση της πυρκαγιάς στην περιοχή Γερίου-Ιδαλίου και την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας ως συνέπεια, αναφέρει ότι η επιβάρυνση στην ποιότητα του αέρα στις επηρεαζόμενες περιοχές «πρέπει να θεωρείται δεδομένη, παρ’ όλο που δεν υπάρχει δυνατότητα μέτρησής της υπό τις παρούσες περιστάσεις» . Εξηγείται ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η τοποθεσία των διαθέσιμων μόνιμων σταθμών παρακολούθησης ποιότητας του αέρα στην Κύπρο σε σχέση με την περιοχή της πυρκαγιάς και τη φορά των ανέμων, «δεν καθιστά δυνατό τον εντοπισμό της επιβάρυνσης».
Η Ερευνητική Ομάδα αναφέρει ότι οι μετρήσεις του Σταθμού Παρακολούθησης Ατμοσφαιρικής Δυναμικής και Ποιότητας «ΑΥΡΑ» του Πανεπιστημίου Κύπρου δείχνουν ότι, με βάση την μεταβλητότητα της κατεύθυνσης των ανέμων στο 24ωρο που ακολούθησε την στιγμή της ατυχηματικής πυρκαγιάς, «το τοξικό πλούμιο των καυσαερίων επηρέασε και θα επηρεάζει τις αμέσως επόμενες μέρες τις περιοχές Ποταμιάς, Λουρουτζίνας, Λυμπιών και λιγότερο των περιοχών Γερίου-Ιδαλίου,Τρούλων και Αβδελερού».
Οι επιστήμονες αναφέρουν επίσης ότι η κατάσταση της ατμόσφαιρας και συγκεκριμένα η ευστάθεια της, το ύψος του ατμοσφαιρικού οριακού στρώματος και η ταχύτητα των ανέμων όπως παρατηρήθηκαν από σχετικές μετρήσεις στον Σταθμό Παρακολούθησης «ΑΥΡΑ», ήταν τέτοια που δεν επέτρεψε τον κατακόρυφο προσανατολισμό στην ανάπτυξη του πλουμίου των τοξικών αερίων, αλλά αντιθέτως, επέτρεψε την οριζόντια κυρίως ανάπτυξη του με οριζόντιο «φράκτη/ταβάνι» σε ύψος που συνάδουν με τις παρατηρήσεις του Σταθμού «ΑΥΡΑ» του Πανεπιστημίου Κύπρου.
«Αυτό έχει ως συνέπεια μια σχετικά περιορισμένη αραίωση των τοξικών ενώσεων, που επηρεάζουν άμεσα τις περιοχές κοντά στο έδαφος και συνεπώς τους κατοίκους. Τα σωματίδια που έχουν παραχθεί και αιωρηθεί, καθώς επίσης και οι όποιες τοξικές χημικές ενώσεις έχουν προσκολληθεί σε αυτά, αναμένεται, στο μεγαλύτερο μέρος τους, να καθιζάνουν στο έδαφος στις προαναφερόμενες περιοχές, ενώ ένα αρκετά μικρότερο μέρος τους θα καταφέρει να αποδράσει στα ψηλότερα στρώματα της ατμόσφαιρας. Ως εκ τούτου θα πρέπει να ακολουθηθούν ανάλογες προληπτικές δράσεις προστασίας», αναφέρει η ανακοίνωση.