Από το 2004 το κράτος και συγκεκριμένα το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, προχώρησε στην αγορά δυο αποτεφρωτηρών για τους αερολιμένες Λάρνακας και Πάφου, για την καύση των αποβλήτων των κτηριακών εγκαταστάσεων και των αεροπλάνων, ωστόσο μέχρι και σήμερα δεν κατέστη δυνατό να λειτουργήσουν. Ο λόγος, η μη εξασφάλιση των προς τούτο αδειών από άλλη υπηρεσία του κράτους. Πρόκειται για μια επένδυσης συνολικού κόστους €2.299.273. Πέραν όμως της ενδεχόμενης διάπραξης παραλείψεων, αμελειών και ατασθαλιών από λειτουργούς του δημοσίου, σχετικά με τις αγορές αποτεφρωτήρων, το κράτος εδώ και 13 χρόνια υπάρχει απόφαση για την πώληση του υπό αναφορά εξοπλισμού, χωρίς να έχει μάλιστα ολοκληρωθεί η διαδικασία.
Το ιστορικό
Όπως αναφέρει στην πολυσέλιδη έκθεση του για το Υπουργείο Μεταφορών, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας, τον Φεβρουάριο του 2004 υπογράφτηκε το συμβόλαιο προμήθειας και εγκατάστασης του εξοπλισμού ύψους €1.616.303, ενώ τον Ιούλιο του 2004 ανατέθηκαν στον ίδιο εργολάβο οι απαιτούμενες οικοδομικές εργασίες έναντι €332.323. Πέραν των πιο πάνω, καταβλήθηκαν με έγκριση της ΚΕΑΑ στον εργολάβο επιπλέον €224.170, λόγω της καθυστέρησης στην πρόοδο των εργασιών εκ μέρους του εργοδότη και €126.477, ως αποζημίωση για τον τερματισμό των συμβάσεων, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος σε €2.299.273. Ο Διευθυντής του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας πληροφόρησε τον Μάιο του 2004, την Ελεγκτική Υπηρεσίας, ότι το Τμήμα του είχε προχωρήσει από τον προηγούμενο μήνα στην υποβολή της αίτησης για την εξασφάλιση της άδειας εκπομπής αερίων αποβλήτων των δύο μονάδων αποτέφρωσης και ότι θα επιλαμβανόταν αμέσως του θέματος της εξασφάλισης – από την αρμόδια Αρχή – της σχετικής πολεοδομικής άδειας, απαραίτητης προϋπόθεσης για την εξέταση της αίτησής του. Τελικά, εξαιτίας της μη έγκαιρης εξασφάλισης από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας των αναγκαίων αδειών/εγκρίσεων από τις αρμόδιες Αρχές, το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών προχώρησε σε αναστολή των εργασιών, παρά το γεγονός ότι ο αποτεφρωτήρας του αεροδρομίου Πάφου ήταν έτοιμος για λειτουργικό έλεγχο και παραλαβή. Επιπρόσθετα της πιο πάνω καθυστέρησης ήταν, τον Σεπτέμβριο του 2008 ο Διευθυντής του ΤΠΑ να πληροφορήσει το Τμήμα ΗΜΥ ότι η διαχείριση των σκυβάλων των αεροδρομίων και ειδικότερα η λειτουργία των κλιβάνων αποτέφρωσής τους δεν ενέπιπτε στις αρμοδιότητες του ΤΠΑ, αλλά ήταν ευθύνη του διαχειριστή των αεροδρομίων, ο οποίος, ωστόσο, τους πληροφόρησε ότι δεν χρειάζεται τους εν λόγω αποτεφρωτήρες, αφού χρησιμοποιεί άλλη μέθοδο/διαδικασία για τη διαχείριση των απορριμμάτων των αεροσκαφών. Το Φεβρουάριο του 2009, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων πληροφόρησε τον Γενικό Διευθυντή του ΥΜΕΕ ότι η αποτέφρωση αποβλήτων, με τη χρήση πολλών και μικρών αποτεφρωτήρων, οι οποίοι δεν λειτουργούν σε συνεχή βάση, ως μέθοδος για διάθεση στερεών αποβλήτων, δεν αποτελούσε βιώσιμη πρακτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για οικονομικούς, τεχνικούς και περιβαλλοντικούς λόγους. Ως εκ τούτου και ενόψει του γεγονότος ότι στο υπό σχεδιασμό Κέντρο Διαχείρισης Ειδικών Αποβλήτων, που αναμενόταν να γίνει στη Βαθιά Γωνιά στη Λευκωσία, περιλαμβανόταν και η κατασκευή κεντρικού αποτεφρωτήρα, εισηγήθηκε όπως αυτός σχεδιαστεί κατάλληλα για αποτέφρωση διαφόρων ειδών αποβλήτων και οι αποτεφρωτήρες που αγοράστηκαν για τα αεροδρόμια να διατεθούν για πώληση στο εξωτερικό.
Η πώληση
Τον Δεκέμβριο του 2009, το ΗΜΥ ζήτησε έγκριση από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών για πώληση των εν λόγω αποτεφρωτήρων και των εγκαταστάσεών τους στην κατάσταση που βρίσκονταν στους δύο αερολιμένες, μέσω πλειοδοτικού διαγωνισμού του ΤΠΑ, ως ιδιοκτήτη των εν λόγω αποτεφρωτήρων. Στο πλαίσιο διερεύνησης της καταγγελίας η οποία αφορούσε στη διερεύνηση ενδεχόμενης διάπραξης παραλείψεων, αμελειών και ατασθαλιών από λειτουργούς του δημοσίου, σχετικά με τις αγορές αποτεφρωτήρων για το δημόσιο, η Ελεγκτική Υπηρεσία, ζήτησε τον Σεπτέμβριο του 2021 από τον Γενικό Διευθυντή του ΥΜΕΕ να πληροφορήσει κατά πόσο είχε προχωρήσει η πιο πάνω διαδικασία, αποστέλλοντας στην Ελεγκτική Υπηρεσία, αντίγραφα της σχετικής αλληλογραφίας. Τον Ιανουάριο του 2022, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Μεταφορών πληροφόρησε τον Γενικό Ελεγκτή, ως ιδιοκτήτης του εξοπλισμού, έχει στείλει στο Τμήμα ΗΜΥ τα σχετικά για σκοπούς εκποίησης των αποτεφρωτήρων και των στεγάστρων τους, το οποίο τα έχει προωθήσει στον Πρόεδρο του Ειδικού Συμβουλίου Επιθεώρησης για ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό για τα περαιτέρω και, ακολούθως θα σταλούν στη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κρατικών Αγορών και Προμηθειών για τις δικές της ενέργειες. Στην EΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΥΜΕΕ/01/2022 155 η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει «το υπερβολικά μεγάλο και αδικαιολόγητο, κατά την άποψή μας, χρονικό διάστημα των 13 ετών που έχει παρέλθει από της αποφάσεως για την πώληση του υπό αναφορά εξοπλισμού, μέχρι την ετοιμασία της παρούσας Έκθεσης, χωρίς να έχει μάλιστα ολοκληρωθεί η διαδικασία». Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία, επηρεάζει την αξία του εξοπλισμού, η οποία θα έχει μειωθεί σημαντικά μετά την πάροδο τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος από την αγορά του και την απόφαση εκποίησής του, με αποτέλεσμα, για δεύτερη φορά μετά την αποτυχία λειτουργίας του, να μην διασφαλίζονται τα συμφέροντα του δημοσίου από τις ενέργειες των αρμοδίων Τμημάτων του ΥΜΕΕ.