Στη διαπίστωση ότι η Κυβέρνηση με τις αποφάσεις της, υιοθετώντας πλήρως τις θέσεις των εργοδοτών, ενέκρινε ένα διάταγμα για τον κατώτατο μισθό το οποίο απέχει πολύ από το να δημιουργεί ένα βασικό πλαίσιο μίνιμουμ δικαιωμάτων για τους συνδικαλιστικά απροστάτευτους εργαζόμενους, κατέληξε το Έκτακτο Παγκύπριο Συνέδριο της ΠΕΟ, το οποίο εξουσιοδότησε το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΠΕΟ να προχωρήσει στην πραγματοποίηση παγκύπριας εργατικής κινητοποίησης και να κάνει επαφές με το υπόλοιπο συνδικαλιστικό κίνημα «με στόχο την ενωμένη και συλλογική αντίδραση».
Ταυτόχρονα, το Συνέδριο το οποίο συνήλθε το απόγευμα της Τετάρτης, επαναλαμβάνει την αντίθεση του για τη μη συμπερίληψη στον κατώτατο μισθό, μεγάλων ομάδων εργαζομένων που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι και αναφέρει πως το ύψος του κατώτατου μισθού «δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο σημερινό κόστος ζωής και στην έννοιας της αξιοπρεπούς διαβίωσης».
Συγκεκριμένα, το Έκτακτο Παγκύπριο Συνέδριο της ΠΕΟ, το οποίο εξέτασε ζητήματα που προκύπτουν για τους εργαζόμενους μετά την απόφαση της Κυβέρνησης και το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό, αποφάσισε να εγκρίνει τους χειρισμούς των αρμοδίων σωμάτων της ΠΕΟ για το πιο πάνω θέμα την περίοδο που προηγήθηκε, καθώς και την εισηγητική ομιλία που κατέθεσε η Γενική Γραμματέας της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους.
Αναφέρει ότι το 27ο και 28ο Συνέδριο της ΠΕΟ μετά από ανάλυση των δραματικών αλλαγών που επεσυνέβησαν στο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο της Κύπρου ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόστηκαν από την κυβέρνηση και μετέπειτα των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης πάνω στους εργαζόμενους, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών ήταν και η ανατροπή του συστήματος εργασιακών σχέσεων το οποίο βασιζόταν στη ψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα και οργάνωση μέσω της οποίας επιβάλλονταν η ρύθμιση των βασικών όρων απασχόλησης με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.
Επιπλέον, το Συνέδριο διαπιστώνει ότι η κυβέρνηση με τις αποφάσεις της, υιοθετώντας πλήρως τις θέσεις των εργοδοτών, ενέκρινε ένα διάταγμα για τον κατώτατο μισθό το οποίο απέχει πολύ από το να δημιουργεί ένα βασικό πλαίσιο μίνιμουμ δικαιωμάτων για τους συνδικαλιστικά απροστάτευτους εργαζόμενους.
Το Συνέδριο επαναλαμβάνει ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συγκατατεθεί στη νομιμοποίηση φαινομένων ακαθορίστων ωραρίων εργασίας, επέκτασης του ωραρίου εργασίας χωρίς την καταβολή υπερωριακής αποζημίωσης και τη δυνατότητα για αμφισβήτηση της συμφωνίας ανώτατου επιπέδου που επετεύχθη μεταξύ των εργοδοτικών και των εργατικών οργανώσεων το 1992, για μείωση του ωραρίου εργασίας από τις 40 στις 38 ώρες εβδομαδιαίως σε όλους τους βασικούς τομείς της οικονομίας. Καταδικάζει έντονα την αμφισβήτηση της εν λόγω συμφωνίας εκ μέρους της εργοδοτικής πλευράς και πάλι με την ανοχή της κυβέρνησης.
Αναφέρει πως από το διάταγμα απουσιάζουν επίσης η ρύθμιση βασικών ζητημάτων όπως οι αργίες, 13ος μισθός, η τιμαριθμική αναπροσαρμογή, κάτι που αφήνει απροστάτευτους τους πιο ευάλωτους εργαζόμενους και «επαναλαμβάνει την αντίθεση του για τη μη συμπερίληψη στον κατώτατο μισθό, μεγάλων ομάδων εργαζομένων που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι, ενώ εκφράζει «την έντονη ανησυχία για τη δυνατότητα που δόθηκε στου εργοδότες για 25% χαμηλότερο κατώτατο μισθό σε νέους κάτω των 18 ετών για εργασία μέχρι 2 μήνες γιατί θα χρησιμοποιηθεί από τους εργοδότες για μονιμοποίηση της ανακύκλωσης της φτηνής ευκαιριακής απασχόλησης».
Αναφορικά με το ύψος του κατώτατου μισθού, το Συνέδριο αναφέρει πως «επιβεβαιώνεται και από τις αντιδράσεις των εργαζομένων και της κοινωνίας πως αυτό δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο σημερινό κόστος ζωής και στην έννοιας της αξιοπρεπούς διαβίωσης» και προσθέτει πως «η μηναία αύξηση των 15 ευρώ περίπου, μετά από 11 χρόνια, με τις συνεχείς αυξήσεις τιμών και καλπάζοντα πληθωρισμό γύρω στο 10%, είναι πρόκληση και υποτίμηση για τους εργαζόμενους».
Αναφέρει επίσης ότι με την άρνηση της η κυβέρνηση να ρυθμίσει στο διάταγμα με σαφήνεια ότι εκεί και όπου υπάρχουν κατώτατοι μισθοί συμφωνημένοι με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας αυτοί θα είναι οι νόμιμοι, υποχρεωτικοί μισθοί, συμβάλει και νομιμοποιεί τη διαιώνιση των φαινομένων άρνησης εφαρμογής των Συλλογικών Συμβάσεων, ιδιαίτερα των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων.
«Ουσιαστικά γίνεται συμμέτοχη στις παραβιάσεις και στην ύπαρξη εντός του ίδιου κλάδου και τομέα, εργαζομένων δυο ταχυτήτων και στον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων», προσθέτει.
Ενόψει των πιο πάνω αρνητικών διαπιστώσεων το Συνέδριο αποφασίζει προς επίτευξη των στόχων όπως αυτοί καθορίστηκαν από το 28 Συνέδριο της ΠΕΟ την εντατικοποίηση των αγώνων και καλεί τις συντεχνίες της ΠΕΟ όπως κατά τη διαδικασία ανανέωσης των κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων εντατικοποιήσουν την προσπάθεια για εισαγωγή θεσμικών ρυθμίσεων που θα καθιστούν υποχρεωτικούς τους βασικούς όρους για όλους τους εργαζόμενους του δοσμένου κλάδου.
Επίσης, τις καλεί να αντιδρούν άμεσα και δυναμικά στις περιπτώσεις εκείνες που σε τομείς ή χώρους εργασίας που καλύπτονται από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και οι μισθοί είναι ψηλότεροι από τον κατώτατο μισθό, γίνονται προσπάθειες για προσλήψεις με τον κατώτατο μισθό.
Το Συνέδριο της ΠΕΟ αναφέρει ότι το αμέσως επόμενο διάστημα διεξαχθεί Παγκύπρια εκστρατεία ενημέρωσης των εργαζομένων τόσο σε οργανωμένους όσο και σε ανοργάνωτους χώρους εργασίας και «απευθύνει έκκληση προς όλους τους εργαζόμενους, οργανωμένους και ανοργάνωτους καθώς και το υπόλοιπο συνδικαλιστικό κίνημα, ενωμένο να συνταχθεί στη μάχη για ολοκληρωμένες ρυθμίσεις που να κατοχυρώνουν ελάχιστα δικαιώματα σε όλους τους εργαζόμενους και θα προστατεύουν και να ενισχύουν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας».
Επιπλέον, το Συνέδριο αφού αξιολόγησε τα δεδομένα όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την απόφαση της κυβέρνησης για τον κατώτατο μισθό, την φοβερή πίεση που δέχονται οι εργαζόμενοι από τον συνεχιζόμενο και εντεινόμενο κύμα ακρίβειας σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, τον ηλεκτρισμό και τα καύσιμα, επαναβεβαιώνει και υπογραμμίζει την απαίτηση για λήψη ουσιαστικών μέτρων προστασίας των εργαζομένων, πλήρη επαναφορά της ΑΤΑ και απόδοσης της για όλους εργαζόμενους.
Αναφέρει ότι προς αυτή την κατεύθυνση εξουσιοδότησε το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΠΕΟ να προχωρήσει στην πραγματοποίηση Παγκύπριας εργατικής κινητοποίησης και «με στόχο την ενωμένη και συλλογική αντίδραση των εργαζομένων το επόμενο διάστημα θα γίνουν επαφές με το υπόλοιπο συνδικαλιστικό κίνημα».