Εύλογα η κυπριακή κοινή γνώμη διερωτάται τα τελευταία 24ωρα με αφορμή την υπόθεση της δίωξης της Ευρωβουλευτού Εύας Καϊλή, γιατί οι κυπριακές διωκτικές αρχές δεν κινούνται με τους ίδιους ρυθμούς σε υποθέσεις που προκάλεσαν σεισμό στη χώρα μας. Φιλοξενούμενος στην εκπομπή Alpha Ενημέρωση, ο νομικός Αχιλλέας Αιμιλιανίδης παρέθεσε τις διαφορές σε ότι αφορά τις εξουσίες και τις διαδικασίες των δύο συστημάτων, εισηγούμενος παράλληλα μερικές τροποποιήσεις που θα έκαναν τη δικαιοσύνη μας πιο αποτελεσματική.
Στην αρχική του τοποθέτηση, ο κ. Αιμιλιανίδης ανέφερε πως το ζήτημα δεν αφορά τόσο όσο νομίζουμε τη διαφορά του συστήματος αλλά την εφαρμογή.
«Το Ευρωκοινοβούλιο παρέχει βουλευτική ασυλία όπως ισχύει και στο κυπριακό σύνταγμα, δηλαδή υπάρχει πλήρης ασυλία η οποία δεν μπορεί να αρθεί για λόγο ή ψήφο που εκφράζει τη βουλή και υπάρχει γενική ασυλία η οποία μπορεί να αρθεί με συγκεκριμένη διαδικασία. Στο ευρωκοινοβούλιο όπως και στα περισσότερα κράτη, η ασυλία αίρεται με απόφαση του ίδιου του κοινοβουλίου. Στην Κύπρο είχε επιλεχθεί ένα διαφορετικό σύστημα με βάση το οποίο η ασυλία δεν αίρεται από το κοινοβούλιο αλλά από το Ανώτατο Δικαστήριο», εξήγηση.
Εντούτοις, συνέχισε, στην περίπτωση της Εύας ΚΑϊλή, η ειδοποιός διαφορά είναι πως οι βελγικές αρχές επικαλέστηκαν την εξαίρεση περί αυτοφώρου η οποία όμως επίσης υπάρχει και στο κυπριακό σύνταγμα.
«Αυτό έχει να κάνει με το εάν κάποιον τον έχεις πιάσει αυτόφωρο και εδώ η εισήγηση είναι ότι πιάστηκε στα πράσα η Ευρωβουλευτής με τις σακούλες χρημάτων που υποδεικνύουν διαφθορά. Άρα στην περίπτωση του αυτοφώρου δεν χρειάζεται να γίνει αίτηση για άρση της ασυλίας είναι εξαιρετική διαδικασία αυτή το ίδιο ισχύει και στην Κύπρο. Δηλαδή αν σε πιάσει κάποιος αυτόφωρο δεν χρειάζεται να κάνεις άρση της ασυλίας απλώς κάνεις αίτηση εκ των υστέρων στο δικαστήριο για να δώσει άδεια, επισήμανε.
Ο κ. Αιμιλιανίδης ήγειρε επίσης ζήτημα υπερσυγκέντρωσης όσον αφορά την έννοια του Γενικού Εισαγγελέα, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπου οι ανακριτές έχουν δικαστικό καθεστώς και μπορούν να αναλαμβάνουν τη διερεύνηση μιας υπόθεσης.
Έχουμε πει αρκετές φορές ότι σε γενικό επίπεδο ο υπερσυγκεντρωισμός που υπάρχει στην Κύπρο στο ζήτημα της άσκησης ποινικών διώξεων είναι προβληματικός. Είναι ζήτημα που συζητήθηκε πρόσφατα όταν έγινε η αρχή της διαφθοράς η οποία θα έπρεπε να έχει ανακριτικές εξουσίες κατά την άποψη μου και θα έπρεπε να έχει και εξουσίες να διεξάγει και να δώσει οδηγίες για την διεξαγωγή της διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου αν χρειάζεται. Χρειάζεται να δούμε γενικότερα το ζήτημα των ποινικών διώξεων και να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις για να υπάρξει αναγκαία αποκέντρωση όπου ενδείκνυται ώστε να έχουμε αποτελεσματικότητα στα διάφορα σημεία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς σχετικά με την ασυλία του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας αλλά και των Υπουργών του, είπε πως με βάση ρητή συνταγματική διάταξη, ο Πρόεδρος δεν διώκεται ποινικώς κατά τη διάρκεια της θητείας του εκτός και αν πρόκειται για την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας μετά από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή αν υπάρχει ατιμωτικό αδίκημα ή ηθικής αισχρότητας και πάλιν κατόπιν άδειας του Ανωτάτου. Ο λόγος εξήγησε, σχετίζεται με το γεγονός ότι έχουμε προεδρικό σύστημα και έτσι ο Πρόεδρος δεν είναι Βουλευτής όπως στην περίπτωση των κοινοβουλευτικών συστημάτων.