Μετά την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, το πρώτο κρούσμα της ευλογιάς των πιθήκων, νόσου που ενδημεί στην Αφρική ανακοίνωσε και η Αυστραλία κάνοντας όλο και περισσότερους να αναρωτιούνται πόσο απειλητική είναι η ασθένεια, ποια τα συμπτώματά της και πως αντιμετωπίζεται.
Μια νόσος που εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1958 με τα πρώτα κρούσματα σε ανθρώπους να καταγράφονται το 1970 στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
Με γοργούς ρυθμούς άλλωστε, προχωρεί η διαδικασία καταρτισμού πλάνου διαχείρισης και δράσης του Υπουργείου Υγείας στην περίπτωση εντοπισμού κρούσματος ευλογιάς των πιθήκων στην Κύπρο, με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου να έχουν θέσει χρονοδιάγραμμα μέχρι την ερχόμενη Πέμπτη, ώστε η κάθε υπηρεσία από την πλευρά της να επανέλθει με πλήρη καταρτισμό διαδικασιών.
Τα δεδομένα του ECDC
Σε δηλώσεις του στην εκπομπή Αlpha Ενημέρωση, ο επιδημιολόγος Δρ. Μιχάλης Βωνιάτης αναφέρθηκε στο έγγραφο του ECDC το οποίο περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία αναφορικά με τη νόσο της ευλογιάς των πιθήκων όπως επίσης και την αξιολόγηση κινδύνου όσον αφορά στην εξάπλωση του ιού στην Ευρώπη.
Εξαπλώνεται στην Ευρώπη
Όπως είπε, στην Ευρώπη έχουν καταγραφεί 67 περιστατικά σε εννέα χώρες.
“Αυτό είναι το ζητούμενο για την Κύπρο, κατά πόσο κινδυνεύουμε. Τα πλείστα περιστατικά αφορούν άτομα που έχουν είτε αυξημένη σεξουαλική δραστηριότητα με πολλαπλούς συντρόφους είτε άνδρες που έχουν σεξουαλική επαφή με άνδρες. Αυτά είναι τα δεδομένα του ECDC. Στο γενικό κοινό δεν φαίνεται να υπάρχει κίνδυνος. Δεν στιγματίζω κανέναν, αυτά είναι τα δεδομένα”.
Και εξηγεί τους τρόπους με τους οποίους μεταδίδεται η νόσος της ευλογιάς των πιθήκων.
“Εάν κάποιος έρθει σε χρόνια επαφή, κάποιες ώρες με κάποιον που νοσεί μπορεί να μολυνθεί και μέσω σταγονιδίων, όμως αυτά είναι μεγάλα σταγονίδια άρα χρειάζεται χρόνος έκθεσης, δεν είναι όπως τον κορωνοϊό που μεταδίδεται εύκολα. Αυτά είναι δεδομένα που αφορούν τον άμεσο κίνδυνο. Αυτό που μας ανησυχεί για τα περιστατικά στην Ευρώπη δεν είναι γιατί ταξίδεψαν στη Δυτική Αφρική αλλά ήρθαν σε επαφή μεταξύ τους στην Ευρώπη. Υπάρχει μια επέκταση αυτής της κατάστασης, κάτι που ενδημεί στη δυτική Αφρική και πρέπει να λάβουμε μέτρα για να μην υπάρχει περαιτέρω εξάπλωση”.
Ο Δρ. Βωνιάτης επεσήμανε πως οι ιοί της ευλογιάς είναι διαφορετικοί και δύσκολα μεταλλάσσονται. Από την άλλη, σημείωσε, η κατηγορία του ιού της ευλογιάς των πιθήκων που παρατηρείται στη δυτική Αφρική είναι πιο θανατηφόρα.
Advertisement“Δημιουργεί πιο σοβαρή νόσηση μέχρι και 10% θνητότητα. Αυτή που έχουμε αυτή τη στιγμή, η θνητότητα είναι λίγο περισσότερο του 1%”.
Η ανίχνευση και το εμβόλιο…
Ερωτηθείς πως γίνεται αυτός ο διαχωρισμός, ο Δρ. Βωνιάτης απάντησε μέσω της αλληλούχισης του γονιδιώματος με τη μέθοδο PCR, κάτι που ακόμη δεν διαθέτει η Κύπρος.
“Η μεθοδολογία είναι γνωστή, μπορεί να γίνει και στην Κύπρο είναι θέμα να υπάρχουν τα αντιδραστήρια. Δυνητικά μπορεί να γίνει και στην Κύπρο”.
Δεν πρόκειται για νέα πανδημία, τόνισε, καθώς τα κρούσματα που καταγράφηκαν σε χώρες της Ευρώπης είναι σποραδικά.
“Είναι κάτι που μπορούμε να ελέγξουμε και ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει περί τίνος πρόκειται, αν υπάρχει υποψία πρέπει να γίνει διάγνωση. Τα ύποπτα κρούσματα πρέπει να απομονωθούν για να μην έχουμε εξάπλωση”.
Οι λόγοι έξαρσης της νόσου…
Ποιοι είναι οι λόγοι όμως έξαρσης αυτής της νόσου; O Δρ. Βωνιάτης εξήγησε πως το φαινόμενο οφείλεται σε οικολογικούς και περιβαλλοντικούς λόγους καθώς στη δυτική Αφρική έχει γίνει αποψίλωση των δασών για καλλιέργειες με αποτέλεσμα τα ζώα να φτάσουν πιο κοντά στους ανθρώπους.
“Η διάγνωση γίνεται πιο εύκολα και σε αυτές τις χώρες και η επιδημιολογική επιτήρηση είναι πιο καλή. Αυτοί είναι και οι λόγοι που διαγιγνώσκονται και τα περιστατικά στην Ευρώπη”.
Όσο για το εμβόλιο κατά του ιού της ευλογιάς των πιθήκων, ανέφερε πως δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί καθώς δεν έχει την τελική έγκριση.
“Υπάρχει όμως το εμβόλιο της ευλογιάς το οποίο είναι εγκριμένο όμως φυλάσσεται σε δυο με τρεις χώρες στον κόσμο, δεν υπάρχουν πολλές ποσότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μερικές περιπτώσεις ατόμων που έρχονται σε επαφή και ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Σύμφωνα με το ECDC είναι παιδιά, έγκυες και ανοσοκατασταλμένοι. Πρέπει όμως να γίνει πρώτα αξιολόγηση για να χορηγηθεί το εμβόλιο, δεν μπορεί να χορηγηθεί εύκολα όπως άλλα εμβόλια”.