Ασθενής ηλικίας 80 ετών, που έλαβε την 1η δόση εμβολίου κατά του κορωνοϊού, νοσηλεύεται στο Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου, που λειτουργεί ως Νοσοκομείο Αναφοράς για ασθενείς με κορωνοϊό.
Η Επιστημονική Διευθύντρια των Νοσοκομείων Λάρνακας – Αμμοχώστου Αμαλία Χατζηγιάννη επιβεβαίωσε στο ΚΥΠΕ πως «στο Νοσοκομείο νοσηλεύεται ένας ασθενής ηλικίας 80 ετών, που έλαβε την 1η δόση του εμβολίου». Ο ασθενής, είπε, «έλαβε το εμβόλιο και αμέσως μετά νόσησε με αποτέλεσμα αρχές Μαρτίου να εισαχθεί στο Νοσοκομείο με συμπτώματα κορωνοϊού». Σημείωσε περαιτέρω πως «αυτό έγινε επειδή δεν δόθηκε ο απαραίτητος χρόνος στο εμβόλιο να δημιουργήσει αντισώματα και να δράσει, προτού ο 80χρονος νοσήσει με τον ιό».
Δυστυχώς, πρόσθεσε «τις τελευταίες μέρες υπάρχει αυξητική τάση στις εισαγωγές στο Νοσοκομείο με τη χωρητικότητα του νοσηλευτηρίου να ανεβαίνει στο 96%. Οι αριθμοί ασθενών που έχουμε αυτές τις μέρες είναι παρόμοιοι με αυτούς που είχαμε τον περασμένο Οκτώβριο και Νοέμβριο».
Απαντώντας σε ερώτηση η κα. Χατζηγιάννη είπε πως «δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε ότι τελειώνουμε εδώ, αφού φαίνεται πως η πανδημία του κορωνοϊού συνεχίζει ακάθεκτη. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να πει κατά πόσον διανύουμε ένα τρίτο κύμα της πανδημίας ή εάν είναι μια παράταση από το δεύτερο κύμα, αφού στις 22 Φεβρουαρίου νοσηλεύονταν στο Νοσοκομείο Αναφοράς μόνο 20 ασθενείς, που ήταν και ο πιο μικρός αριθμός από την έναρξη του χρόνου».
Πρόσθεσε πως «στις 4 Ιανουαρίου στο Νοσοκομείο νοσηλεύονταν 74 ασθενείς και περίπου δύο μήνες μετά φτάσαμε σχεδόν στα ίδια νούμερα, αφού σήμερα έχουμε στο δημόσιο Νοσηλευτήριο 72 ασθενείς με πέντε άτομα να βρίσκονται στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας, καθώς χρήζουν πιο στενής παρακολούθησης. Ενώ πριν από δύο περίπου εβδομάδες νοσηλεύονταν παγκύπρια γύρω στους 70 – 80 ασθενείς με κορωνοϊό, ξαφνικά φτάσαμε στους 100 – 120 ασθενείς, κάτι που αποδεικνύει πως το δεύτερο κύμα της πανδημίας δεν είχε σταματήσει, απλά υπήρξε μια ανάπαυλα».
Σημείωσε ακόμα ότι «πέρσι στο πρώτο κύμα της πανδημίας φτάσαμε στο σημείο να μην νοσηλεύονται καθόλου ασθενείς στο Νοσοκομείο Αναφοράς, αφού υπήρχε πολύ περιορισμένος αριθμός κρουσμάτων στη Κοινότητα. Ωστόσο αυτή τη φορά τα νούμερα συνεχίζουν να είναι ψηλά και από τον περασμένο Οκτώβριο μέχρι σήμερα δεν σταμάτησαν να νοσηλεύονται ασθενείς στα Νοσοκομεία μας».
Σε άλλη ερώτηση η κα. Χατζηγιάννη είπε πως «ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευομένων στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου είναι τα 62 έτη, ο νεότερος ασθενής είναι 17 ετών και ο γηραιότερος γύρω στα 80. Φαίνεται πως με τους εμβολιασμούς μειώθηκαν οι εισαγωγές στα Νοσηλευτήρια ηλικιωμένων ατόμων κάτι που είναι πολύ θετικό, αφού έτσι προστατεύονται οι ευάλωτες ομάδες άνω των 75 ετών».
Ανέφερε ακόμα ότι «κάποιοι από τους ηλικιωμένους που νοσηλεύονται με κορωνοϊό στα Νοσηλευτήρια, δεν πρόλαβαν να κάνουν το εμβόλιο ή ορισμένοι έκαναν μόνο την πρώτη δόση και δεν είχαν το περιθώριο να αποκτήσουν την ανοσία που έπρεπε. Αυτό σημαίνει πως τα άτομα αυτά μπορεί να νοσήσουν πιο ήπια με τον ιό και να έχουν ηπιότερα συμπτώματα».
Σε άλλη ερώτηση η κα. Χατζηγιάννη απάντησε πως «πλέον υπάρχουν νεαρά και μέσης ηλικίας άτομα που χρειάζονται διασωλήνωση. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο όλοι πρέπει να είναι προσεκτικοί γιατί φαίνεται ότι καταρρίπτεται ο μύθος πως από τον κορωνοϊό προσβάλλονται μόνο ηλικιωμένα άτομα ή από ευάλωτες ομάδες». Πρόσθεσε πως «θα πρέπει όλοι να προσέξουν μέχρις ότου εμβολιαστεί όλος ο πληθυσμός».
Οι εισαγωγές που γίνονται στα Νοσηλευτήρια, συνέχισε «απέδειξαν στην πράξη ότι προσβάλλονται και νεαρότερα άτομα χωρίς υποκείμενα νοσήματα. Το μήνυμα που δίνουμε προς όλους είναι πειθαρχία, να δείξουμε όλοι ατομική ευθύνη και σεβασμό προς τους γύρω μας, να φοράμε τη μάσκα, να κρατούμε τις αποστάσεις και να τηρούμε τα μέτρα».
Οσον αφορά το γεγονός ότι σήμερα 11 Μαρτίου το Νοσοκομείο Αναφοράς συμπληρώνει σήμερα ένα χρόνο λειτουργίας, η Επιστημονική Διευθύντρια είπε ότι «μετά από ένα χρόνο αντιμετώπισης της σοβαρής αυτής υγειονομικής κρίσης, αισθανόμαστε συγκινημένοι που παρά τις δυσκολίες καταφέραμε να αντεπεξέλθουμε σε αυτό το δύσκολο έργο. Το προσωπικό του Νοσοκομείου με ομαδικότητα, συλλογικότητα και αλληλεγγύη κατάφερε να βοηθήσει όσους συνανθρώπους μας είχαν ανάγκη και αυτό είναι το κυριότερο στοιχείο που το δημόσιο νοσηλευτήριο είχε αυτή την επιτυχία».
Ανέφερε ακόμα ότι «μετά από ένα χρόνο, έχουμε πλέον μεγάλη εμπειρία και είμαστε σοφότεροι στην αντιμετώπιση τέτοιου είδους περιστατικών. Οσον αφορά το προσωπικό, παρά τη συσσωρευμένη για ένα χρόνο κούραση, καταβάλλει ιδιαίτερο ζήλο, ενώ έχει την προθυμία και το σθένος να προσφέρει στον συνάνθρωπο του, που είναι και ο κυριότερος λόγος για την επιτυχία του νοσηλευτηρίου».