Της Μαρίας Ανδρονίκου
Παρά την αλματώδη πρόοδο που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τη θεραπεία του καρκίνου, δεν παύει να αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως. Mε αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου η οποία καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης κατά του Καρκίνου στις 4 Φεβρουαρίου, ο Δρ Λοΐζος Λοΐζου φιλοξενήθηκε στον Αλφα και έδωσε σημαντικά στοιχεία για τη νόσο αυτή.
Ανησυχητικές διαστάσεις παίρνει χρόνο με τον χρόνο η αύξηση του αριθμού των νέων περιστατικών καρκίνου, με τους ειδικούς να επισημαίνουν πως εκτιμάται ότι πλέον ένας στους δύο ανθρώπους θα προσβληθεί από κάποια μορφή καρκίνου κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Δρ. Λοΐζος Λοΐζου“Φανταστείτε ότι το 1980 όταν άρχισα να ασχολούμαι με τον καρκίνο, τότε με το πρόγραμμα «Η Ευρώπη κατά του καρκίνου» μιλούσαμε για έναν στους 4 τότε, πήγαμε στο ένας στους 3 και από το 2015 και μετα μιλάμε για έναν στους 2”
Παρά την αλματώδη ανάπτυξη και πρόοδο που έχει γίνει ως προς την αντιμετώπισή του, ο καρκίνος συνεχίζει να αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως, ενώ στις ανεπτυγμένες χώρες τη δεύτερη.
Δρ. Λοΐζος Λοΐζου“Βλέπουμε ότι υπάρχει μια τεράστια ανισότητα με τις χώρες που είναι λιγότερο ανεπτυγμένες παρά τις χώρες που είναι πλούσιες και καλά ανεπτυγμένες”
Πρόκειται για μία ασθένεια που πλήττει κυρίως τους ηλικιωμένους με τα περισσότερα περιστατικά καρκίνου να εκδηλώνονται μετά την ηλικία των 60 ετών.
Δρ. Λοΐζος Λοΐζου“Η αύξηση περιστατικών που παρατηρείται στους ενήλικες είναι πάρα πάρα πολύ μεγαλύτερη από ότι παρατηρείται στα παιδιά. Στα παιδιά αν δούμε τα τελευταία 60 χρόνια αυξάνεται περίπου 0,8% αν βάλω από 0 – 19 ετών”
Ανάμεσα στους κυριότερους παράγοντες πρόκλησης καρκίνου περιλαμβάνονται η κακή διατροφή, η παχυσαρκία, το κάπνισμα, το αλκοόλ, γονιδιακοί κληρονομικοί παράγοντες, η ηλιακή και άλλη ιονίζουσα ακτινοβολία, η απουσία σωματικής άσκηση όπως και η καθιστική ζωή.
AdvertisementΔρ. Λοΐζος Λοΐζου“Είναι αποδεδειγμένο ότι αν ασκούσαμε όλοι τον υγιεινό τρόπο ζωής θα είχαμε 40% λιγότερους καρκίνους χάρη στην υγιεινή διατροφή και επιπλέον 30% λιγότερα νέα κρούσματα ετησίως”
Ωστόσο όπως επανειλημμένα επισημαίνεται, απόλυτη ασφάλεια δεν υπάρχει.