Έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης που εξέδωσε το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας στις 4 Νοεμβρίου 2022, αναφορικά με την υπόθιεση του “χρυσού διαβατηρίου” του Ιρανού επενδυτή Νιούμαν και μελών της οικογένειας του, καταχώρησε σήμερα ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας Γιώργος Σαββίδης.
Σε ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας, διευκρινίζεται ότι η έφεση καταχωρήθηκε σε σχέση με υπόθεση που αφορά στις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών.
“Η έφεση στρέφεται κατά της αθωωτικής απόφασης σε ποινική υπόθεση που αντιμετώπιζαν δύο δικηγόροι, η δικηγορική εταιρεία τους, τρεις εταιρείες παροχής διοικητικών υπηρεσιών της εν λόγω δικηγορικής εταιρείας και τρεις υπάλληλοι των εταιρειών αυτών, και αφορούν κατηγορίες συνωμοσίας προς καταδολίευση της Δημοκρατίας, πλαστογραφία και κυκλοφορία πλαστών εγγράφων, εξασφάλιση εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.”
Το χρονικό της υπόθεσης
Αθώοι κρίθηκαν από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο που συνεδρίασε στη Λάρνακα όλοι οι κατηγορούμενοι στην πρώτη υπόθεση που εκδικάστηκε στα κυπριακά δικαστικά χρονικά, αναφορικά με την παραχώρηση “χρυσού διαβατηρίου” στον Ιρανό επενδυτή Τόνι Νιούμαν, ο οποίος απέκτησε κυπριακή υπηκοότητα ενώ καταζητείτο από την Ιντερπόλ για απάτη και υπεξαίρεση μεγάλου χρηματικού ποσού. Διαβατήρια, δόθηκαν,επίσης, στη μητέρα και στον πατέρα του Ιρανού καταζητούμενου.
Το δικαστήριο έκρινε αθώους τους εννέα κατηγορούμενους στην υπόθεση, μεταξύ των οποίων φυσικά και νομικά πρόσωπα και τους απάλλαξε από τις συνολικά τριάντα επτά κατηγορίες που αντιμετώπιζαν για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, πλαστογραφία και υποβολή ψευδών εγγράφων.
Στην πρώτη τοποθετηση της, η κατηγορούμενη εταιρεία αναφέρει ότι “η σημερινή ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θέτει τέρμα σε μια δίωξη που ήταν εξ αρχής αψυχολόγητη και αήθης καθώς η υπόθεση αυτή δεν αφορούσε, ούτε διαφθορά ούτε διαπλοκή.”
“Αφορούσε μια περίπτωση πολιτογράφησης την οποία σε ανύποπτο χρόνο, τον Μάρτιο του 2019, είχαμε καταγγείλει στις αρχές για να επέμβουν, πλην όμως ουδέν έπραξαν. Εκ των υστέρων έγινε συνειδητή προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί απ΄τις αρχές προς εκτόνωση των όσων απαράδεκτων και σκανδαλωδών έλαβαν χώρα σε σχέση με τις πολιτογραφήσεις αλλοδαπών.”